Super User

Super User

Σάββατο, 17 Ιούνιος 2023 03:00

Κυρ. Β΄ Ματθαίου Ρω 2,10-16

Οἱ τρεῖς νόμοι


  biblionὍσο πληθαίνουν γύρω μας ἀνησυχητικά σήμερα τά φαινόμενα τῆς παρανομίας, τῆς ἀναρχίας καί τῆς ἀταξίας, τόσο πιό ἐναγώνια γίνεται ἡ λαχτάρα τοῦ ἀνθρώπου γιά σωστούς καί ἰσχυρούς νόμους, τόσο πιό ἐπίκαιρο καί λυτρωτικό φθάνει σέ μᾶς τό μήνυμα τῆς Γραφῆς γιά τούς αἰώνιους νόμους τοῦ Θεοῦ. Ὁ πολιτισμένος μας κόσμος γιορτάζει τή μέρα πού καθιέρωσε τό σύνταγμά του, καυχᾶται γιά τούς περισπούδαστους νόμους του, ἀλλά μέ τρόμο βλέπει ἐπισφαλῆ τήν ἀσφάλειά του, διπλοκλειδώνει τά σπίτια καί φοβᾶται τό διπλανό του. Παρ’ ὅλο πού συνθήματα, ὅπως «κάτω οἱ νόμοι!», σπέρνονται σάν ζιζάνια μέσα στήν κοινωνία –φύτρα κακή ἀπό κακό χῶμα, ἀπό ψυχές πού διεστράφησαν σέ μία ἀπελπισμένη ἀναζήτηση-, ἐν τούτοις ἡ ἀνάγκη ὁλοένα μεγαλώνει γιά εὐνομία ἀληθινή.
  Στόν ἄνθρωπο τῆς ἐποχῆς μας, πού ἀκούει βαθιά ἀπ’ τήν καρδιά του τούς κραδασμούς αὐτῆς τῆς ἀνησυχίας, ἔχει νά δώσει τήν ἀπάντηση πού ζητᾶ, ἡ ἁγία Γραφή, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ὁ Δημιουργός μας ὁ ἴδιος, πού μέσα ἀπό τά χέρια του βγῆκε πλασμένη ἡ φύση μας, ἔθεσε τό θέλημά του αἰώνια βάση, ἀρχή καί τέλος κάθε νόμου πού ὀρέγεται ὁ ἄνθρωπος. Καί πρῶτα-πρῶτα, σ’ αὐτήν τήν ἄψυχη καί ἄλογη κτίση ποιό ἄλλο εἶναι ἐκεῖνο πού κυβερνᾶ καί ρυθμίζει τά πάντα, παρά τό ἅγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ; Οἱ φυσικοί νόμοι εἶναι ἡ ἔκφραση τῆς ἀπαρασάλευτης βουλήσεώς του νά διαιωνίζονται ὅλα μέ σοφία καί τάξη. Στό λογικό του πλάσμα δέν θά 'δινε, λοιπόν, τό θέλημά του, γιά νά ζῆ μέ εἰρήνη, φίλος μέ τόν Θεό, ἀγαπημένος μέ τόν συνάνθρωπο, ἁρμονικός μέ τόν ἑαυτό του;
  Ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Ρωμαίους Ἐπιστολή (κεφ. 2, στίχ. 10-16), ὅπως διαπιστώνουν πλῆθος πατέρων, ἀποκαλύπτει ὅτι ὁ Κύριος, πράγματι, μᾶς ἔδωσε τό θέλημά του διαβαθμίζοντάς το σέ τρεῖς νόμους· στόν ἔμφυτο ἠθικό νόμο, στό μωσαϊκό νόμο καί στό νόμο τοῦ εὐαγγελίου. «Τῶν θείων νόμων εἴδη τρία παρά Παύλου», γράφει ὁ ἅγιος Θεοδώρητος· «τόν μέν γάρ δίχα γραμμάτων διά τῆς κτίσεως καί τῆς φύσεως τοῖς ἀνθρώποις δεδόσθαι, τόν δέ διά Μωσέως ἐν γράμμασι καί τρίτον τόν τῆς χάριτος». Αὐτοί οἱ τρεῖς νόμοι ὑπῆρξαν πάντοτε καί ἐξακολουθοῦν νά εἶναι ἡ λύση καί στό σημερινό μας πρόβλημα.
   Τό ἀντίκρυσμα καί τό ἀντικατόπτρισμα τοῦ φυσικοῦ νόμου στόν ἄνθρωπο εἶναι ὁ ἔμφυτος ἠθικός νόμος, πού ἀποτελεῖ τό σημεῖο ἐπαφῆς καί ἐπικοινωνίας τοῦ Θεοῦ μέ τόν φυσικό ἄνθρωπο. Ἡ θρησκευτική ὁρμή πού ὑπάρχει μέσα μας συναντᾶται καί τρέφεται μέ αὐτόν τό νόμο, πού τό δάχτυλο τοῦ Θεοῦ ἀποτύπωσε στήν καρδιά μας, καί ἔτσι συναντᾶμε καί γνωρίζουμε τόν Θεό μέσα στήν ὕπαρξή μας. Ἀκοῦμε τή φωνή του καθαρή καί δυνατή νά ἐπαινεῖ τό καλό καί νά ἐπιτιμᾶ τό κακό σύμφωνα μέ τό θέλημά του. Ἔχουμε τήν αἴσθηση τῆς εὐσεβείας, τῆς δικαιοσύνης καί τῆς σωφροσύνης, πού συνιστοῦν ἀκριβῶς τήν ἀνθρωπιά καί μᾶς κάνουν νά ξεχωρίζουμε ἀπό τά ζῶα ὄχι μόνο ὡς λογικά, ἀλλά καί ὡς ἠθικά ὄντα. Ἐκτιμοῦμε, τέλος, καί ἀξιοποιοῦμε τό δῶρο τῆς ἐλευθερίας, καθώς ὁ ἔμφυτος ἠθικός νόμος λειτουργεῖ μέσα μας ὡς ὄργανο ἀσκήσεως, πού καί τή συνείδησή μας τελειοποιεῖ καί τούς δεσμούς μας μέ τόν Θεό συσφίγγει. Ὅπως εἶναι ὁ κυβερνήτης στό πλοῖο καί ὁ ἡνίοχος στό ἄλογο, ἔτσι εἶναι ὁ ἔμφυτος νόμος διδάσκαλος στόν ἄνθρωπο, λέει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, καί τόν κάνει αὐτοδίδακτο στό καλό καί στό κακό.
  Ἀλλά ὁ Κύριος δέν μποροῦσε νά ἀφήσει τό πλάσμα του ἔτσι, μ’ ἕναν ξερό μηχανισμό μέσα του, σάν κουρδισμένο ἀπό μιά ἀπρόσωπη ἀνωτέρα δύναμη. Θέλησε καί ἦλθε σέ προσωπική ἐπαφή μαζί του διαλέγοντας ἕνα λαό, πού τόν ἔκανε τήν πνευματική του οἰκογένεια καί τοῦ χάρισε μέ τό χέρι τοῦ Μωϋσῆ τόν δεύτερο νόμο, τόν μωσαϊκό. Ὅπως λέει καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἔδωσε νόμο, γιά νά βοηθήσει τόν φυσικό, καθαρό, ἅγιο, συμπληρωμένο μέ δέκα λόγους. Σ’ αὐτόν ὁ Θεός ἀποκαλύπτει τό ἀληθινό πρόσωπό του καί ἔρχεται σέ συμφωνία μέ τόν περιούσιο λαό του. Ὑπόσχεται τήν προστασία του καί ζητᾶ ἀπ’ αὐτόν πίστη. Ἐπεμβαίνει θαυμαστά στήν ἱστορία καί διαγράφει τό δικό του σχέδιο, πού τό ὑπηρετεῖ μέ παράδοξη σοφία καί δύναμη. Μέ τόν μωσαϊκό νόμο μαθαίνουμε ὅτι ὑπάρχει Θεός προσωπικός, πού κανονίζει αὐτός τήν ἠθική μας καί ἐνδιαφέρεται γιά τήν ὑπακοή μας στό θέλημά του.
  Οἱ Ἰουδαῖοι ἦταν ὑπερήφανοι γιά τόν νόμο τους καί θεωροῦσαν τόν ἑαυτό τους μοναδικά προνομιοῦχο. Κι ὅμως, δέν ἦταν παρά ἡ σκιά καί ὁ τύπος τοῦ τέλειου νόμου, πού ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὀνομάζει «τό εὐαγγέλιόν μου διά Ἰησοῦ Χριστοῦ» (στίχ. 16). Ὁ Κύριος δέν ἀρκέσθηκε στόν γνόφο τοῦ Σινᾶ, ἀλλά ἐνανθρώπησε καί κατέβηκε μέχρι τήν ἀδυναμία μας, γιά νά μᾶς γνωρίσει ἀληθινά τό θέλημά του. Μέ τόν λόγο του καί τό ἔργο του συνέταξε ἕνα νόμο ἐλευθερίας πού συνιστᾶ τήν ἐπίγνωση καί τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Δημιουργός γίνεται πιά πατέρας, ὁ Θεός γίνεται ἀγαπητός καί φίλος, ὁ συνάνθρωπος ἀδελφός. Τό εὐαγγέλιο ἐγκαθιδρύει ἀνάμεσά μας τό καθεστώς τῆς εἰρήνης πού ἡ καρδιά μας λαχταρᾶ καί μάταια ἀναζητᾶ σέ ἄλλους ἀνθρώπινους νόμους. Αἰώνιος, γράφει ὁ μάρτυς Ἰουστῖνος, καί τελευταῖος νόμος καί συμφωνία ἐμπιστοσύνης μᾶς δόθηκε ὁ Χριστός, μετά τήν ὁποία δέν ἀκολουθεῖ οὔτε νόμος οὔτε πρόσταγμα οὔτε ἐντολή.
  Οἱ τρεῖς νόμοι τοῦ Θεοῦ, ὅπως ὁ ἕνας συμπληρώνει καί δυναμώνει τόν ἄλλο, ἀποτελοῦν ἐγγύηση καί ἀσφάλεια γιά τήν ἀνησυχία καί τήν ἀβεβαιότητα τῶν καιρῶν μας. Ἄν στήσουμε ὑπάκουο τό αὐτί μας στήν ἐντολή τους, ὁ ἀπόστολος μᾶς βεβαιώνει ὅτι διπλό θά εἶναι τό κέρδος μας. Ἀφ’ ἑνός θά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό «θλῖψιν καί στενοχωρίαν», καί ἀφ’ ἑτέρου θά ἀπολαύσουμε «δόξα, τιμή καί εἰρήνη». Ἀντί γιά τή θλίψη πού μᾶς προκαλοῦν οἱ ἀδικίες καί τά χτυπήματα τοῦ κόσμου, ὁ αἰώνιος νόμος τοῦ Θεοῦ μᾶς ἐξασφαλίζει τήν τιμή, τόν σεβασμό τοῦ ἑνός πρός τόν ἄλλο. Κι ἀντί γιά τή στενοχώρια πού μᾶς φέρνουν οἱ τύψεις καί οἱ ἐνοχές τῆς ψυχῆς, μᾶς χαρίζει τήν εἰρήνη, τή φιλία μέ τόν Θεό πατέρα μας. Καί ἐπί πλέον, οἱ τρεῖς νόμοι ἀπονέμουν στόν καθένα πού δέχεται νά γίνει ὑπήκοός τους, εἴτε φτωχός εἴτε πλούσιος εἴτε μαῦρος εἴτε ἄσπρος -δέν ὑπάρχει προσωποληψία στόν Θεό-, κάτι ἀπείρως ποθεινότερο καί γκυκύτερο, ὅσο ἄπειροι εἶναι οἱ πόθοι του, τή δόξα, πού μεταφράζεται σέ πρόγευση αἰωνιότητος καί εὐφροσύνη πνευματική.

Στέργιος Ν. Σάκκος

Ἀπολύτρωσις 45 (1990) 81-83

Πέμπτη, 15 Μάιος 2014 03:00

Γιά τό 1914

    ΕΡΩΤΗΣΗ: Σήμερα περιμένουμε νά ἀκούσουμε, κ. καθηγητά, τή διδασκαλία τῶν μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ γιά τό 1914.
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ὅπως εἶπα στήν προηγούμενη συνέντευξη, οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ πιστεύουν ὅτι ἡ Β΄ παρουσία τοῦ Χριστοῦ ἔγινε τό 1914. Καυχῶνται μάλιστα γι’ αὐτό καί γράφουν ὅτι «Ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους μόνο οἱ μάρτυρες ὑπέδειξαν τό 1914 ὡς τό ἔτος τῆς πλήρους ἱδρύσεως τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ στόν οὐρανό» (Ἀπό τόν ἀπολεσθέντα παράδεισο στόν ἀποκαταστημένο παράδεισο, σελ. 170). Γιά νά θεμελιώσουν τή θεωρία τους αὐτή, διδάσκουν τά πιό παράλογα, ἀνόητα, καί αὐθαίρετα πράγματα, καί διαστρεβλώνουν χωρία τῆς Γραφῆς πού εἶναι σαφέστατα. Πρῶτα-πρῶτα, γιά νά φτάσουν στό 1914, παίρνουν χωρία ἀπό διάφορες συνάφειες, τά συνδέουν, τά δίνουν τό νόημα πού θέλουν, καί μέ αὐθαίρετους ὑπολογισμούς, πού εἶναι ἀντίθετοι πρός τή Γραφή καί τήν Ἱστορία, ἀποδεικνύουν ὅτι οἱ Γραφές προφητεύουν ὅτι τό 1914 θά γίνει ἡ Β΄ παρουσία τοῦ Χριστοῦ, καί τότε ὀ Ἰησοῦς Χριστός θ’ ἀναλάβει τή βασιλεία στόν οὐρανό. Καί πράγματι, ἰσχυρίζονται οἱ χιλιασταί, τό 1914 ἀνέλαβε ὁ Χριστός βασιλεύς στόν ουρανό καί ἀπό ἐκεῖ διευθύνει τόν ἀγώνα τῶν μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ πού ἀγωνίζονται στά λίγα χρόνια πού μένουν μέχρι τόν Ἀρμαγεδώνα, τό τέλος τοῦ κόσμου.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Πολύ θά θέλαμε ν’ ἀκούσουμε ἀπό ποιά χωρία τῆς Γραφῆς καί μέ ποιούς ὑπολογισμούς κατέληξαν στό 1914.
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ἀκοῦστε τά χωρία πού χρησιμοποιοῦν, γιά νά θαυμάσετε σπουδαστάς τῆς Γραφῆς. Τό πρῶτο χωρίο εἶναι Λκ 21,24. «Ἔσται τότε ἀνάγκη μεγάλη ἐπί τῆς γῆς καί ὀργή τῷ λαῷ τούτῳ, καί πεσοῦνται στόματι μαχαίρας, καί αἰχμαλωτισθήσονται εἰς πάντα τά ἔθνη, καί Ἰερουσαλήμ ἔσται πατουμένη ὑπό ἐθνῶν, ἄχρι πληρωθῶσι καιροί ἐθνῶν». Πόσοι ὅμως εἶναι οἱ καιροί τῶν ἐθνῶν; Εἶναι ἑπτά. Τό βρῆκαν στό Δα 4,20. Στό χωρίο αὐτό λέγεται ὅτι ὁ Ναβουχοδονόσορ θά εἶναι ἄρρωστος 7 καιρούς. Πόσος χρόνος εἶναι οἱ 7 καιροί; Ἀφοῦ οἱ 3½  εἶναι 1260 μέρες κατά τήν Ἀποκάλυψη (12,6.14), τότε οἱ 7 καιροί εἶναι τό διπλάσιο, δηλαδή 2520 μέρες. Τίς μέρες ὅμως τίς λογαριάζουν γιά χρόνια καί γίνονται 2520 χρόνια!
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Καί μέ ποιό δικαίωμα τίς 2520 μέρες τίς μετατρέπουν σέ 2520 χρόνια;
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Μέ βάση δύο χωρία· τό ἕνα Ἀρ 14,34 λέει: «Κατά τόν ἀριθμόν τῶν ἡμερῶν ὅσας κατεσκέψασθε τήν γῆν, τεσσαράκοντα ἡμέρας, ἡμέραν τοῦ ἐνιαυτοῦ, λήψεσθε τάς ἁμαρτάις ὑμῶν τεσσαράκοντα ἔτη, καί γνώσεσθε τόν θυμόν τῆς ὀργῆς μου». Καί τό δεύτερο Ἰζ 4,6 «Καί λήψῃ τάς ἀδικίας τοῦ οἴκου Ἰούδα τεσσαράκοντα ἡμέρας. Ἡμέραν εἰς ἐνιαυτόν τέθεικά σοι».
    Στό πρῶτο χωρίο ὁ Θεός λέει στούς Ἰσραηλῖτες στήν ἔρημο, ὅταν ἁμάρτησαν πολύ βαριά ἐναντίον του, τό ἑξῆς: «Σαράντα μέρες ἦταν στήν Παλαιστίνη οἱ ἀπεσταλμένοι σας ἀνιχνευταί, στούς ὁποίους δέν πιστεύετε; Σαράντα χρόνια θά σᾶς τυραννήσω στήν ἔρημο αὐτή, γιά τήν ἀπιστία πού μοῦ δείξατε στό ζήτημα αὐτό. Γιά κάθε μέρα θά σᾶς τιμωρῶ ἕνα χρόνο». Στό ἄλλο χωρίο λέει στόν Ἰεζεκιήλ ὅτι τοῦ ἐπιβάλλει μιά προσωπική τιμωρία ἐπί 40 μέρες, ὄχι γιατί φταίει ὁ προφήτης σέ τίποτε,ἀλά γιά νά τοῦ δώσει νά νιώσει καλά τά σαράντα χρόνια πού θά τιμωρεῖ τούς Ἰουδαίους γιά τά ἁμαρτήματά τους. «Ὅσες μέρες», τοῦ λέει, «θά βασανίζεσαι σύ, τόσα χρόνια θά βασανίζω τούς Ἰουδαίους. Μέ κάθε μέρα σου συμβολίζω ἕνα χρόνο γιά τούς Ἰουδαίους».
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Καί μετά τί τά κάνουν τά 2520 χρόνια;
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ἀπό τά 2520 ἀφαιροῦν 606 γιά π.Χ. καί μένουν 1914 γιά μ.Χ.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Καί γιατί 606;
   ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Δέχονται ὅτι τό 607 π.Χ. ἄρχισαν οἱ «καιροί τῶν ἐθνῶν», οἱ 7 καιροί πού εἴπαμε, δηλαδή τά 2520 χρόνια. Γράφουν ἐπί λέξει: «Ὁ βασιλεύς τῆς Βαβυλῶνος ἀπεμάκρυνε τόν Σεδεκία ἀπό τόν «Θρόνον τοῦ Ἰεχωβᾶ» τό ἔτος 607 π.Χ. καί κατερήμωσε τήν πόλη του καί τήν περιοχή. Ἔτσι ἔληξε ἡ ἐπίγεια βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐκεῖνο τό ἔτος (Ἀπό τόν ἀπολεσθέντα παράδεισο, σελ. 172). Καί ἔτσι ὁ Θεός ἀπό τό 607 π.Χ. μέχρι τό 1914 μ.Χ. ἤτοι 2520 χρόνια ἔμεινε χωρίς βασιλεία. Ἀπέκτησε καί πάλι βασιλεία τό 1914 καί διόρισε βασιλέα τόν Ἰησοῦ Χριστό. Καί ἡ βασιλεία αὐτή εἶναι στόν οὐρανό. Γι’ αὐτό χρησιμοποιοῦν τό χωρίο τοῦ Δανιήλ 2,44 πού λέει ὅτι ὁ Θεός τοῦ οὐρανοῦ θά ἀναστήσει αἰώνια καί ἄφθαρτη βασιλεία.

Ἀπολύτρωσις 29 (1974) 183-184

Πέμπτη, 15 Μάιος 2014 03:00

Ἔσχατος καιρός

    ΕΡΩΤΗΣΗ: Ὥστε τό 1914 ἐνθρονίστηκε ὁ Χριστός βασιλεύς; Προηγουμένως δέν ἦταν; Καί πῶς ἐννοοῦν τό «ἔσχατος καιρός»;
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Θ’ ἀπαντήσω πρῶτα στή δεύτερη ἐρώτηση καί στήν ἄλλη συνέντευξή μας στήν πρώτη, γιατί ἡ ἀπάντηση σ’ αὐτήν εἶναι μεγάλη. Ἔπειτα, ὄπως σᾶς εἶπα στήν ἀρχή, συνδέουν μέ τή θεωρία τους γιά τήν «συντέλεια τοῦ αἰῶνος» τή θεωρία γιά τόν ἔσχατο καιρό. Καί ἐδῶ πολύ πλανῶνται «μή γνωρίζοντες τίς Γραφές».
Γιά τόν ἔσχατο καιρό γράφουν οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ τά πιό παράδοξα καί αὐθαίρετα πράγματα. Μεταφέρω ἐπί λέξει τί γράφουν στό βιβλίο τους «Ἡ ἀλήθεια πού ὁδηγεῖ στήν αἰώνιο ζωή», σελ. 94. «Ἡ ἁγία Γραφή χαρακτηρίζει τόν παρόντα καιρό ὡς "ἔσχατες ἡμέρες", ἤ "ἔσχατον καιρόν". (Β΄ Τιμ.γ΄ 1· Δαν. ια΄ 40). Τά πράγματα δείχνουν ὅτι πρόκειται γιά ἕνα περιορισμένο χρονικό διάστημα πού ἔχει μιά ὁρισμένη ἀρχή κι ἕνα ὁρισμένο τέλος. Ἄρχισε τό ἔτος 1914, ὅταν ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἐνθρονίσθηκε ὡς βασιλεύς στούς οὐρανούς. Θά τελειώσει ὅταν ὁ Θεός καταστρέψει αὐτό τό παρόν πονηρό σύστημα πραγμάτων»· καί λίγο πιό κάτω· «Σέ πόσον καιρό θά γίνει αὐτό; Ὁ Υἱός τοῦΘεοῦ, Ἰησοῦς Χριστός, δίνει τήν ἀπάντηση. Ἀφοῦ ἐφιστᾶ τήν προσοχή μας στά πολλά πράγματα πού χαρακτηρίζουν τή χρονική περίοδο ἀπό τό ἔτος 1914 κι ἐμπρός ὡς τόν "ἔσχατον καιρόν", λέγει ὁ Ἰησοῦς: "Δέν θέλει παρέλθει ἡ γενεά αὕτη, ἑωσοῦ γείνωσι πάντα ταῦτα" (Ματ. κδ΄34)». Καί συνεχίζουν νά ἰσχυρίζονται ὅτι μένει λίγος καιρός ὥς τό τέλος τοῦ κόσμου, ἀφοῦ κατά τόν Δαυΐδ ἡ ζωή ὑπολογίζεται σέ 70 χρόνια καί ἀφοῦ πρέπει νά ζοῦν στό τέλος τοῦ κόσμου ἄνθρωποι πού ζοῦσαν τό 1914, νά, ὅπου νά 'ναι ἔρχεται τό τέλος τοῦ κόσμου.
    Κατ’ ἀρχήν ἡ ἔκφραση «ἔσχατος καιρός», πού συναντᾶται καί σέ ἄλλα χωρία τῆς Γραφῆς, ἐκτός ἀπ’ αὐτά πού σημειώνουν στό βιβλίο τους οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, δέν σημαίνει αὐτό πού λένε αὐτοί. Καί οἱ ἀπόστολοι Ἰούδας καί Ἰωάννης στίς Ἐπιστολές τους γράφουν ὅτι οἱ μέρες, στίς ὁποῖες ζοῦσαν ἐκεῖνοι, ἦταν «ἔσχατος καιρός» καί «ἐσχάτη ὥρα». Καί ἄλλοι αἱρετικοί στήν ἀρχαιότητα παρεξήγησαν τήν ἔκφραση, ἀλλά τούς διέψευσε ἡ πραγματικότητα. «Ἔσχατον καιρόν» ἐννοοῦν οἱ συγγραφεῖς τῆς ἁγίας Γραφῆς κάθε καιρό μαρασμοῦ πού ἀκολουθεῖ μετά ἀπό μιά δόξα τῆς Ἐκκλησίας, τόν καιρό τῆς κάμψεως καί τοῦ ξεπεσμοῦ, τόν καιρό τῆς καταπτώσεως καί τῆς διαφθορᾶς. Κατ’ ἐπανάληψιν ἡ Ἐκκλησία μετά ἀπό ἕναν τέτοιον «ἔσχατον καιρόν» γνώρισε καιρούς ἀνθήσεως, προκοπῆς καί ἀναζωπυρώσεως. Εἶναι καί ὁ καιρός τῆς β΄ παρουσίας ἔσχατος καιρός. Ἀλλά δέν λέγεται μόνο αὐτός ἔτσι. Αὐτό ἔδειξαν πλέον ἡ Γραφή καί ἡ παρελθοῦσα ἰστορική πραγματικότητα. Ὅσο γιά τό διάστημα 1914-1984 ἤ ἔστω 2000, ὅτι εἶναι ὁ τελευταῖος καιρός πρίν ἀπό τή β΄ παρουσία, αὐτό δά δέν βγαίνει ἀπό πουθενά, ἀπό κανένα χωρίο τῆς Γραφῆς. Εἶναι ἀνοησία καί νά τό σκεφτεῖ κανείς. Ὁ χρόνος τῆς β΄ παρουσίας κατά τή Γραφή εἶναι τελείως ἄγνωστος ἀκόμη καί στούς ἀγγέλους. Ὄχι νά τόν ξέρουν καί οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ!
    Τελείως αὐθαίρετη διαστρέβλωση εἶναι ἡ ἐξήγηση τοῦ ἄλλου χωρίου, τοῦ Μθ 24, 34, ὅταν ὁ Χριστός εἶπε στούς μαθητές του: «Ἀμήν λέγω ὑμῖν, οὐ μή παρέλθῃ ἡ γενεά αὕτη, ἕως ἄν πάντα ταῦτα γένηται». Ὅταν λέει ὁ Χριστός «ἡ γενεά αὕτη» ἐννοεῖ τή γενιά του, τή γενιά πού ζοῦσε ὅταν ἐκεῖνος ἦταν κάτω στή γῆ, καί ὄχι τή γενιά τοῦ 1914-2000. Μέ ποιό κριτήριο αὐτό τό «αὕτη» μπορεῖ νά ἐννοεῖ τή γενιά τοῦ 1914 καί ἑξῆς καί ὄχι ὁποιαδήποτε ἄλλη γενιά τῆς ἱστορίας; Μέ τήν ἔκφραση δέ «ταῦτα πάντα γένηται» ἤ κατά τήν ἔκφραση τῶν ἄλλων εὐαγγελιστῶν «τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει» (Μρ 9,1· Λκ9,27) ὁ Χριστός ἐννοεῖ ἕνα γεγονός πού ἡ μιά του ὄψη εἶναι ἡ καταστροφή τῆς Ἰερουσαλήμ καί γενικά ἠ κατάργηση τῆς παλιᾶς Ἰουδαϊκῆς θρησκείας, πού ἔγινε τό 70 μ.Χ.,καί ἡ ἄλλη του ὄψη εἶναι τό φούντωμα καί ἡ προκοπή τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας, πού πραγματοποιήθηκε ἀκριβῶς στά ἴδια χρόνια. Κι αὐτά ὅλα συνέβησαν, ὅταν ἀκόμη ζοῦσε ἡ γενιά ἡ σύγχρονη μέ τό Χριστό ἐπί τῆς γῆς. Παίρνουν αὐτά τά ρητά οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ ξεκομμένα ἀπό τήν περιοχή τους, καί στόν ἀκροατή τους πού δέν ξέρει, δέν μπορεῖ νά ξέρει, τί σημασία ἔχουν ἐκεῖ πού λέγονται, τά ἑρμηνεύουν μέ τίς πιό ἀπίθανες καί ἀνόητες ἑρμηνεῖες. Ἔτσι τρομοκρατοῦν τίς ἄμαθες ψυχές, καί στήν κατάσταση τῆς τρομοκρατίας προσπαθοῦν νά ἐπιδράσουν, νά γίνουν χειραγωγοί καί καθοδηγηταί τοῦ θύματός τους.

Ἀπολύτρωσις 29 (1974) 168-169

Πέμπτη, 15 Μάιος 2014 03:00

Συντέλεια τοῦ αἰῶνος

    ΕΡΩΤΗΣΗ: Στήν προηγούμενη συνέντευξη μᾶς εἰπατε, κ. Καθηγητά, ὅτι οἰ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ προφήτευσαν , ὅτι τό 1914 θά γινόταν ἡ β΄ παρουσία. Δέν ἔγινε ὅμως καί ξευτελίστηκαν. Μάλιστα πολλοί ὀπαδοί τούς ἐγκατέλειψαν τότε. Πῶς ὅμως γύρισαν πάλι στό 1914 καί ἰσχυρίζονται ὅτι πράγματι ἔγινε τό 1914 ἡ β΄ παρουσία;

    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Διεπίστωσαν ὅτι μέ τίς συνεχεῖς καί ἀλλεπάληλες ἀποτυχίες τους δέν θά ἔμενε κανένας στήν ὀργάνωσή τους. Γι’ αὐτό ἐπινόησαν μιά νέα λύση, γιά ν’ ἀσφαλιστοῦν τουλάχιστο γιά μιά γενεά. Ξεχώρισαν τήν β΄ παρουσία ἀπό τό τέλος τοῦ κόσμου. Διεκήρυξαν ὅτι ἡ β΄ παρουσία ἔγινε τό 1914, ὅπως προέβλεψαν, ἀλλά τό τέλος τοῦ κόσμου δέν ἦρθε. Θά ἔρθει ὁπωσδήποτε σύντομα, ἀφοῦ πρέπει νά ζοῦν ἄνθρωποι πού ἔζησαν τό 1914. Ἀπό τό 1914 μένει ἕνα μικρό χρονικό διάστημα ὥς τό τέλος τοῦ κόσμου. Αὐτά γράφουν.

    ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποῦ στηρίζονται οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, γιά νά διδάσκουν ὅτι ἔγινε ἡ δευτέρα παρουσία τό 1914, χωρίς νά ἔχει ἔρθει καί τό τέλος του κόσμου;

    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Σέ δύο μεγάλες πλάνες, πού εἶναι ὁλοφάνερα διαστρέβλωση καί τοῦ γράμματος καί τοῦ νοήματος τῆς Γραφῆς. Ἡ μία ἡ θεωρία τους γιά τή «συντέλεια τοῦ αἰῶνος» καί ἡ ἄλλη θεωρία τους γιά τόν «ἔσχατον καιρόν».

    Πιστεύουν καί διδάσκουν, καί τό γράφουν χωρίς φόβο καί ντροπή, ὅτι ἡ ἔκφραση «συντέλεια τοῦ αἰῶνος» δέν σημαίνει τό τέλος τοῦ κόσμου, ἀλλά μία μικρή χρονική περίοδο πού ἀρχίζει ἀπό τή β΄ παρουσία καί φθάνει μέχρι τό τέλος τοῦ κόσμου. Ἰσχυρίζονται ὅτι ἄλλο εἶναι τέλος καί ἄλλο συντέλεια. Ἡ συντέλεια εἶναι χρονική περίοδος καί ὄχι τέλος.

    ΕΡΩΤΗΣΗ: Νομίζω ὅτι στά λεξικά τό «συντέλεια» σημαίνει τέλος. Μήπως στήν ἁγία Γραφή σημαίνει κάτι ἄλλο;

    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ὄχι, ἀλλά ὅ,τι καί στά λεξικά. Ἄς ἀνοίξει κανείς ὅλα τά λεξικά τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας καί τά εἰδικά λεξικά τῆς Γραφῆς. Παντοῦ θά βρεῖ τίς ἑρμηνεῖες: τέλος, τέρμα, τελευτή, finis. Ἄς ἀνοίξει ἀκόμη τά εἰδικά λεξικά τῶν παπύρων τῆς ἐποχῆς τῆς Κ.Δ. πού βρέθηκαν σέ ἀνασκαφές καθώς καί τά εἰδικά λεξικά τῶν ἔργων τῶν ἀποστολικῶν πατέρων, πού ἦταν ἄμεσοι μαθητές τῶν ἀποστόλων κι ἔγραψαν ἀκριβῶς στή γλῶσσα τῆς ἁγίας Γραφῆς. Παντοῦ θά βρεῖ τή λέξη μέ τή σημασία «τέλος, τέρμα», μέ τή σημασία ἑνός χρονικοῦ σημείου, ὅπου τερματίζεται ὁ παρών αἰών, καί οὐδέποτε μιᾶς περιόδου ἔστω καί ἐλαχίστης. Ἀνάλογη σημασία ἔχει καί τό ἀντίστοιχο ρῆμα «συντελῶ». Σημαίνει πάντοτε «τελειώνω», «τερματίζω», «θέτω τέρμα». Ἀναφέρω παραδείγματα ἀπό τήν Κ. Διαθήκη πρῶτα γιά τό ρῆμα καί ἔπειτα γιά τό οὐσιαστικό. Ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος, εὐθύς μετά τό τέλος τῆς ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλίας τοῦ Ἰησοῦ, λέει· «Καί ὅτε συνετέλεσεν ὁ Ἰησοῦς τούς λόγους τούτους, ἐξεπλήσσοντο οἰ ὄχλοι» (7,28). Συνετέλεσε, λοιπόν, θά πεῖ τελείωσε, τερμάτισε τήν ὁμιλία του. Ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς, ἀφοῦ ἀναφέρει ὅτι ὁ Ἰησοῦς νήστεψε 40 μέρες, λέει· «Καί συντελεσθεισῶν αὐτῶν τῶν ἡμερῶν, ὕστερον ἐπείνασεν» (4,2). Ὄχι μόνο τό τελείωμα τῶν 40 ἡμερῶν ἀλλά καί ἡ λέξη «ὕστερον» μᾶς δείχνει καθαρά τή σημασία τοῦ συντελῶ, πού θά πεῖ ἀκριβῶς τερματίζω, καί ὄχι κάνω κάτι σέ μιά χρονική διάρκεια. Ἐρχόμαστε τώρα στή λέξη «συντέλεια». Αὐτή στήν Κ. Διαθήκη χρησιμοποιεῖται πάντοτε στή φράση «συντέλεια τοῦ αἰῶνος». Στό κατά Ματθαῖον (13,39) λέει ὁ Ἰησοῦς τήν παραβολή τοῦ θερισμοῦ, καί ἑρμηνεύει: «Ὁ δέ θερισμός συντέλεια τοῦ αἰῶνός ἐστιν». Ὥστε ἡ παραστατική εἰκόνα πού ἐκφράζει τή συντέλεια εἶναι ὁ θερισμός, ἡ κοπή, ἡ διακοπή τῆς ζωῆς τοῦ σίτου, ὅλων τῶν ριζῶν τοῦ σίτου. Καί παρακάτω (στό 13,40) λέει· «Ὥσπερ οὖν συλλέγεται τά ζιζάνια ἐν πυρί καί καίεται, οὕτως ἔσται ἐν τῇ συντελείᾳ τοῦ αἰώνος τούτου». Πάλι ἡ παραστατική εἰκόνα τῆς συντελείας εἶναι ὁ τερματισμός τῆς ζωῆς τῶν ζιζανίων μέ τή φωτιά. Τά παραδείγματα μᾶς τό λένε σαφῶς καί κατηγορηματικῶς. Ἡ συντέλεια εἶναι μία στιγμή, ἕνα σημεῖο χρόνου χωρίς καμία διάσταση καί διάρκεια, τό τελευταῖο σημεῖο, τό τέρμα. Μόνο ἄνθρωποι πού δέν ἔχουν ἰδέα ἀπό ἀρχαία ἑλληνική γλῶσσα οὔτε ἔμαθαν τά πιό ἁπλᾶ μαθήματα τῆς ἁγίας Γραφῆς μποροῦν νά ὑποστηρίζουν αὐτό πού ἰσχυρίζονται οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Καί τολμοῦν νά γράψουν ὅτι ἡ λέξη «συντέλεια» σημαίνει χρονική περίοδο;

    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Μέ πολλή θρασύτητα μάλιστα. Τό γράφουν σ’ ὅλα τους τά βιβλία καί περιοδικά καί πολλές φορές μάλιστα. Στό βιβλίο πού ἀνέφερα στήν προηγούμενη συνέντευξη «Ἀπό τόν ἀπολεσθέντα παράδεισο στόν ἀποκαταστημένο παράδεισο», σελ. 174, τό γράφουν 3 φορές. Σᾶς διαβάζω τήν παράγραφο 31· «Γνωρίζομε ὅτι ἡ "συντέλεια τοῦ αἰῶνος" σημαίνει μιά ὡρισμένη ἔκταση χρόνου ἀπό ὅ,τι εἶπε ὁ προφήτης Δανιήλ. Αὐτός ἀπεκάλεσε "ἔσχατον καιρόν" τή χρονική περίοδο πού ἄρχισε τό ἔτος 1914. –Δανιήλ ιβ΄ 4».
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Ἀκούω ὅτι παραπέμπουν στό Δανιήλ 12,4. Ἄρα στηρίζονται στό Δανιήλ.

    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Νά σᾶς διαβάσω ὅμως τί γράφει ὁ Δανιήλ. «Καί σύ, Δανιήλ, ἔμφραξον τούς λόγους καί σφράγισον τό βιβλίον ἕως καιροῦ συντελείας, ἕως διδαχθώσι πολλοί καί πληθυνθῇ ἡ γνῶσις». Τό «συντελείας», ὅπως καταλαβαίνετε, σημαίνει καί ἐδῶ ὅπως καί σ’ ὅλη τή Γραφή, σ’ ὅλα τά κείμενα, τό τέλος, τό τέρμα τοῦ καιροῦ, «ἕως συντελείας καιροῦ». Νά γιατί τούς χατακτηρίζω διαστρεβλωτές τῆς Γραφῆς. Φτιάχνουν μιά ψεύτικη καί ἀπατηλή θεωρία καί προσπαθοῦν σώνει καί καλά νά τήν ὑποστηρίξουν μέ χωρία τῆς Γραφῆς. Ὅταν δέν ὑπάρχουν, παίρνουν ὅσα κατορθώνουν νά διαστρεβλώσουν καί τά χρησιμοποιοῦν γιά στηρίγματα τῆς πλάνης τους. Καί πολλές φορές, ὅπως στήν περικοπή πού σᾶς διάβασα, ἰσχυρίζονται ὅτι τό «συντέλεια αἰῶνος» στή Γραφή θά πεῖ χρονική περίοδος. Ἀπόδειξη; Νά! Δανιήλ 12,4. Οἱ ἀφελεῖς τό χαύτουν. Ἀλλά ἔλα δῶ, ἄνθρωπε, σύ πού λέγεσαι σπουδαστής τῆς Γραφῆς. Πῶς πιστεύεις καί ἀκολουθεῖς ἀνθρώπους πού σέ ἐξαπατοῦν τόσο φοβερά καί διαστρεβλώνουν τή Γραφή τόσο ἄτιμα; Καί μόνο αὐτό δέν φτάνει νά σέ πείσει νά τούς ἐγκαταλείψεις καί νά φύγεις; Καί δέν εἶναι μόνο αὐτό!

    ΕΡΩΤΗΣΗ: Πολύ πειστικό τό παράδειγμα, κ. καθηγητά, καί πολύ χαρακτηριστικό, γιά νά φανερώσει πῶς καί πόσο διαστρεβλώνουν τή Γραφή καί τήν ἀλήθεια οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ. Ἔχετε καί ἄλλα τέτοια παραδείγματα;

   ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ἔχω, καί πάρα πολλά μάλιστα. Στό ἴδιο βιβλίο πού ἀνέφερα καί στήν ἴδια σελίδα 174, στήν παράγραφο 29, χρησιμοποιοῦν τήν παραβολή τῶν ζιζανίων. Σᾶς διαβάζω ἕνα τμῆμα· «Οὕτως ἔσται ἐν τῇ συντελείᾳ τοῦ αἰῶνος· ἐξελεύσονται οἱ ἄγγελοι καί ἀφοριοῦσι τούς πονηρούς ἐκ μέσου τῶν δικαίων, καί βαλοῦσιν αὐτούς εἰς τήν κάμινον τοῦ πυρός· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμός καί ὁ βρυγμός τῶν ὀδόντων» (Μθ 13, 49-50). Νομίζω, μπορεῖτε νά μοῦ πεῖτε τό νόημα.

     ΕΡΩΤΗΣΗ: Εὐχαρίστως. Εἶναι τόσο γνωστή ἡ παραβολή, καί τό νόημα τόσο ἁπλό, ἀφοῦ εἶναι ἀπό τίς παραβολές ἐκεῖνες πού ἐξήγησε ὁ ἴδιος ὀ Κύριος. Μ’ αὐτήν διδάσκει ὁ Κύριος ὅτι ἡ «συντέλεια τοῦ αἰῶνος», δηλ. τό τέλος τοῦ κόσμου, θά γίνει σάν τό θερισμό. Τότε στή συντέλεια, δηλαδή στό τέλος, οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ θά κάψουν τά ζιζάνια, τούς κακούς.

    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Πολύ καλά. Ἀκοῦστε τώρα καί τήν ἑρμηνεία τῶν σπουδαστῶν τῆς Γραφῆς. Στή συντέλεια, ἤτοι τή χρονική περίοδο ἀπό τό 1914 καί μετά, θά στείλει ὁ Ἰεχωβᾶ τούς ἀγγέλους του, δηλ. τούς μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, γιά ν’ ἀναγγείλουν στό λίγο αὐτό διάστημα σ’ ὅλη τή γῆ ὅτι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἱδρύθηκε στόν οὐρανό.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Καί ποῦ τό στηρίζουν αὐτό;

    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ἐδῶ δέν βρίσκουν κανένα χωρίο· γράφουν μόνο ἕνα λογικό ἐπιχείρημα πού τό θεωροῦν ἀτράνταχτο. Ἀλλά διαμαρτύρεται ἡ λογική, γιατί στηρίζονται σέ κεῖνο πού θέλουν ν’ ἀποδείξουν. Καί γιά νά μή νομίσει κανείς ὅτι τά παραλέω, σᾶς διαβάζω αὐτούσιο τό ἐπιχείρημα πού χρησιμοποιοῦν: «Ἀπαιτεῖται χρόνος γιά νά κηρυχθοῦν τά ἀγαθά νέα σέ ὅλα τά ἔθνη. Ὥστε ἡ "συντέλεια τοῦ αἰῶνος" δέν σημαίνει τό τέλος τοῦ παρόντος κόσμου σέ καταστροφή. Ἄν ἐσήμαινε αὐτό, δέν θά ὑπῆρχε ἀνάγκη νά ἐγείρει ὁ Θεός μάρτυρας τῆς "συντελείας τοῦ αἰῶνος"». Ὁ βιβλικός ὅρος «συντέλεια τοῦ αἰῶνος» σημαίνει ἐδῶ μιά νέα χρονική περίοδο, τόν «ἔσχατον καιρόν» τοῦ παλαιοῦ αὐτοῦ κόσμου. Ἡ χρονική αὐτή περίοδος εἶχε τήν ἀρχή της στό ἔτος 1914· θά λήξει δέ ὅταν αὐτός ὁ κόσμος τελειώσει μέ καταστροφή. Ἔτσι, τό ἔτος 1914 ἐσήμανε τήν ἀρχή τοῦ «ἐσχάτου καιροῦ» γιά τόν παρόντα κόσμον. Καί τό συμπέρασμά τους, στήν ἴδια σελίδα, εἶναι ὅτι τό 1914 ἄρχισαν δύο πράγματα: 1) Ἡ οὐράνια βασιλεία τοῦ Θεοῦ, μέ τό Χριστό ἐνθρονισμένο ὡς βασιλέα καί 2) ὁ «ἔσχατος καιρός» τοῦ παλαιοῦ αὐτοῦ κόσμου.

Ἀπολύτρωσις 29 (1974) 154-156

    ΕΡΩΤΗΣΗ: Κύριε καθηγητά, παρακαλέσαμε νά μᾶς δώσετε καί πάλι μιά νέα σειρά μαθημάτων γιά τό θέμα τῶν μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ. Καί σᾶς εὐχαριστοῦμε πού πρόθυμα ἀποδεχθήκατε τήν πρόσκλησή μας.
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Καί ἐγώ σᾶς εὐχαριστῶ, γιατί εἶναι ἐπιθυμία μου νά συνεχίσω τά θέματα αὐτά, πού τά θεωρῶ πολύ σπουδαῖα καί πολύ ἀναγκαῖα. Σπουδαῖα μέν, γιατί εἶναι μαθήματα τῆς ἁγίας Γραφῆς, φῶς τῆς θείας ἀποκαλύψεως, ἀλήθειες πού ἐλευθερώνουν καί ἁγιάζουν τόν ἄνθρωπο. Ἀναγκαῖα δέ, γιατί ὁ κίνδυνος τῶν μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ εἶναι μεγάλος στίς μέρες μας καί στόν τόπο μας λόγῳ τῆς δραστηριότητος πού ἀναπτύσσουν οἱ αἱρετικοί αὐτοί καί λόγῳ τῆς ἀγνοίας πού ἔχουν οἱ περισσότεροι χριστιανοί μας. Θά θυμᾶστε ἀπό τήν πρώτη σειρά τῶν συνεντεύξεών μας πόσο φοβερά διαστρεβλώνουν τήν ἁγία Γραφή οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ καί πόσο μεγάλος κίνδυνος εἶναι γιά τήν Ἐκκλησία.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Καί βέβαια τά θυμόμαστε ὅλα ὅσα μᾶς εἴπατε. Τά διάφορα δέ περιστατικά πού διαβάζουμε συχνά στόν τύπο, φανερώνουν πόσο δίκαιο ἔχετε ν’ ἀγωνιᾶτε τόσο πολύ καί ν’ ἀγωνίζεστε τόσο σκληρά ἐναντίον αὐτοῦ τοῦ κινδύνου.
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Καί ὁ ἀγώνας αὐτός, ὅπως τόνισα τότε, δέν γίνεται ἀπό μῖσος καί πάθος ἐναντίον τῶν μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ, ἀλλά ἀπό ἐνδιαφέρον καί ἀγάπη. Ἐκεῖνο πού μισοῦμε εἶναι ἡ πλάνη, ἡ αἵρεση. Τούς ἀνθρώπους τούς ἀγαποῦμε, τούς συμπαθοῦμε καί ἀγωνιζόμαστε νά τούς ἀποσπάσουμε ἀπό τήν αἵρεση καί νά τούς φέρουμε στήν ἀλήθεια, στήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία μας. Ὁ ἀγώνας μας μοιάζει μέ τό ἔργο τῶν γιατρῶν, πού ἀγαποῦν τήν ὑγεία καί τόν ἄρρωστο καί γι’ αὐτό πολεμοῦν τήν ἀρρώστια.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Πολύ σωστός καί δίκαιος ἀγώνας. Ποιό, λοιπόν, εἶναι τό θέμα σας σήμερα, κ. καθηγητά;
   ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Μέ ἀφορμή τόν πόλεμο στή Μέση Ἀνατολή οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ ξεσηκώθηκαν σέ γενικό συναγερμό. Νόμισαν ὅτι ἄρχισε ὁ Ἀρμαγεδών. Ξεσηκώθηκαν σέ μιά παγκόσμια ἐξόρμηση, γιά νά ἐκμεταλλευθοῦν τά γεγονότα καί νά αὐξήσουν τούς ὀπαδούς τους. Κυκλοφόρησαν μάλιστα σέ διάφορα κράτη κατά ἑκατομμύρια ἕνα τετρασέλιδο φυλλάδιο μέ τόν τίτλο: «Τελειώνει ὁ καιρός γιά τό ἀνθρώπινο γένος;», μέ συναρπαστικές εἰκόνες καί χτυπητά σχήματα, γιά νά συγκινήσουν τούς ἀφελεῖς, καί νά ἐπεκτείνουν τήν ὀργάνωσή τους. Τό κυκλοφόρησαν κι ἐδῶ στήν Ἑλλάδα.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Διαβάσατε, κ. καθηγητά, αὐτό τό φυλλάδιο;
  ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Τό διάβασα. Σκόρπισαν πολλά στίς πόρτες τῶν σπιτιῶν καί πολλά ἔστειλαν ταχυδρομικῶς σέ διαφόρους. Πολλοί πιστοί μοῦ τά ἔφεραν νά τά δῶ. Τό γραφεῖο μας, τό ἀντιαιρετικό γραφεῖο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, μάζεψε πολλά ἀπ’ αὐτά τά φυλλάδια. Καί διοργάνωσε ἀμέσως γενικές καί τοπικές συναθροίσεις, ὅπως καί κατ’ οἶκον συνομιλίες στίς διάφορες συνοικίες, καί ἀπό τό ἕνα μέρος κατατόπισε τούς πιστούς, ἀπό τό ἄλλο βρῆκε κατάλληλα τά ἴδια τά βόλια τῶν αἱρετικῶν νά τά ἐπιστρέψει στά κεφάλια τους. Αὐτό τό φυλλάδιο ἦταν πράγματι μιά εὐλογία γιά τόν ἱερό ἀγώνα μας.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Δέν μπορῶ νά καταλάβω πῶς ἕνα χιλιαστικό φυλλάδιο τό χαρακτηρίζετε γιά εὐλογία στό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας.
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Μέ τό δίκιο σας ἀπορεῖτε καί ἴσως μερικοί νά θυμώνουν κιόλας. Ὅμως ἡ Γραφή μᾶς διδάσκει ὅτι ὁ σατανᾶς καί οἱ ὀπαδοί του πολλές φορές συντρίβονται καί ἐξευτελίζονται μέ τά ἴδια τους τά ἔργα. Νά, ἕνα μεγάλο παράδειγμα. Ὁ σατανᾶς ἑτοίμασε τό θάνατο τοῦ Ἰησοῦ καί ὁ θάνατος ἔγινε αἰτία τῆς λυτρώσεώς μας, ἡ δόξα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἄλλοτε ὁ σατανᾶς ἐμπόδισε τόν ἀπόστολο Παῦλο νά ἐπισκεφθεῖ τή Θεσσαλονίκη, καί αὐτό ἔγινε ἀφορμή νά γράψει ὁ ἀπόστολος τίς δύο πρός Θεσσαλονικεῖς Ἐπιστολές πού ἔχουμε ὅλοι μας μέχρι σήμερα. Ἀργότερα ξεσήκωσε τόν Ἄρειο καί τούς ἄλλους αἱρεσιάρχες νά διαφθείρουν τήν Ἐκκλησία, καί ἔγιναν ἀφορμή νά λάμψουν οἱ ἀλήθειες καί τά δόγματα τῆς πίστεώς μας. Καί σήμερα οἱ αἱρετικοί βοηθοῦν ἔμμεσα νά φαίνονται οἱ δόκιμοι, οἱ ἐκλεκτοί. Γι’ αὐτό καί ὁ Παῦλος γράφει: «Χρειάζεται νά ἐμφανίζονται ἀνάμεσά σας αἱρέσεις, γιά νά φαίνεται ποιοί εἶναι οἱ γνήσιοι». Ἔτσι καί μέ τό φυλλάδιο αὐτό ἔπαθαν μεγάλη ζημιά. Νόμισαν, ὅτι ὁ πόλεμος Ἰσραήλ καί Αἰγυπτίων θά συνεχισθεῖ μέ τόν Ἀρμαγεδώνα, τόν πόλεμο πού θά φέρει τήν καταστροφή τοῦ κόσμου. Ἔπεσαν ὅμως ἔξω στίς προβλέψεις τους· ὅπως πέφτουν πάντοτε. Γιατί ἡ διδασκαλία τους γιά τό τέλος τοῦ κόσμου εἶναι μιά φοβερή διαστρέβλωση τῆς ἁγίας Γραφῆς.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Τί διδάσκουν γιά τό τέλος τοῦ κόσμου οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ;
   ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Στό περιοδικό τους «Σκοπιά», τό Μάρτιο τοῦ 1880, ἔγραψαν τά ἑξῆς: «Οἱ καιροί τῶν ἐθνῶν ἐκτείνονται ὥς τό ἔτος 1914 , ἡ δέ οὐράνια βασιλεία δέν θά ἔχει πλήρη ἐξουσία ἕως τότε». Περίμεναν, λοιπόν, νά ἔλθει ὁ Χριστός, τό 1914, γιά νά ἱδρύσει τήν οὐράνια βασιλεία του στή γῆ. Ἔλα ὅμως πού ἦλθε τό 1914 καί ὁ Χριστός δέν ἦλθε, οὔτε ἔγινε τίποτα. Ἀποτέλεσμα τῆς ἀποτυχίας τους αὐτῆς ἦταν νά ξευτελισθοῦν καί νά πάθουν μεγάλη πανωλεθρία καί διάλυση. Πολλοί ἀπό τούς ὀπαδούς τους τότε θυμήθηκαν τή μαρτυρία τοῦ Δευτερονομίου. «Ἐάν ἕνας πεῖ κάτι, λέγοντας ὅτι εἶναι προφητεία ἀπό τόν Κύριο, καί δέν πραγματοποιηθεῖ αὐτό πού εἶπε γιά προφητεία, ὁ προφήτης αὐτός εἶπε μία ἀσέβεια· δέν θά τόν πιστέψετε» (Δευτ. 18,22). Οἱ ἀρχηγοί τῆς αἱρέσεως καί τά φανατικά τους στελέχη δέν εἶχαν μοῦτρα νά ἐμφανισθοῦν στόν κόσμο. Ἡ ἀποδοκιμασία τῶν παρασυρμένων ἦταν ἔντονη καί γενική. Ἔτσι νεκρώθηκε γιά μερικά χρόνια ἡ ὀργάνωση τῶν χιλιαστῶν, ἤ σπουδαστῶν τῆς Γραφῆς, ὅπως λέγονταν τότε. Στήν περίοδο αὐτή τῆς ἀποτυχίας καί ἀποδοκιμασίας πέθανε καί ὁ ἱδρυτής τῆς ὀργανώσεως Ρῶσσελ, τό 1916. Ὁ διάδοχός του, ὁ Ἑβραῖος δικαστής Ρόδερφορδ ἐμφανίσθηκε λέγοντας ὅτι ἔλαβε «νέο φῶς» καί ὅτι μέ τά νέα στοιχεῖα καί τούς νέους ὑπολογισμούς ἡ β΄ παρουσία τοῦ Χριστοῦ θά γίνει τό 1925!
   ΕΡΩΤΗΣΗ: Κύριε καθηγητά, τί εἶναι αὐτά πού ἀκοῦμε; Καί ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού ἐξακολουθοῦν νά τούς πιστεύουν; Μήπως δέν τά γνωρίζουν αὐτά;
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ὁ σατανᾶς φροντίζει κάθε φορά νά τούς δίνει ἐπιχειρήματα. Καί ἕνα ἀπό τά ἐπιχειρήματά τους εἶναι καί τοῦτο. «Ἐμεῖς, λένε, δέν δογματίζουμε. Δέν μένουμε σταθεροί σέ κάτι. Μέ τό νέο φῶς πού παίρνουμε, μποροῦμε ἀμέσως ν’ ἀλλάζουμε τίς θέσεις μας. Γι’ αὐτό εἴμεθα σπουδασταί τῆς Γραφῆς».
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Καί πείθει τό ἐπιχείρημα αὐτό; Εἶναι ὅλοι τους τόσο ἀνόητοι καί κατά τό κοινῶς λεγόμενο «χαύτουν» τέτοιες κακοδοξίες χωρίς νά διαμαρτύρονται;
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ὄχι βέβαια καί ὅλοι. Πολλοί τούς ἐγκατέλειψαν καί τούς ἐγκαταλείπουν. Καί μάλιστα πολλοί ἔγραψαν καί βιβλία ἐναντίον τῆς ὀργανώσεως καί γράφουν φοβερές ἀλήθειες. Ξεσκεπάζουν κυριολεκτικά τήν ὀργάνωση, ἀποδεικνύουν μέ ἀκαταμάχητα ἐπιχειρήματα ὅτι εἶναι ὀργάνωση τοῦ σατανᾶ, ἡ πιό ἐπικίνδυνη ἀπ’ ὅλες.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Θά θέλατε νά ἀναφέρετε μερικά ἀπό τά ὀνόματα αὐτά;
   ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Εὐχαρίστως. Τά ἔργα τοῦ William J. Schnell, ὁ ὁποῖος ἐπί 30 χρόνια ἦταν ἡγετικό στέλεχος τῆς ὀργανώσεως τῶν μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ καί μετά τούς ἐγκατέλειψε, ἔκαναν μεγάλη θραύση στήν Ἀγγλία καί στήν Ἀμερική. Τό βιβλίο ἑνός γερμανοῦ, πού μοῦ διαφεύγει τό ὄνομά του, τό “Von Jahowas Zeugnis zu Christi Zeugnis” ἐξερράγη σάν βόμβα στήν Εὐρώπη. Στήν Ἑλλάδα ὁ Εὐάγγ. Τζέλης, πρώην μάρτυς τοῦ Ἰεχωβᾶ, ἐγκατέλειψε τήν ὀργάνωση καί ἔγραψε ἕνα πολύ χρήσιμο βιβλίο: «Ἐκστρατεία ἀγάπης». Σ’ αὐτό ὁ συγραφέας μέ ἁπλότητα, σαφήνεια, ἀκαταμάχητα ἐπιχειρήματα ἀπό τά ἴδια τά βιβλία τους, ἀλλά καί μέ εἰλικρινῆ ἀγάπη τούς ξεσκεπάζει καί φανερώνει τίς κυριώτερες πλάνες τους.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Τί γράφει, λοιπόν, γιά τίς ψευδοπροφητεῖες τους;
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Σᾶς διαβάζω ἕνα χαρακτηριστικό κομμάτι ἀπό τή σελίδα 9 γιά τό 1925. «Πρό τοῦ 1925 ὁ Ρόδερφορδ κυκλοφόρησε ἕνα βιβλιαράκι μέ τόν τίτλο «Ἑκατομμύρια ἤδη ζώντων οὐδέποτε θά ἀποθάνωσι». Ἐκεῖ ὁ Ρόδερφορδ ὅριζε τό 1925 ὡς τό ἔτος τῆς ἀναστάσεως τῶν ἀρχαίων πατριαρχῶν καί τῆς συντελείας τοῦ κόσμου. Ὅσο δέ πλησίαζε τό ἔτος 1925, τόσο οἱ ὀπαδοί του ἀδιαφοροῦσαν γιά κάθε τι τό ἐγκόσμιο, διότι πίστευαν πώς τό τέλος πλησίαζε. Ἀκόμη πολλοί τό 1924 δέν ἀγόραζαν οὔτε ἕνα καινούργιο κοστούμι, διότι ὕστερα ἀπό λίγο θά τούς ἦταν ἄχρηστο. Μόνο ὁ Ρόδερφορδ ἀγόρασε μιά ὄμορφη βίλλα στό Σάν Ντιέγκο τῆς Νοτίου Καλιφόρνιας, μέ σκοπό νά γίνει κατοικία τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαάκ καί τοῦ Ἰακώβ, καί τήν ὁποία ὀνόμασε Μπέθ Σαρίμ, πού σημαίνει οἶκος ἀρχόντων. Ἀλλά ὅταν ἦρθε καί παρῆλθε τό 1925 χωρίς νά ἔλθει τό τέλος τοῦ κόσμου καί χωρίς νά ἀναστηθοῦν οἱ πατριάρχες, ὁ Ρόδερφορδ κέρδισε τή βίλλα καί στούς ἀφελεῖς εἶπε ὅτι δέν ἦταν δυνατόν νά ἔρθει τό τέλος, ἀφοῦ ἀκόμη εἶχαν πολύ ἔργο νά κάνουν!!! Τήν τραγική αὐτή εἰρωνεία δέν τήν χώνεψαν ὅλοι, καί ἔτσι, ἕνας ἀριθμός ἀπό 40.000 Σπουδαστές τῶν Γραφῶν ἐπαναστάτησε καί ἀπεχώρησε».
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Γιά τό 1914;
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Γι’ αὐτό μπορεῖ νά βρεῖ κανεῖς χίλια δυό φαιδρά καί σοβαρά πού γράφτηκαν τότε σέ ὁλόκληρο τόν τύπο, ἡμερήσιο καί περιοδικό, τῆς Ἀμερικῆς. Ἀλλά καί ἀπό τά βιβλία πού σήμερα ἐκδίδουν οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ μπορεῖ κανείς νά μάθει γιά τήν συντριβή πού ὑπέστησαν μέ τήν ἀποτυχία τους τό 1914. Βέβαια αὐτοί δέν τό γράφουν ἄμεσα ἀλλά ἔμμεσα. Ὅποιος ὅμως ξέρει τήν ἱστορία τό καταλαβαίνει εὔκολα.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Μέ συγχωρεῖτε, κ. καθηγητά. Νομίζω ὅτι οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ δέν ντρέπονται σήμερα γιά τό 1914, ἀλλά καυχῶνται μάλιστα.
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ἀκριβῶς αὐτό θέλω τώρα νά πῶ. Μετά ἀπό τίς ἀλλεπάλληλες ἀποτυχίες καί ἀφοῦ διεπίστωσαν ὅτι δέν γίνονται πιστευτοί μέ τή θεωρία ὅτι κάθε τόσο λαμβάνουν περισσότερο φῶς, ἐπανῆλθαν μέ ἀκράτητο ἐνθουσιασμό στήν πρώτη προφητεία. Καλά προφήτευσε ἡ Σκοπιά τοῦ 1880 ὅτι τό 1914 θά γίνει ἡ β΄παρουσία καί θά ἀναλάβει ὁ Χριστός τήν ἐξουσία. Πράγματι τό 1914 ἔγινε ἡ β΄ παρουσία. Ντροπή στούς σπουδαστές τῆς Γραφῆς τῆς ἐποχῆς ἐκείνης πού δέν τό ἀντελήφθηκαν καί νόμισαν ὅτι γελάσθηκαν καί φοβήθηκαν καί κρύφτηκαν ἀπό τόν κόσμο. Τοὐς νέκρωσε ὁ σατανᾶς καί τούς κράτησε σέ ἀδράνεια τόσα χρόνια.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποῦ τά γράφουν αὐτά, κ. καθηγητά;
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Στά νεώτερα βιβλία καί περιοδικά τους. Στό βιβλίο τους π.χ. «Ἀπό τόν ἀπολεσθέντας παράδεισο στόν ἀποκαταστημένο παράδεισο» τό γράφουν 3-4 φορές. Στή σελ. 186, 3 γράφουν· «Άλλά οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, ἀντί νά ἐξακολουθήσουν νά κηρύττουν, τελικά σχεδόν ἐσιώπησαν στόν πρῶτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Τί συνέβη; Οἱ μάρτυρες ἐνεκρώθησαν μέ μιά πνευματική ἔννοια. Ὁ Θεός ἄφησε τόν Διάβολο νά σταματήσει τή μαρτυρία. Ὁ Θεός ὠργίσθη μέ τούς μάρτυράς του». Ἐπίσης στή σελ. 188 γράφουν· «Ἀπό τό ἔτος 1914 ὥς τό 1918 οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ ἦσαν αἰχμάλωτοι στήν πνευματική Βαβυλῶνα ἤ σύγχρονη Βαβυλῶνα» κ.ἄ.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Ὥστε δέν ἀρνοῦνται λοιπόν καί οἰ ἴδιοι ὅτι μετά τό 1914 ἔπαθαν πανωλεθρία. Ἀλλά πῶς σήμερα μιλοῦν μέ τόσο ἐνθουσιασμό γι’ αὐτό;
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ὅπως εἶπα, μετά ἀπό πολλές ἀποτυχίες ξαναγύρισαν στήν πρώτη τους προφητεία. Τήν βρῆκαν σωστή καί προσπάθησαν νά τήν θεμελιώσουν μέ διάφορες θεωρίες. Ἀλλά γι’ αὐτά θά μιλήσουμε στήν ἑπομένη συνέντευξη.

Ἀπολύτρωσις 29 (1974) 137-140

    ΕΡΩΤΗΣΗ: Περιμένουμε ν’ ἀκούσουμε σήμερα, κ. καθηγητά, γιά τό ἅγιο Πνεῦμα. Τί διδάσκουν οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ γιά τό ἅγιο Πνεῦμα;
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ὅπως ἀρνοῦνται τή θεότητα τοῦ Ἰησοῦ καί τή σωματική ἀνάστασή του, ἔτσι γιά τό ἅγιο Πνεῦμα ἀρνοῦνται τή θεότητά του καί τήν προσωπικότητά του. Δηλαδή δέν δέχονται ὅτι τό ἅγιο Πνεῦμα εἶναι πρόσωπο καί ὅτι εἶναι καί Θεός. Πιστεύουν καί τό κηρύττουν γραπτῶς καί προφορικῶς ὅτι τό ἅγιο Πνεῦμα εἶναι μία δύναμη, ἡ ἐνεργός δύναμη τοῦ Θεοῦ. Παρομοιάζουν τό ἅγιο Πνεῦμα μέ τόν ἄνεμο ἤ μέ τό ἠλεκτρικό ρεῦμα. Ὁ ἱδρυτής τοῦ χιλιασμοῦ Ρῶσσελ, διαστρεβλώνοντας τά διάφορα χωρία τῆς Γραφῆς πού μιλοῦν γιά τό ἅγιο Πνεῦμα, ἀπορρίπτει καί τήν προσωπικότητά του καί τή θεότητά του καί ὀνομάζει τό ἅγιο Πνεῦμα ἄλλοτε συνείδηση, ἄλλοτε ἁγία ἐπιρροή καί ἄλλοτε, ὅταν πρόκειται γιά τό χαρακτηρισμό Παράκλητος, θεία πρόνοια. Περισσότερο ἀναιδεῖς καί ἀσεβεῖς παρουσιάζονται οἱ ψευδομάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ στίς προφορικές συζητήσεις. Εἶναι ἐκ τῶν προτέρων προετοιμασμένοι καί ἐκπαιδευμένοι νά γελάσουν, πῶς καί πόσο νά γελάσουν, ὅταν τούς μιλήσει κανείς γιά τήν προσωπικότητα τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Τό διαπίστωσα αὐτό ἀπό τό ὅτι ἔπαιξαν τόν ἴδιο ρόλο σαρκασμοῦ διάφοροι χιλιασταί σέ διάφορα μέρη. Ἀπήντησαν δέ καί μέ τά ἴδια λόγια, καί ζήτησαν νά τούς δείξω ποῦ στή Γραφή γίνεται λόγος γιά τά «μοῦτρα» τοῦ ἁγίου Πνεύματος.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Ἀγανακτῶ μέ τήν ἀγραμματοσύνη τους, κ. καθηγητά, καί τή θρασύτητα νά κάνουν καί τό δάσκαλο. Τόσο ἀγράμματοι, νά νομίζουν ὅτι πρόσωπο καί προσωπικότης σημαίνει «μοῦτρα»! Θαυμάζω τήν ὑπομονή σας νά συζητᾶτε μαζί τους.
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἀγανακτεῖ καί ἐξανίσταται κανείς μέ τήν ἀθλιότητά τους. Ὁμολογῶ ὅμως ὅτι τούς ὑπομένω μέ πολλή μακροθυμία, γιατί τούς ἀγαπῶ καί θέλω τή σωτηρία τους. Πλανεμένα ἀδέλφια μας εἶναι. Ἐκεῖνο πού μέ λυπεῖ κατάκαρδα εἶναι τό πεῖσμα τους νά μείνουν στήν πλάνη καί στήν ἀσέβεια καί μετά ἀπό τόσες μαρτυρίες τῆς Γραφῆς.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Θά θέλαμε, κ. καθηγητά, νά ἀκούσουμε αὐτές τίς μαρτυρίες.
   ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ὅπως εἶναι γνωστό σέ ὅλους πού ξέρουν τά ἐγκύκλια μαθήματα, τά οὐσιαστικά χωρίζονται στά ἀφηρημένα, πού εἶναι οἱ ἔννοιες, καί στά συγκεκριμένα, πού εἶναι πρόσωπα, ζῶα, πράγματα. Γιά νά εἶναι ἕνα πρόσωπο πρέπει νά ἔχει λογικό. Ἤ πιό ἀναλυτικά, νόηση, βούληση, αἴσθηση. Λογικά ὄντα εἶναι οἱ ἄνθρωποι, οἱ ἄγγελοι καί δαίμονες καί ὁ Θεός. Αὐτά τά ὄντα ἔχουν προσωπικότητα, καί ἀπό αὐτά μόνο ὁ ἄνθρωπος ἔχει μοῦτρα. Ἀλλά ἄλλο εἶναι τό πρόσωπο τοῦ ἀνθρώπου, πού κοινῶς λέγεται μοῦτρα ἤ πρόσοψη τῆς κεφαλῆς, καί ἄλλο τό πρόσωπο, ἡ ὅλη ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου, πού λέγεται καί προσωπικότης. Ὥστε γιά νά εἶναι κάτι πρόσωπο πρέπει νά ἔχει λογικό, ἤ ἀναλυτικά, νά σκέπτεται καί νά γνωρίζει, νά βούλεται καί νά ἀποφασίζει, νά αἰσθάνεται καί νά ἀγαπᾶ ἤ νά λυπᾶται. Ἐάν ἡ Γραφή μᾶς προσφέρει μαρτυρίες ὅτι τό ἅγιο Πνεῦμα ἔχει λογικό ἤ ἔχει νόηση, βούληση καί αἴσθηση, τότε δέν χωράει καμιά ἀμφιβολία ὅτι τό ἅγιο Πνεῦμα εἶναι πρόσωπο, ἔχει προσωπικότητα.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Καί ὑπάρχουν χωρία στή Γραφή γιά ὅλες αὐτές τίς περιπτώσεις, κ. καθηγητά;
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Βεβαίως ὑπάρχουν καί μάλιστα πολύ χτυπητά.
       Α΄. Νόηση
          1.   Γνωρίζει· «Τά τοῦ Θεοῦ οὐδείς οἶδεν εἰ μή τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ».
          2.   Ἐρευνᾶ· «Τό Πνεῦμα πάντα ἐρευνᾷ καί τά βάθη τοῦ Θεοῦ».
       Β΄. Βούληση
          1.   Βούλεται· «Πάντα δέ ταῦτα ἐνεργεῖ τό ἕν καί τό αὐτό Πνεῦμα, διαιροῦν ἰδίᾳ ἑκάστῳ, καθώς βούλεται».
          2.   Ἀποφασίζει· «Ἔδοξε γάρ τῷ ἁγίῳ Πνεύματι καί ἡμῖν...».
       Γ΄. Αἴσθηση
       1. Ἀγαπᾶ· «Παρακαλῶ δέ ὑμᾶς, ἀδελφοί, διά τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί διά τῆς ἀγάπης τοῦ Πνεύματος, συναγωνίσασθαί μοι...»
       2. Λυπεῖται· «Καί μή λυπεῖτε τό Πνεῦμα τό ἅγιον τοῦ Θεοῦ, ἐν ᾧ ἐσφραγίσθητε εἰς ἡμέραν ἀπολυτρώσεως».
   Ὁλοκάθαρα, λοιπόν, φαίνεται καί ἐντελῶς ἀβίαστα συνάγεται ἀπό ὅλες αὐτές τίς μαρτυρίες ὅτι τό ἅγιο Πνεῦμα εἶναι πρόσωπο.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Ὁπωσδήποτε ὁλοκάθαρα, κ. καθηγητά, γιά κείνους πού ἔχουν μάτια, καί ἀβίαστα γιά κείνους πού δέν ἔχουν προκατάληψη. Γιά τούς χιλιαστές ὅμως, νομίζω, ταιριάζει ἐκεῖνο πού ἀκοῦμε τή Μ. Ἑβδομάδα «ὁ δέ παράνομος Ἰούδας οὐκ ἠβουλήθη συνιέναι».
   ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Καί κοντά σ’ αὐτές τίς μαρτυρίες ἡ ἁγία Γραφή μᾶς χαρίζει καί ἄλλες πού μιλοῦν γιά τήν προσωπικότητα τοῦ ἁγίου Πνεύματος, διότι παρουσιάζουν τίς ἐνέργειές του, ἐνέργειες λογικοῦ ὄντος, προσώπου. Καί αὐτές εἶναι:
    Α΄. Διδάσκει
     1. Ὑπενθυμίζει· «Ταῦτα λελάληκα ὑμῖν παρ’ ὑμῖν μένων· ὁ δέ παράκλητος, τό Πνεῦμα τό ἅγιον, ὅ πέμψει ὁ πατήρ ἐν τῷ ὀνόματί μου, ἐκεῖνος ὑμᾶς διδάξει πάντα καί ὑπομνήσει ὑμᾶς πάντα ἅ εἶπον ὑμῖν».
    2. Ὁμιλεῖ· «Ἄνδρες ἀδελφοί, ἔδει πληρωθῆναι τήν γραφήν ταύτην ἥν προεῖπε τό Πνεῦμα τό ἅγιον διά στόματος Δαυΐδ περί Ἰούδα...».
      «Εἶπε δέ τό Πνεῦμα τῷ Φιλίππῳ».
      «Λειτουργούντων δέ αὐτῶν τῷ Κυρίῳ καί νηστευόντων εἶπε τό Πνεῦμα τό ἅγιον».
      «Ὁ ἔχων οὖς ἀκουσάτω τί τό Πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις».
     3. Μαρτυρεῖ· «Ὅταν δέ ἔλθῃ ὁ παράκλητος, ὅν ἐγώ πέμψω ὑμῖν παρά τοῦ Πατρός».
     4. Ἐλέγχει· «Καί ἐλθών ἐκεῖνος ἐλέγξει τόν κόσμον περί ἁμαρτίας...».
   Β΄. Διοικεῖ
     1. Ἀποκαλύπτει· «Καί ἦν αὐτῷ κεχρηματισμένον ὑπό τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου μή ἰδεῖν θάνατον πρίν...».
    2. Ἐκλέγει· «Λειτουργούντων δέ αὐτῶν τῷ Κυρίῳ καί νηστευόντων εἶπε τό Πνεῦμα τό ἅγιον· ἀφορίσατε δή μοι...».
    3. Κατευθύνει· «Οὗτοι μέν οὖν ἐκπεμφθέντες ὑπό τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου κατῆλθον εἰς τήν Σελεύκειαν...».
    4. Ὁδηγεῖ· «Τό Πνεῦμά σου τό ἀγαθόν ὁδηγήσει με ἐν γῇ εὐθείᾳ».
    5. Ἐμποδίζει· «Κωλυθέντες ὑπό τοῦ ἁγίου Πνεύματος λαλῆσαι τόν λόγον ἐν τῇ Ἀσίᾳ».
    6. Κυβερνᾶ· «Ὅσοι γάρ Πνεύματι Θεοῦ ἄγονται οὗτοί εἰσιν υἱοί Θεοῦ».
  Γ΄. Ἀντιμετωπίζεται λογικά
    1. Γίνεται λόγος γιά βλασφημία κατά τοῦ ἁγίου Πνεύματος.
    2. Χαρακτηρίζεται ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἀνανία καί τῆς Σαπφείρας ὡς προσπάθεια νά ξεγελάσουν τό Πνεῦμα τό ἅγιον· «Τί ὅτι συνεφωνήθη ὑμῖν πειράσαι τό Πνεῦμα Κυρίου;».
Ὅλα αὐτά πείθουν ἀπόλυτα ὅτι τό Πνεῦμα τό ἅγιον εἶναι πρόσωπο καί ὄχι μία ἐνεργός δύναμη τοῦ Θεοῦ. Γιατί ὅλα ὅσα τονίζουν τά χωρία πού ἀνέφερα εἶναι γνωρίσματα τά ὁποῖα ἀνήκουν ἀποκλειστικά σέ ἕνα λογικό πρόσωπο. Μία ἀφηρημένη ἔννοια δέν μπορεῖ νά κάνει τίποτα ἀπό αὐτά, ὅσο ὑψηλή καί ἄν εἶναι. Ἡ ἀφηρημένη ἔννοια εἶναι κάτι τό ἀναίσθητο, ἤ μᾶλλον κάτι τό ἀνύπαρκτο. Δέν ὑπάρχει κἄν χωρίς τόν φορέα της. Πῶς μπορεῖ, λοιπόν, νά σκέπτεται, νά ἐπιθυμεῖ, νά συναισθάνεται, νά ἀποφασίζει καί νά ἐνεργεῖ, νά ἀντιμετωπίζει λογικά τήν συμπεριφορά τοῦ ἀνθρώπου;
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Καί ὅμως οἱ σπουδαστές τῆς Γραφῆς τό ἀντιμετωπίζουν πολύ παράλογα καί ὁπωσδήποτε ὑπάγονται στήν τάξη τῶν βλασφήμων τοῦ ἁγίου Πνεύματος καί στό κρῖμα τοῦ Ἀνανία καί τῆς Σαπφείρας.
   ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ὡς τελευταῖο ἐπιχείρημα ἔχω νά πῶ τό ἑξῆς. Ὅταν μιλᾶ ἕνα πρόσωπο, λέει «ἐγώ». Ὅταν ἀπευθυνόμαστε σ' αὐτό, λέμε «ἐσύ». Καί ὅταν μιλᾶμε γι' αὐτό, λέμε «αὐτός», ἤ «ἐκεῖνος». Ἡ Καινή Διαθήκη χρησιμοποιεῖ ὅλες αὐτές τίς ἀντωνυμίες γιά τό ἅγιο Πνεῦμα. Γιά τό «ἐγώ» ὑπενθυμίζω τό χωρίο πού ἀνέφερα· «ἀφορίσητε δή μοι...» (Πρξ 13,2). Γιά τό «ἐκεῖνος» παραπέμπω στό Ἰω 14,26 καί 15,26, ὅπου γίνεται χρήση καί τῆς ἀντωνυμίας «ὅς», ὁ ὁποῖος, σέ γένος ἀρσενικό, ἐνῶ τό λέγει «Πνεῦμα», πού εἶναι γένους οὐδετέρου. Ἐπιπλέον ὀνομάζεται τό ἅγιο Πνεῦμα ἀπό τόν Χριστό «ὁ Παράκλητος».
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Σέ ὅλα αὐτά τί θά εἶχαν νά ποῦν, κ. καθηγητά, οἱ χιλιαστές;
  ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ὅλο καί κάτι ἔχουν νά ποῦν. Ὁ σατανᾶς εἶναι μεγάλος καί ἐπιτήδειος μηχανορράφος καί διαστρεβλωτής καί τούς σκοτίζει, ὅπως τό Πνεῦμα τό ἅγιο φωτίζει τούς δικούς του. Ἀκοῦστε τί μοῦ εἶπε εἰς ἀπάντησιν ὅλων αὐτῶν ἕνας χιλιαστής. Εἶναι, λέει, προσωποποίηση τῆς ἐνεργοῦς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ. Καί ἀνέφερε γιά παράδειγμα τήν προσωποποίηση τοῦ νόμου. Δέν συνηθίζονται, μοῦ λέγει, οἱ ἐκφράσεις τό πνεῦμα τοῦ νόμου, ὁ νόμος λέγει, ἐν ὀνόματι τοῦ νόμου, ἡ σκέψη τοῦ νόμου; Ἀσφαλῶς συνηθίζονται, τοῦ εἶπα, καί πίσω ἀπό αὐτές κρύβεται ὁ νομοθέτης. Ἄκουσες, τοῦ λέω, ποτέ νά λέγεται ἐν ὀνόματι τοῦ νόμου καί τοῦ νομοθέτου; Ὄχι, μοῦ λέγει. Καί ὅμως, τοῦ εἶπα, ἡ Γραφή λέγει· «ἐν ὀνόματι τοῦ Πατρός, τοῦ ἁγίου Πνεύματος», «ἡ χάρις τοῦ Πατρός καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος».
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Τί σᾶς ἀπήντησε, κ. καθηγητά;
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ἔμεινε μέ κλειστό τό στόμα.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Περιμένουμε τώρα καί τίς ἀποδείξεις γιά τή θεότητα τοῦ ἁγίου Πνεύματος, γιά νά ὁλοκληρωθεῖ τό θέμα μας.
   ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Τό πρόσωπο τοῦ ἁγίου Πνεύματος δέν εἶναι κοινό πρόσωπο. Πρόσωπα εἶναι καί οἱ ἄγγελοι καί οἱ ἄνθρωποι καί κάθε λογικό κτίσμα τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά τό Πνεῦμα τό ἅγιο εἶναι τό πρόσωπο πού εἶναι πάνω ἀπό κάθε ἄλλο πρόσωπο, τό πρόσωπο ἐκεῖνο, ὑψηλότερο τοῦ ὁποίου δέν ὑπάρχει ἄλλο. Εἶναι ὁ Θεός, ἡ μία ἀπό τίς τρεῖς ὑποστάσεις τῆς θεότητος. Τό Πνεῦμα «ἐρευνᾷ τά βάθη τοῦ Θεοῦ». Τά ἀνώτερα καί τελειότερα λογικά κτίσματα, οἱ ἄγγελοι, δέν μποροῦν ὄχι τά βάθη τοῦ Θεοῦ ἀλλά οὔτε τά βάθη τοῦ ἀνθρώπου νά ἐρευνήσουν. Μόνον ὁ Θεός εἶναι καρδιογνώστης καί μόνον αὐτός μπορεῖ νά ἐρευνᾶ τό ἐσωτερικό τοῦ ἀνθρώπου. Ποιός, λοιπόν, εἶναι ἐκεῖνος πού μπορεῖ νά «ἐρευνᾷ τά βάθη τοῦ Θεοῦ»; Μόνον ἕνας πού εἶναι ἴσος μέ τόν Θεό, μόνον ὁ Θεός. Θεός, λοιπόν, τό Πνεῦμα. Ἀκόμη τό ἅγιο Πνεῦμα ἀποκαλύπτεται στή θεία Γραφή νά ἔχει θεῖες ἰδιότητες, θεῖες ἐνέργειες. Συμμετέχει στή δημιουργία, ἀναγέννηση, κυβέρνηση.
    Ὁ ἀπόστολος Πέτρος, ὅταν ἤλεγξε τόν ψεύτη Ἀνανία, εἶπε· «Ἀνανία, διατί ἐπλήρωσεν ὁ σατανᾶς τήν καρδίαν σου ψεύσασθαί σε τό Πνεῦμα τό ἅγιον; Οὐκ ἐψεύσω ἀνθρώποις ἀλλά τῷ Θεῷ». Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει ὅτι ὁ χριστιανός εἶναι ναός τοῦ Θεοῦ, γιατί μέσα του κατοικεῖ τό Πνεῦμα τό ἅγιο (Α΄ Κο 3,16· 6,19). Ποιά ἄλλη ὕπαρξη, ποιά οὐράνια δύναμη, ποιός ἄγγελος ἔχει ναό, καί μάλιστα ναό λογικό; Μόνον ὁ Θεός μπορεῖ νά ἔχει ναό, διότι μόνον αὐτός λατρεύεται. Καί τότε μόνον ἔχει κανείς ναό, τότε λατρεύεται, ὅταν εἶναι Θεός. Στό χωρίο Πρξ 13,2 εἴδαμε ὅτι τό Πνεῦμα λέει· «Ἀφορίσατε δή μοι τόν Βαρνάβαν καί τόν Σαῦλον εἰς τό ἔργον ὅ προσκέκλημαι αὐτούς». Οἱ δύο ἄνδρες εἶναι «κλητοί ἀπόστολοι» τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ἀλλά ὁ Παῦλος στήν πρώτη φράση ἕξι ἐπιστολῶν του χαρακτηρίζει τόν ἑαυτό του «Παῦλος κλητός ἀπόστολος Ἰησοῦ Χριστοῦ διά θελήματος Θεοῦ» ἤ «κατ' ἐπιταγήν Θεοῦ». Ποιός εἶναι ὁ Θεός μέ τό θέλημα τοῦ ὁποίου ἤ κατά διαταγήν τοῦ ὁποίου κλήθηκε ἀπόστολος; Ἀσφαλῶς τό Πνεῦμα, γιατί τό Πνεῦμα «προσκέκληται αὐτόν». Εἶναι ὅμως ἐξίσου κλητός καί τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ. Γιατί καί τά τρία πρόσωπα εἶναι ἕνας Θεός. Τό θέλημα καί ἡ διαταγή τοῦ ἑνός εἶναι θέλημα καί διαταγή καί τῶν τριῶν, γιατί καί τῶν τριῶν θείων προσώπων ἡ θέληση καί ἡ ἐνέργεια εἶναι μία.
    Τό ὄνομα «Κύριος» ὅταν λέγεται μέ τή σημασία «ὁ Κύριος τοῦ σύμπαντος», «ὁ αἰώνιος Κύριος», «ὁ μόνος Κύριος», εἶναι ἀποκλειστικά ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Τό Πνεῦμα ὀνομάζεται καί «ὁ Κύριος»· «Ὁ δέ Κύριος τό Πνεῦμά ἐστιν, οὗ δέ τό Πνεῦμα Κυρίου, ἐκεῖ ἐλευθερία». Ἕνας μόνον ἔχει τό ὄνομα αὐτό, «τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα», καί αὐτός εἶναι ὁ τριαδικός Θεός.

Ἀπολύτρωσις 29 (1974) 119-122

    ΕΡΩΤΗΣΗ: Ἀπ’ ὅσα μᾶς εἴπατε, κ. καθηγητά, στίς προηγούμενες συνεντεύξεις φαίνεται καθαρά, ὅτι οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ ἀποφεύγουν τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Τί διδάσκουν, λοιπόν, γιά τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ;
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ἀρνοῦνται τή θεότητα τοῦ Χριστοῦ καί τήν ἀνάστασή του. Ὅταν ἕνας ἀρνεῖται αὐτά τά δύο ἤ καί ἕνα ἀπ’ αὐτά δέν εἶναι χριστιανός, ἀρνεῖται ὁλόκληρο τό Εὐαγγέλιο. Τό περιεχόμενο τοῦ Εὐαγγελίου, ἡ βάση τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ἄξονας τῆς σωτηρίας, ἡ μαρτυρία τῶν ἀποστόλων δέν εἶναι μιά θεωρία, οὔτε ἕνα σύστημα ἰδεολογικό ἤ κοινωνικό, ἀλλά ἕνα πρόσωπο καί ἕνα γεγονός. Τό πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ καί τό γεγονός τῆς ἀναστάσεως. Πολύ ἁπλᾶ ἀλλά καί πολύ δυνατά τό κηρύττει αὐτό ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Τό Εὐαγγέλιο πού παρέλαβα καί παρέδωσα, γράφει στήν ἀρχή τοῦ 15ου κεφ. τῆς Α΄ πρός Κορινθίους Ἐπιστολῆς, εἶναι τοῦτο, ὅτι «Χριστός ἀπέθανεν ὑπέρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν κατά τάς Γραφάς καί ὅτι ἐτάφη καί ὅτι ἐγήγερται τῇ τρίτη ἡμέρᾳ κατά τάς Γραφάς καί ὅτι ὤφθη Κηφᾷ, εἴτα τοῖς δώδεκα...». Μέ ἁπλᾶ λόγια. Ὁ Χριστός πέθανε καί ἐτάφη, γεγονός πού φανερώνει ὅτι ἦταν πραγματικός ἄνθρωπος. Ἡ ταφή βεβαιώνει τό θάνατό του. Πέθανε γιά τίς ἁμαρτίες μας· ἄρα ὁ ἴδιος ἦταν ἀναμάρτητος. Ἀναστήθηκε τήν τρίτη μέρα καί φανερώθηκε πολλές φορές σέ διαφόρους. Οἱ ἐμφανίσεις του μαρτυροῦν, βεβαιώνουν τήν ἀνάστασή του καί ἡ ἀνάσταση τήν θεότητά του. Ἔτσι κηρύττει καί γράφει συνεχῶς ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Τόσο δυνατά κήρυξε τή θεότητα τοῦ Ἰησοῦ καί τήν ἀνάστασή του στήν Ἀθήνα, στόν Ἄρειο Πάγο, ὥστε πολλοί ἀπό τούς ἀκροατές του, πού δέν κατάλαβαν καλά, ἔλεγαν ὅτι τούς κήρυξε γιά τόν Θεό Ἰησοῦ καί τή θεά Ἀνάσταση. Ἐμεῖς ὅμως καταλαβαίνουμε πολύ καλά τί κήρυξε ὁ ἀπόστολος στούς Ἀθηναίους. Ἀλλά καί οἱ ἄλλοι ἀπόστολοι κηρύττουν τό ἴδιο κήρυγμα. Τό κήρυγμα αὐτό τό ἔχουμε στήν Κ. Διαθήκη. Ὁλόκληρη ἡ Κ.Δ. εἶναι ἕνα ρητό, ἕνα χωρίο, μιά μαρτυρία πού βεβαιώνει τή θεότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τήν  ἀνάστασή του.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Θά εἴχατε τήν καλωσύνη, κ. καθηγητά, νά μᾶς δώσετε ὁρισμένα συγκεκριμένα στοιχεῖα;
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ:  Εὐχαρίστως. Ἀνοίγω τήν ἁγία Γραφή καί ἀπό τήν πληθώρα τῶν χωρίων θά διαβάσω ἐκεῖνα στά ὁποῖα ὁ Χριστός ρητῶς ἀναφέρεται ὡς Θεός.
    Α. Ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη.
       1. Ἠσαΐας 9,6· «Θεός ἰσχυρός».
       2. Ψαλμ. 46,7·  «ὁ θρόνος σου, ὁ Θεός, εἰς τόν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος».
    Β.  Ἀπό τήν Καινή Διαθήκη
       1. Μθ 1,23 «Ἰδού ἡ παρθένος ἐν γαστρί ἕξει καί τέξεται υἱόν, καί καλέσουσι τό ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ, ὅ ἔστι μεθερμηνευόμενον μεθ’ ἡμῶν ὁ Θεός».
       2. Ἰω. 1,1· «Καί Θεός ἦν ὁ Λόγος».
       3. Ἰω. 20,28· «ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου».
      4. Πρξ. 20,28· «Προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς καί παντί τῷ ποιμνίῳ ἐν ᾧ ὑμᾶς τό Πνεῦμα τό ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τήν ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ, ἥν περιεποιήσατο διά τοῦ ἰδίου αἵματος».
       5. Ρω 9,5· «Ἐξ ὧν ὁ Χριστός τό κατά σάρκα, ὁ ὤν ἐπί πάντων Θεός εὐλογητός εἰς τούς αἰῶνας».
       6. Β΄ Κο 5,19· «Θεός ἦν ἐν Χριστῷ κόσμον καταλλάσσων ἑαυτῷ».
       7. Φι. 2,6· «ὅς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμόν ἡγήσατο τό εἶναι ἴσα Θεῷ».
       8. Κλ 2,9· «ἐν αὐτῷ κατοικεῖ πᾶν τό πλήρωμα τῆς θεότητος σωματικῶς».
       9. Α΄ Τι 3,16· «Θεός ἐφανερώθη ἐν σαρκί».
      10. Ττ 2,13· «τοῦ μεγάλου Θεοῦ καί σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ».
      11. Β΄ Πέ 1,1· «ἐν δικαιοσύνῃ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν καί σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ».
      12. Α΄ Ἰω. 5,20· «καί ἐσμεν ἐν τῷ ἀληθινῷ, ἐν τῷ υἱῷ αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστῷ. Οὗτός ἐστιν ὁ ἀληθινός Θεός καί ζωή αἰώνιος».
    Ἐπαναλαμβάνω ὅτι οἱ μαρτυρίες αὐτές εἶναι ἐλάχιστες. Γιατί ὅποιο κεφάλαιο τῆς Κ. Διαθήκης διαβάσετε καί σέ ὅποια σελίδα ἀνοίξετε, θά βρεῖτε μία καί περισσότερες μαρτυρίες γιά τή θεότητα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Γιά νά ἀρνηθεῖ κανείς τή θεότητα τοῦ Ἰησοῦ, πρέπει πρῶτα νά ἀπορρίψει τήν ἁγία Γραφή. Οἱ ἄπιστοι πού δέν δέχονται τή Γραφή δέν παραδέχονται καί τή θεότητα τοῦ Ἰησοῦ.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Πολύ σωστά, κ. καθηγητά, γιά τούς ἀπίστους. Εἶναι ὅμως ἐντελῶς ἀκατανόητο, πῶς ἄνθρωποι πού διαβάζουν τή Γραφή, καί μάλιστα πού θέλουν νά ὀνομάζονται σπουδασταί τῆς Γραφῆς, ἀρνοῦνται τή θεότητα τοῦ Χριστοῦ μας ἔπειτα ἀπό τόσα γραφικά χωρία.
   ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Καί ὅμως οἱ λεγόμενοι «σπουδασταί τῆς Γραφῆς» ἀποδεικνύεται ὅτι εἶναι χειρότεροι ἀπό τούς ἀπίστους. Διότι οἱ ἄπιστοι ἀρνοῦνται τή Γραφή, ἐνῶ αὐτοί διαστρέφουν τή Γραφή.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Ὅλα αὐτά τά χωρία πού ἀναφέρατε πῶς τά διαβάζουν, πῶς τά διαστρεβλώνουν;
   ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Πρῶτα–πρῶτα ἰσχυρίζονται ὅτι τό «Θεός» εἶναι ἐπίθετο καί σημαίνει ἰσχυρός. Ἔπειτα λέγουν ὅτι ἡ Γραφή ὀνομάζει καί ἄλλους θεούς, τόν σατανᾶ «θεόν τοῦ αἰῶνος τούτου», τήν κοιλία, πού γιά πολλούς εἶναι θεός. Ἐπίσης ἀναφέρουν ἕνα χωρίο ἀπό τούς Ψαλμούς· «Ἐγώ εἶπα, θεοί ἐστε» (Ψα ). Πόσο σαθρά εἶναι τά ἐπιχειρήματά τους εἶναι ὁλοφάνερο. Γιά τό χωρίο τῶν Ψαλμῶν παίρνουν τήν ἀπάντηση ἀπό τόν ἴδιο τόν Ἰησοῦ ἄν διαβάσουν τό λόγο του, πού εἶναι στό κατά Ἰωάννην, κεφ. 10, ἐκεῖ πού ὁ Κύριος λέγει· «Ἐγώ καί ὁ Πατήρ ἕν ἐσμεν» καί πού ἀναφέρει τό χωρίο αὐτό τῶν Ψαλμῶν. Γιά τό δεύτερο ἐπιχείρημα, συμφωνῶ ὅτι ἡ Γραφή ὀνομάζει καί ἄλλους θεούς, ὅπως τόν σατανᾶ, τήν κοιλία. Ἀλλά τέτοιος θεός εἶναι, ὦ ψευδομάρτυρες, ὁ Ἰησοῦς Χριστός; Ἔπειτα ὀνομάζει ἡ Γραφή καί ἄλλους θεούς. Τούς ἀναγνωρίζει ὅμως; Τούς δέχεται γιά θεούς; Ὁ Χριστός χαρακτηρίζεται ὁ μεγάλος Θεός, ὁ ἀληθινός Θεός, ὁ μόνος Θεός, ὁ εὐλογητός εἰς τούς αἰῶνας Θεός. Ὅσο γιά τό ὅτι ἡ λέξη Θεός εἶναι ἐπίθετο, δέν μειώνει καθόλου τή θεότητα τοῦ Χριστοῦ. Μήπως τά περισσότερα ὀνόματα δέν προέρχονται ἀπό ἐπίθετα; Μήπως τό ὄνομα Γιαχβέ ἤ Ἰεχωβᾶ, πού ἐξηγεῖται ὤν, δέν εἶναι μετοχή καί στή χρήση ἐπίθετο, πού κατέληξε νά γίνει ὄνομα; Ἀφοῦ ὁ Θεός εἶναι ἐπίθετο καί ἄρα κατώτερο ἀπό τό Γιαχβέ, γιατί τότε, ὦ μάρτυρες, προσπαθεῖτε νά διαστρεβλώσετε τό χωρίο «οὐχ ἁρπαγμόν ἡγήσατο τό εἶναι ἴσα Θεῷ» καθώς καί τό φοβερό χωρίο τῶν Πράξεων 20,28 πού μιλᾶ γιά τό αἶμα τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί σεῖς τό κάνετε «διά τό αἶμα τοῦ ἰδίου Υἱοῦ»;
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Ἀπ’ ὅσα ἀκούω, κ. καθηγητά, διαπιστώνω ὅτι οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ κάνουν τό πᾶν, ἀρκεῖ νά μειώσουν τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ἄφοβα κηρύττουν καί γράφουν ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι κτίσμα, τό πρῶτο κτίσμα τοῦ Θεοῦ. Αὐτό σημαίνει Υἱός τοῦ Θεοῦ! Καί γιά ἐπιχείρημα ἀναφέρουν τόν ὅρο «πρωτότοκος». Ἐδῶ πιάνονται ὄχι μόνο νά μή γνωρίζουν τήν ἁγία Γραφή, ἀλλά οὔτε καί στοιχειώδη γράμματα. Γιατί ἄν ἤξεραν γράμματα καί γραμματική, δέν θά τολμοῦσαν νά χρησιμοποιήσουν τό «πρωτότοκος» γιά ἐπιχείρημα, γιατί αὐτό εἶναι ἐκεῖνο πού πέφτει σάν βόμβα ἐπάνω τους καί τούς διαλύει. Τό «πρωτότοκος» δέν σημαίνει τό πρῶτο κτίσμα ἤ τό πρῶτο δημιούργημα, ἀλλά τό πρῶτο γέννημα. Καί ἐπειδή δέν ὑπάρχει καί δεύτερο γέννημα στόν Θεό Πατέρα, ὀνομάζεται ὀ Ἰησοῦς πρωτότοκος καί μονογενής. Καί ὑπάρχει διαφορά μεταξύ γεννήματος καί δημιουργήματος; Ὑπάρχει καί μάλιστα τεράστια. Διαφέρουν ὅσο διαφέρει τό ἔπιπλο πού φτιάχνει ὁ ἐπιπλοποιός ἀπό τό παιδί πού γεννάει. Ὅσο διαφέρει ἡ φωτογραφία τοῦ παιδιοῦ του πού φωτογραφεῖ ὀ φωτογράφος πατέρας ἀπό τό ἴδιο τό παιδί πού δέν τό ζωγράφισε, δέν τό ἔφτιαξε, ἀλλά τό γέννησε. Καί τά μέν δημιουργήματα ἔχουν στοιχεῖα πού δείχνουν τίς ἰδιότητες τῶν δημιουργῶν τους, τά δέ γεννήματα ἔχουν τήν οὐσία, ὅλη τήν οὐσία καί τήν ἴδια οὐσία τῶν γεννητόρων, τά παιδιά τῶν γονέων τους. Ὅπως ἀπό τό φυτό γεννιέται φυτό, ἀπό τό ζῶο ζῶο, ἀπό τόν ἄνθρωπο ἄνθρωπος ἔτσι ἀπό τόν Θεό γεννιέται Θεός. Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ εἶναι Θεός ὅπως καί ὁ Πατέρας. Ὁ Υἱός εἶναι ὁμοούσιος, ἔχει τήν ἴδια οὐσία, μέ τόν Πατέρα. Ἀπό αὐτό φαίνεται πόσο τυφλοί εἶναι οἱ σπουδασταί τῆς Γραφῆς, ὅταν δέν βρίσκουν μέσα σέ ὅλη τή Γραφή οὔτε μία φορά τήν λέξη ὁμοούσιος. Καί ὅμως ὑπάρχει τόσες φορές ὁ τίτλος Υἱός Θεοῦ, πού σημαίνει ὁμοούσιος. Ἀλλά αὐτό παθαίνουν ἐκεῖνοι πού ψάχνουν νά βροῦν λέξεις καί ὄχι ἀλήθειες. Αὐτό πού ἔπαθαν μέ τή λέξη Ἰεχωβᾶ τό ἔπαθαν καί μέ τό ὁμοούσιος. Ἐκεῖ παίρνουν τή λέξη χωρίς περιεχόμενο, ἐδῶ δέν βρίσκουν τή λέξη καί δέν ἀγγίζουν κἄν τό περιεχόμενο. Ἔτσι τυφλώνει καί ἔτσι μωραίνει ὁ σατανᾶς τούς συνεργάτες του, γιά νά τούς χρησιμοποιεῖ στό ἔργο του.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Μέ πολύ ἐνδιαφέρον σᾶς ἀκοῦμε, κ. καθηγητά, καί χαιρόμαστε μά¬λιστα γιά τήν καθάρια πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας. Λυπούμαστε ὅμως εἰλικρινά γιά τό παραστράτημα αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλά εἶναι ἀδικαιολόγητοι νά ἑρμηνεύουν τό «πρωτότοκος», πρῶτο κτίσμα, καί νά μή θέλουν νά παραδεχθοῦν, ὅτι ἀφοῦ ὁ Ἰησοῦς εἶναι Υἱός τοῦ Θεοῦ, εἶναι καί Θεός, εἶναι ὁμοούσιος μέ τόν Πατέρα. Θά σᾶς παρακαλούσαμε στά λίγα λεπτά πού μᾶς μένουν νά συνεχίσετε.
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ἕνα δεύτερο χωρίο πού χρησιμοποιοῦν εἶναι τό τῆς Ἀποκαλύψεως 3,14, ὅπου ὁ Χριστός λέγεται «ἡ ἀρχή τῆς κτίσεως τοῦ Θεοῦ». Ἄρα, λένε, εἶναι τό ἀρχικό, τό πρῶτο κτίσμα τοῦ Θεοῦ. Ἄν διαβάσει κανείς ὅμως ὁλόκληρο τό χωρίο, θά διαπιστώσει ὅτι καί τό χωρίο αὐτό εἶναι μιά ὁλοκάθαρη ὁμολογία τῆς θεότητος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὀνομάζεται ὁ Χριστός «ὁ Ἀμήν», πού σημαίνει ὅ,τι καί ὁ Γιαχβέ. Ἔπειτα ἡ λέξη «ἀρχή» ἐδῶ δέν σημαίνει τήν ἔναρξη, ἀλλά τόν ἀρχηγό, τήν κεφαλή· ὅπως λέμε «ἀρχαί καί ἐξουσίαι». Ὁ Χριστός, πού εἶναι τό πᾶν, εἶναι καί ὁ ἐξουσιαστής, ὁ ἀρχηγός τοῦ σύμπαντος, ὑλικῆς καί πνευματικῆς δημιουργίας. Συνιστῶ στούς σπουδαστές τῆς Γραφῆς, ὅταν ξαναδιαβάσουν τό χωρίο αὐτό, νά κάνουν τόν κόπο νά διαβάσουν καί τό πρῶτο κεφάλαιο τῆς πρός Κολασσαεῖς Ἐπιστολῆς τοῦ ἀποστόλου Παύλου.
    Καί ἐπειδή συστηματικά ἀποφεύγουν τή συζήτηση, τούς ρωτῶ: Ποιός εἶναι ἐκεῖνος πού παρουσιάζεται στή Γραφή ὅτι εἶναι ὁ δημιουργός τοῦ σύμπαντος, ὁ κυβερνήτης καί συντηρητής τοῦ κόσμου, ὁ ἀναδημιουργός τῆς κτίσεως, ὁ κριτής τοῦ παντός, ὁ κληρονόμος πάντων; Ἡ ἀπάντηση ὑποχρεωτικά εἶναι: Ὁ ἕνας καί ἀληθινός Θεός. Ἄς διαβάσουν τώρα τό α΄ κεφ. τῆς πρός Ἑβραίους Ἐπιστολῆς νά διαπιστώσουν ὅτι αὐτός εἶναι ὁ Υἱός. Γι΄ αὐτόν τά γράφει ὅλα αὐτά ὁ Παῦλος.

Ἀπολύτρωσις 29 (1974) 106-108

Πέμπτη, 15 Μάιος 2014 03:00

Τό ὄνομα Ἰεχωβᾶ

    ΕΡΩΤΗΣΗ: Κύριε καθηγητά, θά ἐπιθυμούσαμε νά ἀκούσουμε σήμερα γιά τίς θεωρίες καί διδασκαλίες τῶν χιλιαστῶν πού ἔχουν σχέση μέ τό ὄνομα Ἰεχωβᾶ.
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Τό πρῶτο μάθημα καί τό σπουδαιότερο δόγμα στήν αἵρεση τῶν «μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ» εἶναι ἡ πίστη τους ὅτι αὐτοί ἀποκάλυψαν στόν κόσμο καί τίμησαν ὅπως πρέπει τό ὄνομα τοῦ Ἰεχωβᾶ, τό ὁποῖο εἶναι τό προσωπικό ὄνομα τοῦ Θεοῦ, καί ὅτι αὐτοί εἶναι ἐκεῖνοι στούς ὁποίους ὁ Θεός Ἰεχωβᾶ λέει: «Σεῖς εἶσθε οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ». Σ’ ὅλα αὐτά θά μποροῦσε ἕνας ἀληθινός σπουδαστής καί πραγματικός ἐρευνητής τῆς Γραφῆς ἀλλά καί τῆς ἱστορίας ν’ ἀντιτάξει φοβερά ἐρωτήματα, στἀ ὁποῖα καλοῦνται οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ νά δώσουν ἀπαντήσεις.
    1)  Ἡ ἁγία Γραφή ἀποδίδει στόν Θεό μόνο τό ὄνομα Ἰεχωβᾶ ἤ καί ἄλλα;
    2)  Ἡ ὀρθή προφορά τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ εἶναι Ἰεχωβᾶ ἤ Γιαχβέ;
    3)  Ἀπό ποῦ ἀποδεικνύεται ὅτι, ὅταν ὁ Θεός λέει μέ τόν Ἠσαΐα, 750 χρόνια π.Χ., τό «Σεῖς εἶσθε οἱ μάρτυρές μου», τό λέει γιά σᾶς πού ἐμφανιστήκατε τό 1874 μ.Χ. καί γιατί μόλις ἀπό τό 1931 ἀρχίσατε νά τό χρησιμοποιεῖτε;
   4)  Γιατί ἡ Κ. Διαθήκη οὔτε μιά φορά δέν χρησιμοποιεῖ τό ὄνομα Γιαχβέ ἤ ἔστω Ἰεχωβᾶ, ἐνῶ χρησιμοποιεῖ τό Σαβαώθ;
    5)  Γιατί τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας ὀνομάστηκαν χριστιανοί καί ὄχι μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ;
   6) Πῶς μπορεῖτε νά ἀποδείξετε ὅτι σεῖς οἱ αὐτοκαλούμενοι μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ φανερώσατε τό ξεχασμένο καί σκεπασμένο ὄνομα τοῦ Θεοῦ ἔπειτα ἀπό τόσους αἰῶνες, ἀφοῦ τό χρησιμοποιοῦν τόσα συγγράμματα ἀπ’ ὅλους τούς αἰῶνες;
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποιά εἶναι ἡ ἐπιστημονική θέση καί ἄποψη γιά τό ὄνομα Ἰεχωβᾶ;
   ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ὅλοι οἱ εἰδικοί ἐπιστήμονες τῆς Π. Διαθήκης καί τῆς ἑβραϊκῆς γλώσσας δέχονται ὅτι ἡ προφορά Ἰεχωβᾶ εἶναι νεώτερη καί χρησιμοποιήθηκε ἀπό τόν μεταγενέστερο Ἰουδαϊσμό. Ἐπειδή δέ τό ὄνομα τοῦτο τοῦ Θεοῦ τό ἔγραφαν μόνο καί ποτέ δέν τό πρόφεραν οἱ Ἑβραῖοι, δέν μπορεῖ νά γνωρίζει κανείς ποιά ἦταν στήν ἀρχή ἡ ἀκριβής προφορά του. Ἦταν γνωστό ὡς τετραγράμματο ὄνομα, γιατί γραφόταν μέ τἐσσερα σύμφωνα, ἀφοῦ φωνήεντα δέν χρησιμοποιοῦσε ἡ ἑβραϊκή γλῶσσα στό γράψιμο. Σ’ ὁλόκληρη τήν Κ. Διαθήκη δέν γίνεται καθόλου λόγος γιά τό ὄνομα αὐτό, διότι γράφτηκε στήν ἑλληνική, ἀλλά χρησιμοποιοῦνται σ’ αὐτήν τά ὀνόματα Κύριος, Κύριος ὁ Θεός, ὁ Ὤν.
    Οἱ πρῶτοι πατέρες καί ἐκκλησιαστικοί συγγραφεῖς, ἐπειδή ἀσχολήθηκαν καί μέ τό ἑβραϊκό κείμενο τῆς Π. Διαθήκης, καί ὄχι μόνο μέ τήν ἑλληνική μετάφρασή της, τή γνωστή ὡς μετάφραση τῶν Ο΄, μᾶς πληροφοροῦν γιά τό τετραγράμματο ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Καί στήν ἐποχή τους ἀκόμη ὑπῆρχαν διάφορες ἀπόψεις γιά τήν προφορά αὐτοῦ τοῦ τετραγραμμάτου. Αὐτές εἶναι Ἰαουέ, Ἰαβέ, Ἀϊά, Ἰαή, Ἰοβέ. Σήμερα οἱ εἰδικοί ὅλου τοῦ κόσμου τό προφέρουν Γιαχβέ καί αὐτό ἐπεκράτησε σ’ ὅλα τά ἐπιστημονικά συγγράμματα. Σέ ἐλάχιστα ἔργα βρίσκει κανείς τό Ἰεχωβᾶ, καί τοῦτο ἐπειδή τό χρησιμοποιεῖ ὁ νεώτερος Ἑβραϊσμός. Ἀπό τούς Ἑβραίους τό πῆραν οἱ χιλιαστές ἤ σπουδαστές τῆς Γραφῆς καί τό χρησιμοποιοῦν κατά κόρον στά βιβλία τους καί στό λόγο τους ἀπό τό 1931 καί ὕστερα. Ἀγράμματοι καί ἀνεπιστήμονες ὅπως ἦταν, τό ἄκουσαν ἀπό τούς Ἑβραίους τῆς Ἀμερικῆς καί χωρίς καμιά ἔρευνα καί σπουδή ἄρχισαν νά τό πιπιλίζουν σάν καραμέλα. Δίνουν μάλιστα τήν ἐντύπωση ὅτι ἔχει κάποια μαγική δύναμη ἡ λέξη Ἰεχωβᾶ, καί ὅτι ὅποιος τήν προφέρει καί πεῖ ὅτι εἶναι μάρτυς τοῦ Ἰεχωβᾶ εἶναι ὁ γνήσιος δοῦλος τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Ἀπό ὅσα μᾶς λέτε, κ. καθηγητά, διαπιστώνουμε ὅτι τό ὄνομα Ἰεχωβᾶ ἦταν γνωστό καί προτοῦ νά ἐμφανιστοῦν στόν κόσμο οἱ λεγόμενοι μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ.
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Καί βέβαια ἦταν γνωστό. Μπορῶ νά δείξω σ’ ὅποιον θέλει βιβλία ἀπ’ ὅλους τούς αἰῶνες πού ἔχουν τήν ἑβραϊκή αὐτή ὀνομοσία. Οἱ θεολόγοι καί μάλιστα οἱ ἑρμηνευτές τῆς Π.Δ. στά ἑρμηνευτικά τους συγγράμματα ἤ στίς διάφορες βιβλικές διατριβές καί πραγματεῖες χρησιμοποιοῦν τό ὄνομα τοῦ Ἰεχωβᾶ καί μάλιστα μέ τήν ὀρθή του προφορά Γιαχβέ. Διότι τό Ἰεχωβᾶ εἶναι, ὅπως εἶπα, νεώτερη παραλλαγή, τήν ὁποία χρησιμοποιοῦν οἰ Ἑβραῖοι τῶν νεωτέρων αἰώνων. Ἐπειδή ὅμως στήν Κ. Διαθήκη καί στήν πρώτη Ἐκκλησία ποτέ δέν χρησιμοποιήθηκε τό ὄνομα αὐτό οὔτε στό κήρυγμα οὔτε στή λατρεία οὔτε στήν προσευχή, ἐπικράτησε μέχρι καί σήμερα νά μή χρησιμοποιεῖται. Οἱ χιλιαστές ἔχουν τό θάρρος νά ἰσχυρίζονται ὅτι παρέμεινε κρυμμένο σ’ ὅλους τους αἰῶνες μετά Χριστόν, καί αὐτοί γιά πρώτη φορά τό φανέρωσαν.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Κύριε καθηγητά, ἡ Ἐκκλησία μας νομίζω ὅτι χρησιμοποιεῖ ἑβραϊκές λέξεις καί ἑβραϊκά ὀνόματα στήν θεία Λειτουργία καί σέ ἄλλες ἀκολουθίες.
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Χρησιμοποιεῖ ὅσα καθιερώθηκαν στήν Κ. Διαθήκη καί στήν ἀποστολική παράδοση. Στή θεία Λειτουργία π.χ. ἀκοῦμε στόν τρισάγιο ὕμνο τό «Σαβαώθ»· «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαώθ...».  Ἡ συνεκφορά «Κύριος Σαβαώθ» βρίσκεται δύο φορές στήν Κ. Διαθήκη· στήν πρός Ρωμαίους Ἐπιστολή (9,29) καί στήν Ἐπιστολή τοῦ Ἰακώβου (5,4). Τό ἑβραϊκό κείμενο στό Ἠσ 1,9 ἔχει τή συνεκφορά «Γιαχβέ Σαβαώθ», πού σημαίνει ὁ Κύριος τῶν δυνάμεων, ἤ ὀ Κύριος παντοκράτωρ. Οἱ Ο΄, οἱ ὁποῖοι 3 αἰῶνες π.Χ. μετέφρασαν τήν Π.Δ. στά ἑλληνικά, γράφουν «Κύριος Σαβαώθ», μεταφράζουν δηλαδή τό «Γιαχβέ» μέ τό «Κύριος» καί ἀφήνουν τό «Σαβαώθ» ἀμετάφραστο. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, πού ξέρει καλά καί ἑβραϊκά καί ἑλληνικά, χρησιμοποιεῖ τόν τύπο τῶν Ο΄ «Κύριος Σαβαώθ»• τό ἴδιο κάνει καί ὁ Ἰἀκωβος. Ἐπίσης ἀκοῦμε πολλές φορές στήν Ἐκκλησία μας τό «ἀμήν» καί τό «ἀλληλούϊα»• καί τά δύο ὅμως τά βρίσκουμε στήν Κ. Διαθήκη (γιά τό «ἀλληλούϊα» βλ. Ἀποκ. 19,1.3.4.6).
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Κύριε καθηγητά, ὅλοι ξέρουμε ὅτι ἡ Κ. Διαθήκη γράφτηκε στά ἑλληνικά. Στήν Κ. Διαθήκη πῶς ὀνομάζεται ὁ Θεός;
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Στήν Κ. Διαθήκη οὔτε μία φορά δέν βρίσκουμε τό ὄνομα Ἰεχωβᾶ, οὔτε καί τήν ὀνομασία «Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ». Στήν Κ. Διαθήκη τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἤ ἁπλῶς Θεός ἤ πάρα πολλές φορές Πατήρ. Ὁ Θεός πού ἀποκαλύφθηκε στήν Π. Διαθήκη ὡς Ἐλωχείμ, Ἀδωναΐ, Γιαχβέ καί ὡς Πατήρ, στήν Κ. Διαθήκη φανερώνεται κυρίως ὡς Πατήρ. Στό ὄνομα αὐτό ὑπάρχουν καί ὅλα τά ἄλλα. Εἶναι τό πιό σπουδαῖο, τό πιό γλυκό, τό πιό δυνατό, ἐκεῖνο πού εἶναι πολύ κοντά στούς ἀνθρώπους. Στήν προσευχή πού μᾶς ἔδωσε γιά ὑπόδειγμα ὁ Ἰησοῦς, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, μᾶς δίδαξε νά προσφωνοῦμε τόν Θεό Πατέρα. Στό ὄνομα αὐτό ὑπάρχει ὅλο τό περιεχόμενο τῆς θείας ἀποκαλύψεως, τοῦ σχεδίου τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός εἶναι Πατέρας μας. Τό ὄνομα αὐτό μιλᾶ γιά τή δημιουργία, τήν ἀναδημιουργία, τήν ἀγάπη, τήν πρόνοια, τήν προστασία, τήν υἱοθεσία, τή δόξα, τή θέωση, γιά οἰκογένεια, γιά βασιλεία Θεοῦ, γιά ὑποταγή, γιά πίστη, γιά ἑνότητα, γιά ἀδελφότητα, γιά κοινωνία θείας φύσεως. Ὅλο τό νόημα τῶν παλαιῶν ὀνομάτων Ἐλωχείμ, Ἀδωναΐ καί Γιαχβέ περιέχεται στό πλούσιο αὐτό καί ἱερό ὄνομα. Ἀλλά καί κάτι βαθύτερο ἀποκαλύπτεται μ’ αὐτό τό ὄνομα. Ὁ Πατήρ ἔχει καί Υἱό. Ὅπως κάθε υἱός ἔχει ὅλη τήν οὐσία τῆς ὐπάρξεως τοῦ πατέρα του ἔτσι καί ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ εἶναι Θεός, ὅπως καί ὁ Πατήρ. Καί ὅπως ὁ Πατήρ ὁ ἴδιος μαρτυρεῖ γιά τόν Υἱό καί λέει «Οὗτός ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα», πού σημαίνει «αὐτός εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ὁμοούσιος πού μέ ἐκπροσωπεῖ», ἔτσι καί ὁ Πατήρ προσδιορίζεται ἀπό τόν Υἱό, εἶναι ὁ Πατήρ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ὁ Θεός τοῦ Ἰησοῦ, ὁ Θεός πού φανέρωσε ὁ Ἰησοῦς Χριστός ὡς Πατέρα του, καί τόν κατέστησε καί Πατέρα ὅλων τῶν πιστῶν του. Στό ἔργο αὐτό τῆς υἱοθεσίας προβάλλει μπροστά μας, ἀποκαλύπτεται, καί τό ἅγιο Πνεῦμα. Ἔτσι ὁλοκληρώνεται ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ· Πατήρ, Υἱός, ἅγιο Πνεῦμα. Ἕνας Θεός, τρία πρόσωπα. Τρεῖς ὑποστάσεις, ἕνα ὄνομα, τό ὄνομα τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ. Ὁλοκάθαρα στήν προσευχή του πρό τοῦ πάθους ὁ Ἰησοῦς ἀνέφερε στόν οὐράνιο Πατέρα: «Ἐφανέρωσά σου τό ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις».
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Κύριε καθηγητά, θά μοῦ ἐπιτρέψετε ἐδῶ νά σᾶς διακόψω. Αὐτό τό χωρίο τό χρησιμοποιοῦν πολλές φορές οἱ «μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ» καί ἰσχυρίζονται ὅτι ἐδῶ ὁ Κύριος ἐννοεῖ τό ὄνομα Ἰεχωβᾶ, πού φανέρωσε στόν κόσμο.
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Πράγματι, τό χωρίο αὐτό εἶναι ἀπό τά πιό μεγάλα στηρίγματα καί ἐπιχειρήματα στή θεωρία τους. Καί ὅμως αὐτό εἶναι ἐκεῖνο πού τούς κατακεραυνώνει καί τούς διαλύει. Ἀρκεῖ νά διαβάσει κανείς καί μιά φορά τό 17ο κεφάλαιο τοῦ κατά Ἰωάννην Εὐαγγελίου, ὅπου ὑπάρχει ἡ προσευχή τοῦ Ἰησοῦ, γιά νά μάθει τήν ἀλήθεια. Συνεχῶς ὁ Κύριός μας λέει· Πάτερ, Πάτερ, Πάτερ... Ἕξι φορές ἐπαναλαμβάνεται. Νά ποιό ὄνομα φανέρωσε στούς ἀνθρώπους• ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὁ Πατέρας μας.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Ἔχω μιά ἀπορία, κ. καθηγητά. Δέν γνώριζαν οἱ Ἑβραῖοι ὅτι ὁ Θεός ὀνομάζεται Πατήρ καί χρειαζόταν νά τό φανερώσει ὁ Ἰησοῦς Χριστός;
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Γνώριζαν βέβαια ἀπό τήν Π. Διαθήκη ὅτι ὁ Θεός εἶναι Πατήρ. Γνώριζαν ὅμως πολύ περισσότερο ὅτι ὀνομάζεται Γιαχβέ (Ἰεχωβᾶ). Αὐτό ἀποδεικνύεται πολύ ἁπλᾶ. Ἐνῶ στήν Π. Διαθήκη (ἑβραϊκό κείμενο) ὁ Θεός ἀναφέρεται μέ τό ὄνομα Γιαχβέ 7.000 περίπου φορές, μέ τό ὄνομα Πατήρ πολύ λίγες φορές. Ὅταν λέει, λοιπόν, ὁ Κύριος «ἐφανέρωσά σου τό ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις», δέν ἐννοεῖ ὅτι τούς εἶπα ὅτι σέ λένε Ἰεχωβᾶ, πρᾶγμα πού τό γνώριζαν πολύ καλά. Τούς φανέρωσα ὅτι εἶσαι ὁ Πατέρας, ὅτι ἔχεις καί Υἱό. Τούς φανέρωσα τό σχέδιο τῆς σωτηρίας, τήν ἀποκατάσταση τῆς οἰκογενείας τοῦ Θεοῦ, τήν ἵδρυση τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό στήν ἴδια προσευχή, πρός τό τέλος ὁ Κύριος ἐπαναλαμβάνει· «Καί ἐγνώρισα αὐτοῖς τό ὄνομά σου καί γνωρίσω, ἵνα ἡ ἀγάπη ἥν ἠγάπησάς με ἐν αὐτοῖς ᾖ κἀγώ ἐν αὐτοῖς». Σαφέστατα φαίνεται ἀπό τόν στίχο αὐτό ποιό ὄνομα φανέρωσε ὁ Κύριος. Ἐδῶ λέει· «Καί ἐγνώρισα καί γνωρίσω». Δέν πρόκειται, λοιπόν, γιά ἁπλό ὄνομα, ἀλλά γιά σχέδιο, γιά ἕνα νέο ὄνομα πού συνδέεται μέ τή λύτρωση τοῦ ἀνθρώπου καί τήν ἵδρυση τῆς Ἐκκλησίας. Ἄν τώρα σάν ἐπιμελεῖς μαθητές διαβάσουμε τά προηγούμενα κεφάλαια νά δοῦμε, τί εἶπε ἐκεῖ ὁ Κύριος στούς μαθητές του, ὥστε νά ὑψώνει μετά τά χέρια του καί νά λέει στόν οὐράνιο Πατέρα «Ἐφανέρωσά σου τό ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις», θά λυθεῖ κάθε ἀπορία. Πρό τῆς προσευχῆς ὑπάρχει ἕνας μεγάλος λόγος τοῦ Κυρίου πρός τούς μαθητές, ὁ μεγαλύτερος ἀπό ὅλους καί ἀπό αὐτήν τήν ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλία. Εἶναι ἡ τελευταία διαθήκη τοῦ Κυρίου πρός τούς μαθητές. Μιλᾶ γιά τό πάθος του, τήν ἀνάσταση, τή λύτρωση τοῦ κόσμου, τήν Ἐκκλησία του. Τό κυριώτερο  θέμα στό λόγο του αὐτό εἶναι ἡ ὑπόσχεση ὅτι θά τούς στείλει τό Πνεῦμα τό ἅγιο, τόν Παράκλητο. Τό Πνεῦμα τό ἅγιο, πού ἐκπορεύεται ἀπό τόν Πατέρα καί τό στέλνει στόν κόσμο ὁ Υἱός, θά τελειοποιήσει τό ἔργο τῆς σωτηρίας καί θά κατευθύνει τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο. Αὐτή εἶναι ἡ ὁλοκλήρωση τῆς θείας ἀποκαλύψεως. Ἐπειδή ὅμως τώρα οἱ μαθητές ἔλαβαν μόνο τήν ὑπόσχεση καί ὄχι τό ἅγιο Πνεῦμα, τό ὁποῖο θά λάβουν μετά τήν Ἀνάληψη, γι’ αὐτό ὁ Κύριος λέει τό «ἐγνώρισα καί γνωρίσω». Ἔπειτα ἀπ’ ὅλα αὐτά καταλαβαίνουν ὅλοι ὅσοι δέν ἔχουν προκατάληψη ὅτι ὁ Κύριος δέν φανέρωσε ἕνα ἁπλό ὄνομα, ἀλλά ἕνα μυστηριῶδες καί ἄγνωστο ὄνομα, ἕνα μυστικό σχέδιο, ἕνα σεσιγημένο μυστήριο. Καί αὐτό εἶναι ὁ τριαδικός Θεός καί ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου. Ἀκόμα ὁ Κύριος στήν τελευταία του ἐμφάνιση στούς μαθητές εἶπε· «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτούς εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος...». Ἐδῶ ἔχουμε ἕνα ὄνομα, τρία πρόσωπα. Καί τό ὄνομα αὐτό μέ τά τρία πρόσωπα συνδέεται ἄμεσα μέ τή μαθητεία καί τό βάπτισμα, μέ τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, μέ τήν ἀρχή τῆς ἀναγεννήσεως, μέ τή σύσταση καί ἵδρυση τῆς οἰκογενείας τοῦ Θεοῦ, τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Τί λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος γιά τό θέμα αὐτό;
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ὁ ἀπόστολος Παῦλος συχνά στίς Ἐπιστολές του (Ρω 14,24· Α΄ Κο 2,7· Ἐφ 1,3-13· 3,9· 6,19· Κλ 1,26-27· 4,3-4· Α΄ Τι 3,16) μιλᾶ γιά ἕνα ἄγνωστο μυστήριο, γιά ἕνα μυστικό σχέδιο τοῦ Θεοῦ, πού ἔμεινε αἰῶνες «σεσιγημένον», «κεκρυμμένον», καί πού τό φανέρωσε ὁ Ἰησοῦς Χριστός καί συνεχίζει νά τό ἀποκαλύπτει μέ τό εὐαγγέλιο πού κηρύττει. Τό μυστικό αὐτό τοῦ Θεοῦ δέν τό γνώριζαν, λέγει ὁ ἀπ. Παῦλος, οὔτε οἱ ἄγγελοι. Θαμπά προβάλλει στήν Π. Διαθήκη καί ὁλοκάθαρα στήν Κ. Διαθήκη. Ἐρωτῶ τούς χιλιαστές, πού θέλουν νά ὀνομάζονται σπουδασταί τῆς Γραφῆς καί μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, ποιό εἶναι ἐκεῖνο πού ἦταν ἄγνωστο στούς αἰῶνες, πού δέν τό γνώριζαν οὔτε οἱ ἄγγελοι; Τό ὄνομα Ἰεχωβᾶ; Τό ἤξεραν ὅλοι καί πολύ καλά, ἀλλά δέν τολμοῦσαν νά τό προφέρουν, ὅμως τό ἔγραφαν. Καί γιατί ὁ Θεός γιά νά διακρίνεται ἀπό τούς ψεύτικους Θεούς, ἐκτός ἀπό τό ὄνομα Γιαχβέ εἶχε καί ἕνα ἄλλο ὄνομα; «Θεός Ἀβραάμ καί Θεός Ἰσαάκ καί Θεός Ἰακώβ», πού σημαίνει τό ἴδιο μέ τό Γιαχβέ, ὅπως φαίνεται ἀπό τό Ἔξ 3,14· «ἐγώ εἰμι ὁ ὤν. Καί εἶπεν· οὕτως ἐρεῖς τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ· ὁ ὤν ἀπέσταλκέ με πρός ὑμᾶς», τό χωρίο πού συχνά ἀναφέρουν οἰ ψευδομάρτυρες γιά τό ὄνομα Ἰεχωβᾶ. Νά, λοιπόν, τό σεσιγημένο μυστήριο. Νά γιατί χωρίς νά θέλουν ἤ ἀπό παρανόηση οἱ Ἑβραῖοι δέν πρόφεραν τό ὄνομα Γιαχβέ. Νά γιατί ὁ Χριστός ὀνομάζεται Ἰησοῦς, πού σημαίνει «ὁ Γιαχβέ ἄνθρωπος γιά νά σώσει τόν ἄνθρωπο». Νά γιατί γιά νά σωθεῖ κανείς ἐπιβάλλεται νά μετανοήσει καί νά πιστέψει εἰς τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, νά βαπτιστεῖ στόν τριαδικό Θεό, εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Αὐτό τό ὄνομα καί αὐτό τό σχέδιο φανερώθηκε ἀπό τόν Ἰησοῦ Χριστό. Αὐτό ἀποτελεῖ τό περιεχόμενο τοῦ εὐαγγελίου καί τή θύρα τῆς σωτηρίας.
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Γιά τό ὄνομα Ἰεχωβᾶ τί λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος;
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Δέν τό ἀναφέρει ποτέ. Μάλιστα, ὅταν χρησιμοποιεῖ χωρία ἀπό τήν Π. Διαθήκη πού ἔχουν τό Γιαχβέ, ὁ ἀπ. Παῦλος τά προσαρμόζει στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐνῶ ἡ Π. Διαθήκη λέει ὅτι ὅποιος θά ἐπικαλεσθεῖ τό ὄνομα τοῦ Γιαχβέ θά σωθεῖ, ὁ Παῦλος γράφει ὅτι ὅποιος θά ἐπικαλεσθεῖ τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ θά σωθεῖ. «Πᾶς γάρ ὅς ἄν ἐπικαλέσηται τό ὄνομα Κυρίου σωθήσεται». Ἀλλοῦ ἡ Π. Διαθήκη ἔχει «Γιαχβέ, κατ’ ἀρχάς σύ τήν γῆν ἐθεμελίωσας» καί ὁ Παῦλος γράφει «Κύριε», (καί τό λέγει γιά τόν Υἱό), «σύ τήν γῆν ἐθεμελίωσας». Τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀντικαθιστᾶ πλέον τό Γιαχβέ. Τό βάπτισμα γίνεται, ὅπως εἶπα, στό ὄνομα τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἡ ἐπίσημη ὁμολογία πίστεως ἀναφέρεται στόν τριαδικό Θεό. Παρά ταῦτα καί στό κήρυγμα καί στήν προσευχή τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ ἔχει τή θέση τοῦ ὀνόματος τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ. Ὅπως ὁ ἀπ. Παῦλος ἔτσι καί ὁ ἀπ. Πέτρος κήρυξε στό πρῶτο κήρυγμα· «Μετανοήσατε καί βαπτισθήτω ἕκαστος ὑμῶν ἐπί τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν». Πάρα πολλές φορές κηρύττεται σ’ ὅλη τήν Κ. Διαθήκη, ὅτι τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι στήν νέα ἀποκάλυψη ὅ,τι ἦταν στήν Παλαιά τό ὄνομα τοῦ Γιαχβέ. Ἐξ ἄλλου τό ὄνομα Ἰησοῦς εἶναι ἐξελληνισμένη μορφή τοῦ ὀνόματος Γιεσουάχ, πού σημαίνει «ὁ Γιαχβέ σώζει». Τό δέ σπουδαῖο, πού δέν θέλουν νά τό δοῦν οἱ λεγόμενοι μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, εἶναι αὐτό πού γράφεται στό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο· «Καί καλέσεις τό ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν· αὐτός γάρ σώσει τόν λαόν αὐτοῦ». Δέν λέει, λοιπόν, «ὁ Γιαχβέ θά σώσει», ἀλλά «αὐτός», ὁ Ἰησοῦς, θά σώσει. Καί ὁ λαός όνομάζεται λαός τοῦ Ἰησοῦ. Καί μόνο τό χωρίο αὐτό φτάνει ν’ ἀνατινάξει στόν ἀέρα τίς θεωρίες τῶν λεγομένων σπουδαστῶν τῆς Γραφῆς περί ὀνόματος τοῦ Ἰεχωβᾶ, νά κατοχυρώσει τήν ὀρθόδοξη πίστη στή θεότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, καί νά καθιερώσει τό ὄνομα χριστιανοί γιά τόν νέο Ἰσραήλ καί τό «μάρτυρες τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ» καί ὄχι «μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ».
    ΕΡΩΤΗΣΗ: Ἀναφέρει, κ. καθηγητά, ἡ Καινή Διαθήκη γιά μάρτυρες;
    ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Μάλιστα. Μάρτυρες δέν λέγονται μόνον ὅσοι θυσιάζονται γιά τόν Χριστό καί γιά τήν πίστη, ἀλλά καί ὅσοι μαρτυροῦν, διαγγέλλουν, κηρύττουν τό Εὐαγγέλιο. Τό  Εὐαγγέλιο δέν εἶναι μιά ἁπλῆ διδασκαλία, δέν εἶναι μιά θεωρία, οὔτε ἕνα σύστημα ἠθικῆς καί φιλοσοφίας. Εἷναι κυρίως ἕνα γεγονός. Τό γεγονός ὅτι ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος, ἔζησε ἀνάμεσα σέ ἀνθρώπους καί κήρυξε, ἔκανε σημεῖα πού ἀποδείκνυαν ποιός εἶναι, σταυρώθηκε, ἀναστήθηκε, ἀναλήφθηκε, ἔστειλε τό ἅγιο Πνεῦμα, ἵδρυσε τήν Ἐκκλησία του. Οἱ κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου ὀνομάζονται μάρτυρες, γιατί καταθέτουν, μαρτυροῦν, αὐτό πού ἄκουσαν, πού εἶδαν, πού ἔζησαν. Οἱ πρῶτοι ἀπόστολοι εἶναι αὐτόπται καί αὐτήκοοι μάρτυρες τοῦ θανάτου καί τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Ποτέ ὅμως δέν ὀνομάζονται σέ ὁλόκληρη τήν Κ. Διαθήκη οὔτε μιά φορά μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, ἀλλά μάρτυρες τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καί ὀνομάζονται πολλές φορές μάρτυρες τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐξ ἄλλου ὁ ἴδιος ὁ Κύριος φεύγοντας ἀπό τή γῆ τούς εἶπε σάν τελευταῖο του λόγο· «Καί ἔσεσθέ μοι μάρτυρες ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς» (Πρξ 1,8).

Ἀπολύτρωσις 29 (1974) 89-92

    Τό πρῶτο ἐπιχείρημα εἶναι πολύ ἁπλό· στηρίζεται στήν στοιχειώδη γνώση τῆς ἱστορίας καί στόν κοινό νοῦ. Ὅλοι γνωρίζουν ὅτι πρό δύο χιλιάδων περίπου ἐτῶν ἦρθε στόν κόσμο ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ καί ἔγινε ἄνθρωπος καί ἵδρυσε τήν Ἐκκλησία του. Ὁ Κύριος προφήτευσε γιά τήν Ἐκκλησία του ὅτι θά πολεμηθεῖ μέ λύσσα καί μανία, ἀλλά ὅλες οἱ σκοτεινές δυνάμεις τοῦ σατανᾶ δέν θά μπορέσουν νά τήν διαλύσουν. «Καί πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς». Ἀπό τότε μέχρι σήμερα ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ζῆ χωρίς διακοπή, πέρασε μεγάλους κινδύνους, ἀλλά δέν λύγισε, δέχθηκε φοβερούς διωγμούς, ἀλλ’ οὐδέποτε ἔπαυσε νά ὑπάρχει. Οἱ χιλιασταί ἐμφανίστηκαν τό 1874 καί κήρυξαν, ὅτι εἶναι οἱ ἀληθινοί καί μοναδικοί «μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ», ὅτι σ’ αὐτούς ἐκπληρώνονται ὅλες οἰ προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ὕστερα ἀπό τόν Χριστό καί τούς ἀποστόλους ὅλες οἱ Ἐκκλησίες εἶναι τοῦ διαβόλου, ὅλοι οἱ πατέρες καί διδάσκαλοι εἶναι στήν πλάνη καί στό σκοτάδι, καί μόνο σ’ αὐτούς, ἔπειτα ἀπό τόσους αἰῶνες, φανερώθηκε ὁ Θεός καί τούς κάλεσε νά γίνουν οἱ ἀληθινοί μάρτυρές του καί νά κηρύξουν τήν βασιλεία του στόν κόσμο.

    Γεννᾶται τώρα τό ἐρώτημα. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι μέ μυαλό, πού ξέρουν λίγο ἀπό ἱστορία καί μποροῦν νά πιστέψουν ὅτι ἄφησε ὁ Θεός τήν Ἐκκλησία του πέρα γιά πέρα νά γίνει ὄργανο τοῦ διαβόλου 18 ὁλόκληρους αἰῶνες χωρίς νά ὑπάρχει οὔτε ἕνα μικρό ποίμνιο δικό του, ἕνας κήρυκας καί μάρτυρας τῆς ἀληθείας; Καί ὅλοι οἱ πατέρες καί διδάσκαλοι, τά μεγάλα ἐκεῖνα ἀναστήματα πού ἐξήγησαν μέ τόσες θυσίες τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ στήν ἀνθρωπότητα, οἱ μάρτυρες καί οἱ ἀσκηταί, οἱ χοροί τῶν παρθένων καί τῶν ὁμολογητῶν, τά ἑκατομμύρια τῶν ἁγίων πού θυσίασαν τήν περιουσία τους, τά νιάτα τους, τήν ζωή τους γιά τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία του, ὅσοι ἔχυσαν ποτάμια δακρύων καί ἔζησαν μέ μετάνοια συγκλονιστική, ὅλοι αὐτοί ἦταν ὄργανα τοῦ διαβόλου; Ἐάν ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού ἔχουν τόσο μυαλό καί μποροῦν νά πιστέψουν ὅτι ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἀποστόλων μέχρι τοῦ Ρῶσσελ, πού ἵδρυσε τόν Χιλιασμό, ὅλοι ἦταν τοῦ διαβόλου, αὐτοί οἱ ἄνθρωποι ἀξίζει νά γίνουν χιλιασταί. Νομίζω δέν θά ὑπῆρχε μεγαλύτερη τιμωρία ἀπό αὐτήν γιά τήν προδοσία τους καί τήν λιποταξία τους ἀπό τήν Ἐκκλησία καί τήν ἁγία παράδοση τῶν πατέρων μας. Ἐπαναλαμβάνω ὅτι ὅσοι μποροῦν νά πιστέψουν ὅτι ἀπό τούς ἀποστόλους καί ἔπειτα ἔσβησε ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί χάθηκε, καί μόνο τόν 19ο αἰώνα ἔστειλε ὁ Θεός ἕναν ἀμερικανό ἔμπορο νά τήν ξαναφτιάξει, καί μάλιστα καλύτερη ἀπό τήν πρώτη καί ἀδιάλυτη πιά, αὐτοί ἀξίζει νά εἶναι χιλιασταί.

    Ἕνα δεύτερο ἐπιχείρημα εἶναι ὅτι ἀποφεύγουν τήν συζήτηση, ὅταν διαπιστώσουν ὅτι ὁ συνομιλητής τους γνωρίζει καλά τήν ἁγία Γραφή. Θυμοῦμαι, ὅταν πρό ἐτῶν ἐπισκέφθηκα τήν Γερμανία, στόν σιδηροδρομικό σταθμό τοῦ Μονάχου, ξαφνιάστηκα ἀπό ἑλληνικές φωνές σάν νά ἤμουν στήν Ἑλλάδα. Πλησίασα καί διαπίστωσα ὅτι ἦταν μερικοί «μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ», πού κήρυτταν καί διαφήμιζαν τά περιοδικά τους καί τά βιβλία τους. Μερικοί ὀρθόδοξοι προσπαθοῦσαν νά τούς εἰρωνευθοῦν, ἄλλοι μέ σαθρά ἐπιχειρήματα ἀγωνίζονταν νά τούς νικήσουν, χωρίς νά τό κατορθώνουν. Λυπήθηκα κατάκαρδα. Τί νά κλάψω πρῶτα, Θεέ μου! Γιά τίς πλάνες πού λένε οἱ ἐχθροί σου, οἱ αἱρετικοί, ἤ γιά τήν ἄγνοια πού ἔχουν τά παιδιά σου, οἱ ὀρθόδοξοι; Μπῆκα κι ἐγώ στόν κύκλο καί ἔλαβα μέρος στήν συζήτηση. Ἀποτέλεσμα ἦταν νά ἐξευτελιστοῦν, καί γιά ὅσο καιρό ἤμουν στό Μόναχο δέν εἶχαν τήν τόλμη νά ἐμφανισθοῦν στόν σιδηροδρομικό σταθμό.

    Ἄλλο παράδειγμα. Διοργάνωσαν στήν Στουττγκάρδη γενική συγκέντρωση ὅλων τῶν Ἑλλήνων «μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ» πού ἦταν στήν Γερμανία. Συγκεντρώθηκαν 1000 περίπου χιλιασταί. Στίς προσκλήσεις πού κυκλοφόρησαν προσκαλοῦσαν τόν καθένα νά πάει καί νά λάβει μέρος στήν συζήτηση. Πῆγα κι ἐγώ μ’ ἕναν ἱερέα καί 5-6 ὀρθοδόξους. Μετά τήν ὁμιλία ζήτησα τόν λόγο. Ὅσοι δέν μέ γνώριζαν φώναξαν νά πάω κοντά στό μικρόφωνο. Κινήθηκαν ὅμως ἀστραπιαῖα ὅσοι μέ γνώριζαν ἀπό τό Μόναχο, καί δέν μοῦ δόθηκε ὁ λόγος. Δήλωσαν μάλιστα οἱ ἀρχηγοί τους ὅτι θά σαλευτοῦν τά νέα μέλη τους, γι’ αὐτό πρότεινα νά διοργανώσουμε ἐμεῖς συγκέντρωση καί νά ἔρθουν καί αὐτοί, γιά νά γίνει δημόσια συζήτηση σέ δική μας συνάθροιση. Αὐτό ἔγινε ὕστερα ἀπό ἕνα μήνα. Ἐπί τρεῖς ὧρες ἐνώπιον χιλιάδων ἀνθρώπων δόθηκε ἡ μάχη τοῦ Πνεύματος. Οὐδέποτε φανταζόμουν ὅτι ἕνα μάτς πνευματικό θά διέλυε καί θά ξεπερνοῦσε τά ποδοσφαιρικά μάτς. Τό εἶδα ὅμως, τό ἔζησα καί τό πιστεύω. Εἶναι ἀδύνατο νά περιγράψω τό ἐνδιαφέρον τοῦ λαοῦ πού ἄφησε γήπεδα καί θεάματα καί ἦρθε νά παρακολουθήσει τόν ἀγώνα. Τό εὐχάριστο ἦταν ὅτι ἀνάμεσα στίς χιλιάδες τῶν ἀκροατῶν ἦταν καί «μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ», παρ’ ὅλο πού οἱ ἡγέτες φρόντισαν νά εἶναι μόνο οἱ διδάσκαλοί τους.

    Τό ἀποτέλεσμα ἦταν θρίαμβος γιά τήν Ὀρθοδοξία. Ἕνας μεγάλος ἀριθμός ὀπαδῶν τους, πού δέν εἶχαν ἀκόμη φανατισθεῖ, τούς ἐγκατέλειψαν, ἀκόμη δέ καί ὁ διδάσκαλός τους, αὐτός πού διάλεξαν νά συνομιλήσει μαζί μου, τούς ἐγκατέλειψε. Ταῦτα ἐγένοντο ἐν Στουττγκάρδῃ τῆς Γερμανίας κατά Φεβρουάριον τοῦ 1968, καί τό ὄνομα τοῦ διδασκάλου τῶν «μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ» Παπαηλιού.

    Καί βέβαια τό πάθημα τούς ἔγινε μάθημα. Μετά ἀπό τήν πανωλεθρία τῆς Στουττγκάρδης δέν τολμοῦν πλέον νά ἔρθουν σέ δημόσια συζήτηση. Τούς κάλεσα πολλές φορές. Περιόδευσα σχεδόν ὅλη τήν Ἑλλάδα. Τούς προσκάλεσα ἐπίσημα καί ἀνεπίσημα, τούς ἐξασφάλισα ἀπόλυτη ἐλευθερία καί ἀσφάλεια ἀπό τίς ἀρχές. Ποτέ δέν τόλμησαν νά ἔρθουν. Ἤ μᾶλλον ἔρχονται καί ἀκοῦνε, ἀλλά δέν θέλουν δημόσια συζήτηση. Μέ πολλή χαρά συζητοῦν μαζί  μου ὅλη τήν νύχτα ἀλλά χωρίς ἀκροατήριο. Σταμάτησα αὐτήν τήν τακτική, γιατί θεωρῶ τόν χρόνο μου χαμένο, ἄκαρπο. Εἶμαι ὅμως πρόθυμος γιά δημόσια συζήτηση, ὅπου θέλουν καί ὅπως θέλουν. Τούς προσκαλῶ καί αὐτήν τήν στιγμή ἄλλη μιά φορά. Ἄν θέλουν νά συζητήσουμε σέ δημόσιο χῶρο, σέ αἴθουσα, στό ραδιόφωνο, στήν τηλεόραση. Νά ποῦν τί πιστεύουν. Νά πῶ ἐγώ τί πιστεύει ἡ Ἐκκλησία μας. Νά τά ζυγίσουμε αὐτά πού πιστεύουμε στήν ἀλάνθαστη ζυγαριά, πού εἶναι ἡ ἁγία Γραφή, πού λένε ὅτι τήν πιστεύουν καί τήν παραδέχονται, νά δοῦμε ποῦ εἶναι ἡ ἀλήθεια. Περιμένω ἀπάντηση καί στήν δημοσία αὐτή πρόσκληση. Ὅσο γιά τήν ἐλευθερία καί ἀσφάλειά τους, αὐτά εἶναι προφάσεις. Γιατί σκέφτονται τόν νόμο ἐδῶ, πού τούς ἐξασφαλίζεται ἐπίσημα ἄλλωστε τό δικαίωμα τῆς συνομιλίας, καί δἐν τόν σκέφτονται, ὅταν σάν φίδια γλιστροῦν καί μπαίνουν στά φτωχόσπιτα, γιά νά βροῦν τούς ἀφελεῖς καί νά τούς δηλητηριάσουν; Ἀπό τήν πλούσια πεῖρα μου διαπίστωσα ὅτι οἱ «σπουδασταί τῆς Γραφῆς» εἶναι διαστρεβλωταί τῆς Γραφῆς καί μεγάλοι μάλιστα, καί ὅτι εἶναι οἱ «ψευδομάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ».

 

Στέργιος Ν. Σάκκος

Ἀπολύτρωσις 29 (1974) 56-57