π. Συμεών Κραγιόπουλος

p simeon c Στίς ἀρχές τοῦ Ὀ­κτώβρ ἐ.ἔ., στό Παν­όραμα Θεσ­σα­λο­νί­κης, κοι­­μή­θη­κε   ἐν Κυ­­ρίῳ ὁ γνω­­στός στό παν­­­ελ­­λή­νιο καί σέ πολ­­­λές χῶ­ρες  τοῦ κό­σμου ἀρ­­­­­­­χι­­μαν­δρίτης π. Συ­μεών Κρα­γιό­πουλος.

 Μέ συγκίνηση χα­­­ράσ­σω αὐτές τίς γραμ­μές, κα­θώς θυμοῦμαι τούς πα­λιούς δεσμούς πού συνέδεσαν τόν ἐκ­λιπόντα μέ τήν Ἀδελφότητα ΑΠΟΛΥΤΡΩΣΙΣ κατά τά φοιτητικά του χρόνια. Ἦ­ταν ἀ­πό τούς πρώτους οἰκοτρόφους τοῦ οἰ­κοτρο­φείου τῆς Ἀδελφότητος, στόν δεύτερο ὄ­ροφο πο­λυκαιρινῆς οἰκοδο­μῆς στήν ὁδό παλαιά Ἀριστοτέ­λους καί Σωκράτους. Ὑπῆρξε σύνοικος καί ὁμο­δί­αιτος νέων οἱ ὁποῖοι ἀναδείχθηκαν καταξιωμένες προσωπικό­τητες καί εὐ­εργέτησαν τήν κοινω­νία ὡς ἐ­πί­σκοποι, ἱερεῖς, ἱεροκήρυκες, συγ­γρα­φεῖς, εἰδι­κοί καί γενικοί σύμβουλοι ὑπουργῶν καί πρωθυπουργῶν, ἐκπαι­δευτικοί ὅλων τῶν βαθμίδων, δόκι­μοι κοινωνικοί ἐρ­γάτες, εὐλογημένοι οἰκογενειάρχες.
 Καταγόμενος ἀπό τή Ρητίνη Πιε­ρί­ας ὁ ἤδη μα­κα­ριστός γέροντας τε­λεί­ω­σε τίς γυμνασιακές σπου­δές του σέ καιρούς δύσκολους, τά πρῶτα χρό­νια μετά τή λήξη τῆς γερμανικῆς Κα­τοχῆς, καί ἦρθε στή Θεσ­σαλονίκη γιά νά σπου­δάσει στή Θεολογική Σχολή, πού μόλις εἶχε ἱδρυθεῖ τό 1942. Ὁ πό­θος του γιά τά ἱερά γράμματα παραμέ­ρισε κάθε ἄλ­λη ἐπιθυμία καί δυνατότητα. Μποροῦσε νά σπουδάσει σέ ὁ­ποια­δή­ποτε ἄλλη σχολή, αὐτός ὅμως πόθησε τή «σχολή τῶν σχολῶν», τή Θεολο­γι­κή. Ἀλλά ἔ­με­λλε νά ἐκπληρωθεῖ αὐτός ὁ πόθος με­τά ἀπό πολ­λές περι­πέτειες: Ὁ μικρός ἀ­ριθμός τῶν ἐγ­γραφέντων δέν δικαιο­λο­γοῦσε τή λειτουργία τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς. Ἔτσι ὁ Κωσταντῖνος -αὐτό ἦ­ταν τό βα­φτι­στι­κό του ὄνομα- ἀναγκά­σθηκε νά γυρίσει στό χωριό, στίς σκλη­ρές ἀγρο­τικές ἐργασίες, πού τοῦ κλη­ροδότησαν προβλήματα ὑ­γείας, τά ὁ­ποῖα τόν συνό­δευαν σέ ὅλη τή ζωή του ὡς ἕνας «σκόλοψ τῇ σαρκί».
 Ὡς δῶρο τοῦ Θεοῦ δέχθηκε ἀρ­γό­τερα τήν εἴδηση ὅτι ἡ Πολιτεία μέ σχε­τικές διατάξεις διευκόλυνε τούς ἐγγε­γραμμένους σέ πανεπιστημιακές σχ­ο­λές νά προσέλθουν στίς ἐξετάσεις χω­ρίς προηγούμενη φοίτηση. Ἔτσι ξα­ναῆρθε στή Θεσσαλονίκη. Τότε ἦταν πού τόν γνωρίσαμε, ἕνα ξανθό σγου­ρό­μαλ­λο ἀγροτόπαιδο, μέ χέ­ρια ροζια­σμέ­να ἀπό τή δουλειά καί μέ προ­βλήματα στή σπονδυ­λι­κή στήλη, ἀλ­λά καί μέ ἕνα κα­θαρό γαλα­νό βλέμμα. Βρῆκε φι­λόξενη στέγη στό φοιτητικό οἰ­κοτρο­φεῖο τῆς Ἀπολυτρώσεως. Ἁπλός καί εὐκί­νητος, εἰλικρινής καί πρόθυμος κέρδισε τή συμπάθεια καί ἀγάπη ὅλων. Ἐντάχθηκε στό Τμῆμα τῶν νέων τῆς Ἀ­δελφότητος καί στή χορωδία, λαμβάνοντας ἐνεργό μέρος σέ κάθε ἐκδή­λωση. Ἦ­ταν ἀπό τούς καλούς μαθητές στό «Σχο­λεῖο τοῦ Χριστοῦ», καί ὁ τότε πνευ­μα­τι­κός τῆς Ἀδελφότητος μακαριστός π. Τι­μόθεος Πα­πα­μιχαήλ τόν συμπαθοῦσε ἰδι­αίτερα. Ἐ­κτιμώντας τόν ζῆλο τοῦ νεαροῦ φοι­τητοῦ καί τήν ἀπόφασή του νά ἀφο­σι­ωθεῖ στά ἱερά γράμματα στάθηκε δίπλα του μέ σοφία καί στοργή. Θυμοῦμαι μέ πόση μέριμνα φρόντισε γιά τή νοση­λεία τοῦ Κωσταντίνου στό θερα­πευτή­ριο τῆς Βού­λας Ἀθηνῶν, πῶς τόν ἐπι­σκεπτό­ταν συ­χνά γιά νά τόν ἐνισχύσει, κα­θώς καί τίς εἰδικές λειτουργικές συ­νά­ξεις πού μᾶς ἔκα­νε στή Θεσσαλο­νίκη, γιά νά προσευχηθοῦμε ὅλοι ὑπέρ ὑ­γεί­ας τοῦ μαθητοῦ τοῦ «Σχολείου τοῦ Χρι­στοῦ». Τόν στήριζε «μένειν ἐν Χρι­στῷ» καί τόν κα­τάρ­τιζε ὥσ­τε ἐν καιρῷ νά ἀ­ξιωθεῖ τῆς θεϊ­κῆς ἀνα­θέ­σεως «ποί­μαινε τὰ πρόβατά μου». Οἱ δύο αὐτές φρά­σεις ἀποτελοῦσαν τίτλους φυλ­λα­δίων μέ τά ὁποῖα μᾶς καλλιεργοῦσε ὁ π. Τιμόθεος στό «Σχολεῖο τοῦ Χριστοῦ».
 Μετά τό πέρας τῶν σπουδῶν του ὁ Κωσταντῖνος, μέ τή συγκατάθεση καί ἐνέργεια τοῦ πνευματικοῦ του πατέρα προσ­­ῆλθε στίς τάξεις τοῦ ἱεροῦ κλή­ρου, γιά νά γίνει ποιμένας τῶν λογικῶν προβά­των τοῦ Κυρίου, ὅπως βαθιά τό ἐπιθυμοῦ­σε. Ὡς ἀρχιμανδρίτης Συμεών πλέον θά ἐργασθεῖ ἐπί πολλές δε­κα­ετίες μέ σοφία καί γνώση, ἀλλά καί μέ ἁπλότητα καί ταπείνωση ὡς ἱεροκή­ρυ­κας, κατηχητής καί πνευματικός. Μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ χάρηκε πλούσιους τούς καρπούς τῆς διακονίας του. Χι­λιάδες οἱ ψυχές πού στηρίχθηκαν κον­τά του, ξε­κουράσθηκαν στό πετραχήλι του, καθο­δηγήθηκαν μέ τή συμ­βουλή του. Ἀλλά γι’ αὐτά θά γράψουν οἱ ἴδιοι οἱ εὐεργε­τημένοι μαθητές του, πού τά ἔζησαν, καί οἱ συνεχι­στές τοῦ ἔργου του.
 Ἐγώ μέ τό σημείωμα αὐτό θά ἤ­θε­λα ταπεινά ἐκ μέρους καί ὅλης τῆς Ἀ­δελφότητος, ἰδιαίτερα τῶν παλαιῶν με­λῶν, πού προσωπικά τόν γνωρίσαμε, νά εὐχηθῶ ὁ Κύριος, πού κατέστησε τόν ἄ­ξιο δουλευτή του Συμεών ἱερουργό τῶν Μυστηρίων Του ἐδῶ στή γῆ, νά τόν ἀξι­ώσει καί στό ὑπερουράνιο θυσια­στήριο νά Τόν ὑμνεῖ. Ἐκεῖ νά δέεται καί γιά τίς ψυχές πού ἐδῶ στή γῆ ἀγάπησε καί γιά τήν προκοπή ὅλου τοῦ ἔργου τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας του. Συμεών, ἀρχιμαν­δρί­του καί πνευματικοῦ, αἰωνία ἡ μνήμη!

Δημήτριος Χαρίσης