Ἐπίρριψον ἐπὶ Κύριον τὴν μέριμνάν σου...

 epiripson Ἐκεῖ γύρω στίς 12:00 τό μεσημέρι, στό μέσο τῆς καθημερινῆς δραστηριότητας, ἄν ἔχεις λίγο χρόνο, περίπου 5-7 λε­πτά, νά «σπάσεις» τή μέρα σου στή μέση. Τότε πού ὁ λειτουργικός κανόνας τῆς Ἐκκλησίας ὅρισε νά ψάλλεται ἡ ἀκολουθία τῆς Ἕκτης Ὥρας· ὅταν ὁ ἥ­λιος ἀνεβαίνει στόν οὐρανό καί μαζί μέ αὐτόν οἱ ἔγνοιες καί οἱ ἀγωνίες τῆς μέ­ρας.
  Πόσο σοφά καί ταιριαστά ἐκείνη τήν ὥρα ἀκούγεται ἡ ψαλμική προτροπή: «Ἐπίρριψον ἐπὶ Κύριον τὴν μέριμνάν σου, καὶ αὐτὸς σὲ διαθρέψει· οὐ δώσει εἰς τὸν αἰῶνα σάλον τῷ δικαίῳ» (Ψα 54, 23). Στόν ἄνθρωπο τοῦ σήμερα πού εἶναι ὁλόκληρος μία μέριμνα, πού ἀνασφαλής καί ἀγχωμένος τρέχει καί δέν φθάνει, ἡ Ἐκκλησία τοῦ προτείνει κάτι πολύ συ­γκεκριμένο καί χειροπιαστό. Ὄ­χι νά μήν ἔ­χει μέριμνα -αὐτή ἐξάλλου εἶναι συνυφασμένη μέ τή μεταπτωτική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου καί ἡ ἀμεριμνησία εἶναι πνευματικό προνόμιο λί­γων-, ἀλλά νά τήν ἀκουμπήσει, ἤ ἀκόμη καλύτερα, νά τή «ρίξει» στόν Κύ­ριο. Δέν πρόκειται γιά μία τεχνική χαλάρωσης ἤ διαλογισμό ἀ­νατολικοῦ τύπου, ἀλλά γιά μία πραγματικότητα πού τήν ἐπαναλαμβάνει σέ κά­θε θεία Λειτουργία: «Ἑαυτοὺς καὶ ἀλλή­λους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα».
  Ὁ προδομένος ἀπό τόν γιό του βασι­λιάς Δαβίδ, 3.000 χρόνια πρίν, παρακι­νού­μενος ἀπό τό ἅγιο Πνεῦμα στέλνει στόν προδομένο ἀπό τά ἴδια του τά ἐπιτεύγματα ἄνθρωπο τῶν ἡμερῶν μας μήνυμα ἐλπίδας κι ἐμπιστοσύνης στήν Πα­τρική φροντίδα. Ἐμπιστοσύνη σ᾽ Ἐ­κεῖ­νον πού «διέρρηξε τό χειρόγραφο τῶν πταισμάτων μας» καί μπορεῖ νά διαθρέψει τόν πνευματικά πεινασμένο ἄν­θρω­πο τοῦ σήμερα. «Ἐπίρριψον ἐπὶ Κύριον τὴν μέριμνάν σου...».   Πόσο δια­φο­ρετική θά ἦταν ἡ καθημερινότητά μας, ἄν προσπαθούσαμε νά ἀφήσουμε τίς μέριμνες πού κουβαλᾶμε στή θεϊκή ἀγκαλιά! Χω­ρίς ἄγ­χη καί βασανιστικές ἔγνοιες, ὁ ἄν­θρω­πος πού στρέφει τό βλέμμα του στόν Οὐρα­νό μένει ἀσάλευτος καί εἰρηνικός.
Καθώς πορευόμαστε στή ζωή μας μέ γρήγορους ἤ πιό ἀργούς ρυθμούς, μονά­χα μία θά πρέπει νά εἶναι ἡ δική μας ἀγωνία: νά βιώνουμε τήν κάθε στι­γμή ὡς ἀ­φετηρία μετάνοιας· καί μία ἡ μέριμνά μας: νά ἀνήκουμε στούς «δικαίους» τοῦ Θεοῦ.

Εὔφημη Μπούτσικου-Ρίζου

"Ἀπολύτρωσις", Ἰαν. 2024