Τό Εὐαγγέλιο γιά τήν γυναίκα Α΄

Ἰσότιμη μέ τόν ἄνδρα

Oik-M-Basileiou-08-lept  ῾Η θέση τῆς γυναίκας στό Εὐαγγέλιο, καί στήν ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία γενικώ­τε­ρα, εἶναι ἕνα θέμα σοβαρό καί σπουδαῖο. Εἶναι ὅμως ἐπίσης καί ἕνα θέμα ἐν πολ­λοῖς παρεξηγημένο. Πολλοί ἔχουν τήν ἐντύπωση ὅτι ὑποτιμᾶται ἡ γυναίκα στήν ᾿Εκκλησία καί θεωρεῖται ἄνθρωπος «δευτέρας κατανομῆς», ὑποτακτική καί δούλη τοῦ ἄνδρα. ῎Ετσι ἀκοῦμε συχνά νά κατηγορεῖται τό Εὐαγγέλιο καί νά ἐγκαλεῖται ἡ ᾿Εκκλησία, διότι δῆθεν διδάσκουν καί καλλιεργοῦν τήν ὑποδούλωση τῆς γυναίκας στόν ἄνδρα.

  Οἱ κατηγορίες αὐτοῦ τοῦ εἴδους, ὅταν δέν προέρχονται ἀπό προκατάληψη ἤ καί ἐσκεμμένη διαστρέβλωση τῆς ἀλήθειας, ἔχουν τήν ρίζα τους στήν ἄγνοια ἤ τήν ἡμιμάθεια πού χαρακτηρίζει πολλούς. Εἶναι ὅμως ἄδικη καί συκοφαντική αὐτή ἡ θέση, διότι τό Εὐαγγέλιο πρῶτο στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας διακήρυξε τά πραγματικά δικαιώματα τῆς γυναίκας. Αὐτό τήν τοποθέτησε στήν θέση πού ἐξ ἀρχῆς τῆς εἶχε ὁρίσει ὁ Δημιουργός της· ὀντότητα ἐλεύθερη μέ προορισμό τήν θέωση. Ὄχι δούλη ἀλλά σύντροφος καί βοηθός τοῦ ἄνδρα, ἀπό τόν ὁποῖο ἐπίσης θάλπεται καί βοηθεῖται ὡς ἰσότιμη καί ἰσάξιά του.

  Ἄς μελετήσουμε, λοιπόν, μέ βάση τήν ἁγία Γραφή, τί λέει ἡ πίστη μας γιά τό ἐπίμαχο αὐτό ζήτημα καί ἄς δοῦμε ποιός τελικά ἀπελευθερώνει πράγματι τήν γυναίκα. Δέν θά ἐξαντλήσουμε, βέβαια, ὅλες τίς μαρτυρίες τῆς Καινῆς Διαθήκης. Θά προσπαθήσουμε νά προσεγγίσουμε μόνο τίς πιό ἀντιπροσωπευτικές, μέ ὁδηγό πάντοτε τήν φωτισμένη σκέψη τῶν ἁγίων πατέρων τῆς ᾿Εκκλησίας μας. Θά ἐξετάσει δέ ἡ μελέτη μας κατά κύριο λόγο τήν θέση τῆς γυναίκας μέσα στόν γάμο. Θά τήν παρακολουθήσει ὡς σύζυγο καί μητέρα, σημειώνοντας -ὅπου καί ὅσο κρίνεται ἀναγκαῖο- τήν θέση τοῦ Εὐαγγελίου γιά τήν ἄγαμη γυναίκα.

  Εἶναι γνωστό ὅτι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἀπερίφραστα συστήνει στίς γυναῖκες συ­ζύ­γους τήν ὑποταγή στούς ἄνδρες τους. Συγκεκριμένα ἡ Καινή Διαθήκη, ὅσες φορές κάνει λόγο γιά τίς σχέσεις τῶν γυναικῶν πρός τούς συζύγους τους, παραγγέλλει ὑποταγή, ὑπακοή (᾿Εφ 5,22· Κλ 3,18· Ττ 2,5· Α΄ Πέ 3,1.5) καί φόβο, δηλαδή σεβασμό (᾿Εφ 5,33· Α΄ Πέ 3,2).

  Τήν αἰτία αὐτῆς τῆς θεϊκῆς ἐπιταγῆς ἐντοπίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος καί στήν συνέχεια οἱ πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας μας σ᾿ ἐκείνη τήν παλιά θλιβερή ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος, στήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων. ῾Η Εὔα, ἡ πρώτη γυναίκα, ἦταν αὐτή πού πρώτη ἀπατήθηκε ἀπό τόν ὄφι -«γυνή ἀπατηθεῖσα ἐν παραβάσει γέγονε» (Α΄ Τι 2,14)- καί ἀπάτησε στήν συνέχεια τόν ἄνδρα, τόν ᾿Αδάμ. Ἔτσι ἡ γυναίκα ἔγινε ἡ ἀρχή καί ἡ αἰτία νά μπεῖ τό κακό στήν ἀνθρωπότητα. Κι ἄκουσε ἀπό τόν Θεό τόν λόγο πού σέρνει ἀπό τότε κληρονομιά της ἀναπόδραστη· «᾿Εν λύπαις τέξῃ τέκνα, καί πρός τόν ἄνδρα σου ἡ ἀποστροφή σου, καί αὐτός σου κυριεύσει» (Γέ 3,16). Μετά ἀπό τό παράπτωμα αὐτό ἀφαιροῦνται τά κυριαρχικά δικαιώματα ἀπό τήν γυναίκα. Στό ἑξῆς θά ὑπακούει στόν ἴσο της ἄνδρα. Αὐτό μοιάζει σάν νά κάνουν μιά σοβαρή παράβαση δύο λοχίες, ἀπό τούς ὁποίους ὁ ἕνας παρέσυρε τόν ἄλλο. Καί οἱ δύο τιμωροῦνται μέ φυλάκιση ἑνός μηνός· ἐκείνου ὅμως πού παρέσυρε τόν ἄλλο, τοῦ ξηλώνουν καί τά γαλόνια καί τόν ἀναγκάζουν νά ὑποτάσσεται στόν πρώην ἴσο του.

  Κατ᾿ ἐπανάληψιν τονίζουν οἱ ἅγιοι πατέρες ὅτι ἐξ ἀρχῆς ἡ γυναίκα πλάσθηκε ἴση πρός τόν ἄνδρα. «῾Ο Θεός ἀναγνωρίζει ὡς ἕνα ὄν, ὡς μία ζωντανή ὕπαρξη, τόν ἄνδρα καί τήν γυναίκα καί σέ καμιά περίπτωση δέν χωρίζει τό ἀνθρώπινο γένος», παρατηρεῖ ὁ ἅγιος ᾿Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος. Καί ὁ Μέγας Βασίλειος στόν ἐγκωμιαστικό λόγο του «Εἰς τήν μάρτυρα ᾿Ιουλίτταν» βάζει στό στόμα τῆς ἁγίας τά ἑξῆς· «Εἴμαστε ἀπό τό ἴδιο φύραμα μέ τούς ἄνδρες. ῎Εχουμε πλασθεῖ ῾κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ᾿, ὅπως κι αὐτοί. ῾Η γυναίκα ἔγινε ἔτσι ἀπό τόν Κτίστη, ὥστε ἐξ ἴσου μέ τόν ἄνδρα νά δέχεται τήν ἀρετή. Καί πράγματι, δέν εἴμαστε καθ᾿ ὅλα συγγενεῖς μέ τούς ἄνδρες; Διότι γιά τήν κατασκευή τῆς γυναίκας δέν πῆρε μόνο σάρκα, ἀλλά καί ῾ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀστέων᾿. Ὥστε ἡ σταθερότητα, ἡ δύναμη καί ἡ ὑπομονή δόθηκαν ἀπό τόν Δεσπότη καί σ᾿ ἐμᾶς ἐξ ἴσου μέ τούς ἄνδρες».

  ᾿Εν τούτοις, ἡ ἰσότητα δέν πρέπει νά ἐκληφθεῖ ὡς ἐξομοίωση τῶν δύο φύλων. Στήν περίπτωση αὐτή δηλαδή ἰσχύει, θά ἔλεγα, ἐκ τοῦ ἀντιθέτου τό ἀξίωμα τῆς Γεωμετρίας ὅτι τά ὅμοια τρίγωνα ἔχουν μέν ἴσες τίς γωνίες καί ἀνάλογες τίς πλευρές, ἀλλά δέν εἶναι ἴσα. ᾿Αντίστοιχα, ἡ γυναίκα εἶναι μέν ἴση μέ τόν ἄνδρα, ἀλλ᾿ ὄχι ὅμοια μέ αὐτόν. Εἶναι ἴση ὡς ὕπαρξη ἀπέναντι στόν Θεό, μέ τά ἴδια δικαιώματα καί ὑποχρεώσεις, μέ τίς ἴδιες δωρεές καί ὀφειλές. Εἶναι ὅμως διαφορετική στήν κατασκευή καί τόν προορισμό της, στήν λειτουργία καί τήν ἀποστολή της. ῾Ο ἄνδρας ἔχει αὐξημένη μυϊκή δύναμη κι ἄκοπα σηκώνει φορτία βαριά. ῾Η γυναίκα ἔχει εὐγένεια καί λεπτότητα, διαίσθηση καί εὐαισθησία, σύνεση καί καρτερία. Στίς καθημερινές μας ἀνάγκες, ἄλλοτε χρειαζόμαστε τήν δυνατή πυγμή τοῦ ἄνδρα καί ἄλλοτε τό ἁπαλό χάδι τῆς γυναίκας. Ὅταν καί τά δύο μᾶς εἶναι ἀπαραίτητα, μποροῦμε νά κάνουμε συγκρίσεις καί ἐκτιμήσεις πώς ὁ ἕνας εἶναι ἀνώτερος ἀπό τόν ἄλλον;

  ῾Η διαφορά τῶν δύο φύλων ἔγκειται στήν διαφορά τῆς ἴδιας τῆς φύσεώς τους. ῾Υποτακτική εἶναι ἡ φύση τῆς γυναίκας καί προστατευτική τοῦ ἄνδρα. Αὐτή ἡ διαφορά δέν ἀποτελεῖ μειονέκτημα γιά τήν γυναίκα, ἀλλά εἶναι ἁπλῶς χαρακτηριστική τοῦ φύλου της. «῾Ομοίως ὁμότιμοι αἱ φύσεις, ἴσαι αἱ ἀρεταί· ἆθλα ἴσα, ἡ καταδίκη ὁμοία», διακηρύττει ὁ ἅγιος Γρηγόριος, ἐπίσκοπος Νύσσης. Καί συνεχίζει· «Ἄς μήν παραπονεῖται, λοιπόν, ἡ γυναίκα, εἶμαι ἀδύναμη. ῾Η ἀδυναμία εἶναι στήν σάρκα, ἡ δύναμη βρίσκεται στήν ψυχή... Πότε μπορεῖ ἡ φύση τοῦ ἄνδρα νά ἀνταγωνισθεῖ τήν φύση τῆς γυναίκας, πού διάγει τήν ζωή της καρτερικά; Πότε μπορεῖ ὁ ἄνδρας νά μιμηθεῖ τήν ἀντοχή τῶν γυναικῶν στίς νηστεῖες, τήν φιλοπονία στίς προσευχές, τήν ἀφθονία στά δάκρυα, τήν ἑτοιμότητα πρός τήν φιλανθρωπία;... ῾Η ψυχή, λοιπόν, τοῦ ἄνδρα καί ἡ ψυχή τῆς γυναίκας εἶναι ὁμότιμες. ῾Η διαφορά βρίσκεται στά σώματα».

  Πρίν ἀπό τήν παρακοή, διευκρινίζει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, ἡ γυναίκα ἦταν ὁμότιμη μέ τόν ἄνδρα. Μετά τήν παρακοή ἀναγκάζεται νά ὑποταχθεῖ στόν ἴσο της. ᾿Αποδίδοντας ἐλεύθερα τά λόγια τοῦ Δημιουργοῦ, ὁ ἅγιος διδάσκαλος βάζει στό στόμα του τήν ἑξῆς ἀποστροφή πρός τήν γυναίκα· «Σέ ἔπλασα ὁμότιμη μέ τόν ἄνδρα· δέν χρησιμοποίησες καλά τήν ἐξουσία σου. Ἄντε, λοιπόν, στήν ὑποταγή. Δέν τίμησες τήν ἐλευθερία, καταδέξου τώρα τήν δουλεία». Γιά τούς εὐσκανδάλιστους σπεύδω νά σημειώσω ὅτι αὐτή ἡ δουλεία δέν εἶναι καταδυνάστευση ἀλλά ἐλεύθερη συνεργασία, ὅπου συνεισφέρουν καί οἱ δύο σύζυγοι, ὅπως θά δοῦμε στήν συνέχεια.

  Τήν θεόσδοτη ἰσοτιμία, λοιπόν, καταστρέφει ἡ ἁμαρτία. Τό Εὐαγγέλιο ὅμως καθόλου δέν ἐννοεῖ πώς ἡ γυναίκα, ὑποταγμένη στόν ἄνδρα της, εἶναι σκλάβα ἤ ἕνα κατώτερο εἶδος ἀνθρώπου. Τέτοια καί χειρότερη θέση κατέχει στήν ἀρχαία ῾Ελλάδα. ᾿Εκεῖ τήν βλέπουμε ἐγκλωβισμένη στόν γυναικωνίτη, πού φράσσεται ἀπό ἀμπάρες καί κάγκελλα. Μόνο μέχρι τήν αὐλόπορτα τοῦ σπιτιοῦ της ἐπιτρέπεται νά βγαίνει. ᾿Εξαιρεῖται ἡ γυναίκα τῆς Σπάρτης, πού ἀπολαμβάνει μεγάλη ἐλευθερία κι ἔχει ἐξομοιωθεῖ σχεδόν μέ τόν ἄνδρα. ῾Η εὐφυής σκέψη τοῦ φιλοσόφου Πλάτωνα δέν μπορεῖ νά δεῖ στήν γυναίκα τίποτε περισσότερο ἀπό ἕνα ζῶο. Γι᾿ αὐτό καί χαρακτηρίζει τόν ἄνδρα ὡς φύλακα μιᾶς ἀγέλης. Στήν "Μήδεια" τοῦ τραγικοῦ ποιητῆ Εὐριπίδη ἡ γυναίκα εἶναι «τό πιό ἄθλιο ἀπ᾿ ὅλα τά ἔμψυχα καί λογικά γεννήματα». Κι ἐκεῖνος ὁ τετράγωνος νοῦς τοῦ ᾿Αριστοτέλη θεωρεῖ τήν δούλη ὅμοια μέ τά κατοικίδια ζῶα καί ἀποφαίνεται ὅτι «τό ἄρρεν» εἶναι ἐκ φύσεως «ἄρχον» καί «δεσπόζον», τό δέ «θῆλυ» εἶναι ἐκ φύσεως «ἀρχόμενον» καί «δοῦλον».

Στέργιος Σάκκος