Ὁ πύργος τῆς Βαβέλ καί οἰ φυσικές ἐπιστῆμες

babel-epistimes ἱστορία τοῦ πύργου τῆς Βαβέλ εἶναι γνωστή σέ ὅλους. Ἀπό ἐκείνη τήν ἐποχή μέχρι σήμερα πέρασαν χιλιάδες χρόνια, καί παρόμοιο ἐγχείρημα δέν ἀναφέρεται σ᾿ ὅλη τήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας. Θά ἔπρεπε, λοιπόν, νά βγάλουμε τό συμπέρασμα ὅτι ὁ πύργος τῆς Βαβέλ ἦταν ἕνα μεμονωμένο ἀτυχές γεγονός, πού προῆλθε ἀπό τό συνδυασμό τῆς ὑπεροψίας καί τῆς ἄγνοιας τῶν ἀρχαίων Σεννααρητῶν γιά τόν περιβάλλοντα φυσικό κόσμο. Αὐτό ὅμως δέν εἶναι γεμάτη ἀπό γνώση κάθε μορφῆς. Παρατηροῦμε, μάλιστα, ὅτι ὅσο ὁ ἄνθρωπος ἀναπτύσσεται τεχνολογικά καί γνωσιολογικά, τόσο πιό τρομακτικοί πύργοι κτίζονται.
 Οἱ ἀρχαῖοι Σενναρῆτες, μόλις ἔμαθαν νά κτίζουν στερεά οἰκοδομήματα, ἀμέσως «τά μυαλά τους πῆραν ἀέρα» καί βασιζόμενοι σ᾿ αὐτή τήν τεχνολογική πρόοδο, προσπάθησαν νά ὑψώσουν πύργο «ἕως τοῦ οὐρανοῦ», γιά νά φθάσουν τόν Θεό (καί ἴσως ἀκόμα καί νά τόν «ἐκθρονίσουν»). Παρομοίως, καί στή σύγχρονη ἐποχή, κάθε φορά πού γίνεται μία σημαντική ἐπιστημονική ἀνακάλυψη, πολλοί πιστεύουν ὅτι θά μπορέσουν κάποτε νά γίνουν θεοί καί νά θέσουν σέ ἀχρηστία τόν Θεό. Ἡ γνωστή «τεχνική τῆς κλωνοποίησης» εἶναι ἕνα παράδειγμα ἑνός «πύργου τῆς Βαβέλ», ὁ ὁποῖος προέκυψε ὅταν ὁ ἄνθρωπος γνώρισε τό DΝΑ καί τή δομή του.
 Οἱ σύγχρονοι «πύργοι τῆς Βαβέλ» δέν προέρχονται οὔτε ἀπό τίς θεωρητικές ἐπιστῆμες (φιλοσοφία, φιλολογία, ἱστορία κτλ.) οὔτε ἀκόμα ἀπό τίς φυσικές ἐπιστῆμες, οἱ ὁποῖες, χρησιμοποιώντας τή σύγχρονη τεχνολογία, ἔχουν ὡς σκοπό νά μᾶς γνωρίσουν τά ὑλικά δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ, δηλαδή τή φύση.
 Τό παράδοξο εἶναι ὅτι, ἐνῶ οἱ φυσικές ἐπιστῆμες εἶναι ὑπεύθυνες γιά τή δημιουργία τῶν πλέον τρομακτικῶν «πύργων τῆς Βαβέλ», οἱ ἴδιες αὐτές ἐπιστῆμες καί ἡ ἐμβάθυνσή τους ἀποδεικνύουν τήν ἡμιμάθειά μας καί τό πόσο μάταιο εἶναι ὄχι μόνο νά προσπαθήσει ὁ ἄνθρωπος νά πάρει τή θέση τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἀκόμα καί νά γνωρίσει πλήρως τά ὑλικά δημιουργήματά του. Ἐξετάζοντας, μάλιστα, τήν ἱστορία καί τήν ἐξέλιξη τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν, διαπιστώνουμε ὅτι ὅσο πιό πολύ ἐμβαθύνουμε σ᾿ αὐτές, τόσο πιό θαυμαστά καί πιό πολύπλοκα φαινόμενα ἀνακαλύπτουμε, καί, ταυτόχρονα, τόσο πιό πολύ ἀποκαλύπτεται ἡ ἀδυναμία τοῦ ἀνθρώπου ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
 Κάθε «πύργος τῆς Βαβέλ» βασίζεται στήν ἡμιμαθῆ γνώση μας γιά τό φυσικό περιβάλλον. Οἱ ἀρχαῖοι Σεννααρῆτες, π.χ., ἀγνοοῦσαν τήν ὕπαρξη καί σύσταση τῆς ἀτμόσφαιρας (καί τή μικρή ποσότητα ὀξυγόνου σέ μεγαλύτερα ὕψη) καί προέβησαν στό ἀστεῖο, μέ τά σημερινά δεδομένα, ἐγχείρημά τους. Παρομοίως, οἱ σύγχρονοι «πύργοι τῆς Βαβέλ» βασίζονται στήν ἡμιμαθῆ γνώση μας γιά τήν ὕλη κάθε μορφῆς (ἀπό τό πολύ μικρό ἕως τό πολύ μεγάλο). Ἐκεῖνο πού πρέπει νά ὑπογραμμίσουμε εἶναι ὅτι ἡ ἡμιμάθεια αὐτή θά ὑπάρχει πάντοτε, ὁσοδήποτε μεγάλη καί νά εἶναι ἡ ἐπιστημονική καί ἡ τεχνολογική ἀνάπτυξη στό μέλλον. Τό συμπέρασμα αὐτό ἐξάγεται μέ βάση τήν ὕπαρξη μερικῶν φυσικῶν νόμων, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦν ἀξεπέραστα ἐμπόδια γιά τήν πλήρη γνώση καί διερεύνηση φυσικῶν φαινομένων κάθε κλίμακας (μικρο-,μεσο-, μακρο-σκοπικῶν), καί εἶναι συνυφασμένοι μέ τήν ὕπαρξη τῆς ὕλης:
 * Στήν προσπάθεια τῆς διερεύνησης τοῦ πολύ μεγάλου, ὑπάρχει ὁ νόμος πού ἀπαγορεύει ἕνα ὑλικό σωματίδιο μέ συγκεκριμένη μάζα νά ὑπερβεῖ τήν ταχύτητα τῶν 300.000 Κm/sec (ταχύτητα τοῦ φωτός).
 * Στήν προσπάθεια τῆς διερεύνησης τοῦ πολύ μικροῦ ὑπάρχει ἡ «ἀρχή τῆς ἀπροσδιοριστίας» τῆς κβαντικῆς μηχανικῆς.
 * Ἀκόμα καί στήν ἁπλή (ἐκ πρώτης ὄψεως) διερεύνηση φυσικῶν συστημάτων, πού ἀντιλαμβάνεται ὁ ἄνθρωπος μέ τίς αἰσθήσεις του, διαπιστώθηκε ἡ ὕπαρξη τῶν λεγομένων «χαοτικῶν» ἤ «μή γραμμικῶν» φαινομένων. Αὐτοῦ τοῦ εἴδους τά φαινόμενα ἀποτελοῦν ἕνα ἀξεπέραστο ἐμπόδιο γιά τήν πλήρη γνώση ἀκόμα καί ἁπλῶν φυσικῶν φαινομένων τῆς καθημερινῆς ζωῆς.
 Προκύπτει, λοιπόν, τό συμπέρασμα ὅτι ὁ Θεός ἔχει κατασκευάσει τόν ὑλικό κόσμο (ἀπό τό πολύ μικρό ἕως τό πολύ μεγάλο) καί τούς φυσικούς νόμους, πού διέπουν τή συμπεριφορά τῆς ὕλης, κατά τρόπον, ὥστε ὁ ἄνθρωπος νά μήν μπορέσει ποτέ νά γνωρίσει πλήρως τή φύση, ὅπως πράγματι αὐτή ὑπάρχει καί λειτουργεῖ. Κατά συνέπεια, κάθε «πύργος τῆς Βαβέλ» θά εἶναι πάντοτε καταδικασμένος σέ ἀποτυχία λόγῳ τῆς μόνιμης ἀνθρώπινης ἡμιμάθειας.

 

Π. Καραφίλογλου
Ἀν. καθηγητής κβαντικῆς χημείας Α.Π.Θ.
τ. μόνιμος ἐρευνητής τῆς C.N.R.S.