Σχολικά ἐγχειρίδια (Β΄)

Ἀπό τή θεματολογία τῆς διαθεματικότητας


  ῾Η τριβή καί ἡ ἐνασχόληση μέ τά νεά σχολικά βιβλία, τά ὁποῖα χαρακτηρίζονται ἀπό «τή διαθεματικότητα, τή διεπιστημονικότητα, τήν ὁλιστική προσέγγιση τῆς γνώσης», δημιουργεῖ ἔμπονη ἀνησυχία καί εὔλογα ἐρωτηματικά. Σταχυολογοῦμε, λοιπόν, μερικά σημεῖα ἀπό τά φιλολογικά (π)μαθήματα τοῦ Γυμνασίου·
  Τώρα πιά ὁ θεονήστικος Παπαδιαμάντης μιλάει... γιά τή διατροφή (Ν.Γ., Α´, σελ. 70, κείμ. 7)! Καί ὁ ἄγευστος ἀπό ᾿Ορθοδοξία καινοφανής Καλιότσος εἶναι ὁ νέος «τελετάρχης» γιά τό Πάσχα (Κ.Ν.Λ., Α´, σελ. 61). Γιά τή Μεγάλη Παρασκευή χρησιμοποιεῖται ὁ Καζαντζάκης· «Μιά φορά τόν ἔλεγαν ῎Αδωνη, τώρα Χριστό... καί θυμήθηκα τίς ἄλλες ἱέρειες, τίς Μέλισσες, στό ναό τῆς ᾿Εφέσιας ῎Αρτεμης· θυμήθηκα τό ναό τοῦ ᾿Απόλλωνα στούς Δελφούς» (Ν.Γ., τετρ. ἐργ., Α´, σελ. 75, κείμ. 3). Στά Κ.Ν.Λ., Β´ (σ. 113) ὁ ἴδιος συγγραφέας ξεκινᾶ Κυριακή πρωί τό ταξίδι του γιά τήν Κνωσό· «Τήν ὥρα πού χτυποῦσαν οἱ καμπάνες κι οἱ χριστιανοί πήγαιναν στόν ῾Αι-Μηνᾶ νά λειτουργηθοῦν, κίνησα γιά ἄλλο ἐγώ προσκύνημα». ῾Ο μεγάλος σταθμός τῆς ῾Ιστορίας, ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ἀποδίδεται μόνον ἐθιμικά μέ τό διήγημα «Κάποια Χριστούγεννα» τοῦ Ξενόπουλου (Κ.Ν.Λ., Β´, σ. 64), ἀφοῦ ὁ ἑορτασμός ἑστιάζεται στή χριστουγεννιάτικη κουλούρα· ἐνῶ τό γνωστό «Παραμονή Χριστουγέννων» τοῦ Ντίκενς (Κ.Ν.Λ., Α´, σ. 61) ἀποτελεῖ ἀντιπροσωπευτικό δεῖγμα τῆς παγκοσμιοποιημένης διάστασης τῆς ἑορτῆς.
  Πόσο οἱ συγγραφεῖς ἐμφοροῦνται ἀπό ἀνθρωπιστικά αἰσθήματα φαίνεται ἀπό τό «Στρίγκλα καί καλλονή», τῆς Λ. Ζωγράφου (Κ.Ν.Λ., Α´, σ. 239). ῾Η συγγραφέας πιστεύει ὅτι ὅσοι φροντίζουν τά πεινασμένα παιδιά περισσότερο ἀπό τά σκυλιά εἶναι «ὑποκριτές», «φαῦλοι», «κούφιοι», «ἐπιδειξιομανεῖς»· «οἱ ἄνθρωποι δέν μποροῦν νά ἀγαποῦν χωρίς ἀναγνώριση. ῾Η ἐλεημοσύνη εἶναι ἐκδήλωση ἐγωισμοῦ. Σοῦ τήν ἀναγνωρίζουν οἱ ἄλλοι καί σέ ἐπαινοῦν γιά ὅσα προσφέρεις». Νά ζήσει, λοιπόν, ὁ «ζωοκεντρισμός» τῶν νέων βιβλίων μας!
  ῞Ο,τι πιό μίζερο καί μονόπλευρο στοιβάζεται στίς σελίδες τους. Στά Κ.Ν.Λ., Γ´ (σ. 72-73) «῾Ο ἐπιστάτης τῶν ἐθνικῶν οἰκοδομῶν ἐπί ᾿Ι. Καποδίστρια», τοῦ ᾿Αλέξανδρου Σούτσου, κηλιδώνει τή μορφή τοῦ πρώτου καί ἀνεπανάληπτου κυβερνήτη. ᾿Από τά ᾿Απομνημονεύματα τοῦ Μακρυγιάννη ἐπιλέχτηκε ἕνα ἀπόσπασμα, ὅπου ἀπομυθοποιοῦνται ὁ Κολοκοτρώνης καί ἄλλοι ἥρωες (Κ.Ν.Λ., Γ´, σ. 46-48). ῾Ο ᾿Εθνικός ῞Υμνος δέν ὑπάρχει, δέν διδάσκεται πιά. ῾Η προετοιμασία τῆς ἑορτῆς τῆς 25ης Μαρτίου ἀπαξιώνεται (Ν.Γ., Α´, σ. 82· Ν.Γ., Β´, τετρ. ἐργ. 35-36). Τό «῎Οχι» τοῦ 1940 ματαίως ἀναζητεῖται.
  Σίγουρα πάντως τά παιδιά θά τραφοῦν μέ πλούσιο ἐρωτικό ὑλικό σέ κάθε μορφή· ποίηση, πεζογραφία, συνοδευτικά εἰκαστικά. ῞Ενας ξέχειλος αἰσθησιασμός διαπερνᾶ καί διαποτίζει εὐκαίρως ἀκαίρως τά πάντα. Μάλιστα προβλέπονται καί ἐργασίες τοῦ τύπου· «Περιγράψτε μέ δικά σας λόγια τή συναισθηματική ἔνταση τῶν ἐρωτευμένων. ῎Εχετε νιώσει ποτέ ἀνάλογα συναισθήματα;» (Κ.Ν.Λ., Β´, σ. 190). ῾Ο νέος ὕμνος τῶν νεοκυκλοφορηθέντων καί ἁδρά ἀμειφθέντων «ὁλιστικῶν» βιβλίων μπορεῖ νά εἶναι τῆς Πολυδούρη τό «Γιατί μ’ ἀγάπησες;» (Κ.Ν.Λ., Γ´, σ. 150). Στίχοι του «κοσμοῦν» καί τή Νεοελληνική Γλώσσα, Β´ (σελ. 53).
  Τό παράδοξο εἶναι πῶς ἐξατμίζεται καί ἐξαφανίζεται ὅλο αὐτό τό φλογερό παραλήρημα, ἀφοῦ στή συνέχεια οἱ πρωταγωνιστές εἶναι ἀνίκανοι νά ἐρωτευτοῦν καί νά στήσουν μία σωστή οἰκογένεια. ῞Ολοι χωρίζουν καί κανένα σπιτικό δέν στεριώνει· δέν προβλέπεται πιά ἡ βιωσιμότητα τῆς παραδοσιακῆς οἰκογένειας!
  Στά παιδιά προσφέρονται καταπληκτικές συνταγές ἐξαπάτησης τῶν μαμάδων (Ν.Γ., Β´, σ. 28, κείμ. 1). Διδάσκονται μάλιστα νά μισοῦν τή μητέρα τους («᾿Από τό ῾Ημερολόγιο τῆς ῎Αννας Φράνκ», Κ.Ν.Λ., Β´, 48· βλ. Ν.Γ., Β´, σελ. 30, κείμ. 3), ἀλλά καί νά ἐκφράζουν γραπτά τά παράπονά τους (σ. 51). ῞Οσο γιά τή γιαγιά, τό πιό γλυκό παραμύθι της τό ἀπευθύνει ὅταν βρίσκεται στό νεκροκρέβατό της (Κ.Ν.Λ., Α´, σ. 41, «Τό στερνό παραμύθι»). Τόσο (ἀν)επιθυμητή εἶναι.
  Τά μέντιουμ, χαρτορίχτρες, μάγισσες, ξόρκια ἀναβαθμίζονται, ἀφοῦ οἱ μαθητές καλοῦνται νά βροῦν τρόπους μέ τούς ὁποίους σήμερα οἱ ἄνθρωποι προσπαθοῦν νά μαντεύουν τό μέλλον (῾Ιστορία Α´, σ. 56, ἐρ. 3· πρβλ. Ν.Γ., Γ´, σ. 136· 143,γ· ῾Ιστορία Β´, σ. 100, ἐρ. 1). Τά ἀποτρεπτικά πρός τά ναρκωτικά κείμενα μέ τήν ἔλλειψη σοβαρότητας καί τήν προχειρότητα πού τά διακρίνει μᾶλλον ἀποναρκώνουν λειτουργώντας ὡς ὀπιοῦχα (Ν.Γ., Β´, 118, 122). ῞Οσο γιά διασκέδαση συχνά «πᾶμε σινεμά», σέ κάθε τάξη, γιά νά δοῦμε «Χάρι Πότερ», «῎Αρχοντα τῶν Δακτυλιδιῶν» κ.ἄ. Τό ψυχαγωγικό πρόγραμμα περιλαμβάνει ἀκόμη συμμετοχή σέ πάρτυ, μπάρ μέ αἰσθησιακές πάντα προεκτάσεις· «Τίς τελευταῖες ἡμέρες τῆς παραμονῆς μου, ἐμφανίστηκε στό μπάρ ἕνα ξεχωριστό κορίτσι, πού πραγματικά μέ τράβηξε στό δρόμο του» (Ν.Γ., Α´, σ. 120, κείμ. 7· βλ. τήν ἄσκηση πού προηγεῖται). Πρός ἐμπέδωση αὐτῶν διδάσκεται καί ὁ ἑταιρισμός. (᾿Αρχαία ῾Ελλάδα, ῾Ο τόπος καί οἱ ἄνθρωποι, ἀπόσπ. 6. Οἱ ῾Εταῖρες, σ. 40-42).
  Στή Γραμματική οἱ ἀσκήσεις στίς ἀντωνυμίες παραπέμπουν στά τηλεοπτικά προγράμματα· «Κάπου σέ ξέρω», «Κοίτα τί ζητάει», «Ποιός θέλει νά γίνει ἑκατομμυριοῦχος;» (Ν.Γ., τετρ. ἐργ. Β´, 53,5). ᾿Από τήν ἄποψη τοῦ γλωσσικοῦ ἐπιπέδου βρισκόμαστε στό ναδίρ· τά παιδιά μαθαίνουν τόν «μπάτσο» (Ν.Γ. Γ´, σ. 31), τόν «ταρλά», τό «κορωνίζανε», τή «χιανετιά», τίς «τάκλες», τό «σιτζίμι», τό «γιαρμά», τό «τσέρκι» (Κ.Ν.Λ., Α´, σ. 32-33· βλ. ἐκφράσεις πού ἐρυθριῶ νά μεταφέρω στά Κ.Ν.Λ., Γ´, σ. 165-166· Κ.Ν.Λ., Β´, σ. 102 κ.ἀ.). ᾿Ακόμη καί τό λεξιλόγιο τοῦ λαθρομετανάστη στεγάζεται στή Ν.Γ., Γ´, τετρ. ἐργ. (σ.29)· ἀντί νά καταστήσουμε τούς ξένους κοινωνούς τῆς ἑλληνικῆς παιδείας, ἀφελληνιζόμαστε ἀκόμη καί γλωσσικά. Οἱ κλασικοί Νεοέλληνες λογοτέχνες παραμένουν ἄγνωστοι. ᾿Εάν κάποτε παρατεθεῖ ἔργο τους, θά ἀνήκει στά μή ἀντιπροσωπευτικά τους. Βρίθουν τά ἐγχειρίδιά μας ἀπό ἀνιαρά, καταθλιπτικά καί ἄνευ ἀξίας κείμενα, ἔτσι καθώς διασώθηκαν ἀπό τήν ἐφήμερη ἔκθεση τοῦ περιπτεριακοῦ ἰκριώματος στά ἐν λόγῳ βιβλία. ᾿Οφείλουμε πάντως νά γνωρίζουμε ὅτι· «῞Ολα τά διαθέσιμα κείμενα εἶναι ἐμποτισμένα ἀπό ἰδεολογία» (Βιβλίο ᾿Εκπαιδευτικοῦ, Ν.Γ., Γ´, σ. 13). Καί τί εἴδους ἰδεολογία!
  Στήν ῾Ιστορία Νεοελληνικῆς Λογοτεχνίας (σελ. 40) διαβάζουμε· «Εὐγένιος Βούλγαρις (1568-1669)», ἐνῶ τό σωστό εἶναι 1716-1806. Πληροφοροῦνται ἐπίσης οἱ μαθητές ὅτι ἦταν μόνον «βιβλιοθηκάριος τῆς Αἰκατερίνης Β´», «προοδευτικός καί θαυμαστής τοῦ Βολταίρου»! ᾿Αποσιωπᾶται τό γεγονός ὅτι ἦταν κληρικός, ἐπίσκοπος Σλαβινίου καί Χερσῶνος καί ὅτι ὑπῆρξε πάντοτε ἐπικριτικός πρός τόν Βολταῖρο. ᾿Επίσης «στούς ἀρχαϊστές, δηλαδή ἐκείνους πού χρησιμοποιοῦν τήν ἀρχαΐζουσα, ἀνήκει καί ὁ ᾿Αθανάσιος Πάριος»! ᾿Αλλά ὁ ᾿Αθανάσιος Πάριος ἔγραφε σέ θαυμάσια δημοτική.
  Στήν ῾Ιστορία Β´ μέσα σέ 139 σελίδες συμπυκνώθηκαν 1.500 χρόνια! ῾Ο ἄθλος εἶναι ὅτι τά παιδιά καταφέρνουν νά μάθουν γιά τό θύμα -῾Υπατία, «τά μέτρα κατά τῆς ἀρχαίας θρησκείας», τίς κακώσεις τοῦ Νικηφόρου τοῦ Α´, τόν «ἱπποτικό ἔρωτα» (σ.101), τόν πίνακα τοῦ Τιτσιάνο «᾿Αφροδίτη τοῦ Οὐρμπίνο» (σ. 115). Ποῦ νά μείνει χῶρος γιά τήν ἅλωση τῆς Πόλης ἀπό τούς Σταυροφόρους, τήν ἅλωση ἀπό τούς Τούρκους, τήν Τουρκοκρατία; Γιά τήν πρώτη ἀρκοῦν ὡς ἐπιτύμβια ἐπιγραφή τρεῖς λέξεις, γιά τή δεύτερη δύο παράγραφοι, γιά τόν «῾Ελληνισμό ὑπό βενετική καί ὀθωμανική κυριαρχία» -ἱστορία 500 ἐτῶν περίπου- ἕξι χωλαίνουσες καί νοσοῦσες σελίδες μέ ἀποκλίσεις φιλοδυτικές, φιλοτουρκικές καί προπαντός ἀντιηρωικές. ᾿Εξορίστηκε ἡ ῾Ιστορία ἀπό τό βιβλίο τῆς ῾Ιστορίας! Αἰώνια ἱστορικά ὁρόσημα καταρρίφθηκαν. Μέχρι τώρα πιστεύαμε ὅτι ἡ ῾Ιστορία -δικαιώνοντας καί τό ὄνομά της- καταγράφει ἀλήθειες (ἀ+λήθη). Μέ ὀδύνη διαπιστώνουμε ὅτι τό ἐγχειρίδιό μας χαλκεύει μόνο λήθη, πού ὡς ἔθνος καί λαό ἀπειλεῖ νά μᾶς ἀπολιθώσει.
  Πονεμένη μας καί προδομένη Ρωμιοσύνη! Μήπως «Πάρθεν ἡ Ρωμανία», γιά ἄλλη μιά φορά στίς μέρες μας; ῞Ως πότε θά ἀλληθωρίζουμε καί θά συνάπτουμε ἐπιζήμιες καί ἀνίερες συμμαχίες! Τά καινά σχολικά πονήματα μᾶς πονοῦν· ἀποδεικνύονται ὄχι μόνον κενά περιεχομένου, ἀλλά -πλήν ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων- καί ἐπικίνδυνα. ῎Αν οἱ σχεδιαστές τους ἐκπόνησαν τέτοια διδακτικά πατρόν, γιά νά ἀποστασιοποιήσουν τή νέα γενεά ἀπό τήν ἑλληνορθόδοξη παράδοση, ἡ ἴδια ἡ ῾Ιστορία θά ἀναλάβει τήν ἐκδίκηση. «Φωτιά καί τσεκούρι στούς προσκυνημένους», ἀντηχεῖ στούς αἰῶνες ἡ φωνή τοῦ Κολοκοτρώνη.

  Εὐδοξία Αὐγουστίνου
  Φιλόλογος - Θεολόγος