Ἡ ἑλληνική γλῶσσα στοιχεῖο τῆς ἐθνικῆς μας ταυτότητας (Β΄)

parthenonΕἶναι δεδομένο ὅτι γιά ὅλους τούς λαούς, πού θέλουν νά διατηρήσουν τήν ἱστορική τους συνέχεια καί μνήμη, ἡ γλώσσα ἀποτελεῖ στοιχεῖο τῆς ἐθνικῆς ταυτότητάς τους. ῾Ωστόσο, ἡ ἑλληνική γλώσσα μέ τήν ἀδιάκοπη δημιουργική πορεία της ἀλλά καί τήν ἐκφραστική της ἀρτιότητα ἀνήκει στήν κατηγορία τῶν ἐντελῶς προνομιούχων γλωσσῶν τῆς οἰκουμένης, γιά νά μήν ποῦμε ὅτι ἴσως εἶναι καί μοναδική. Τήν ἀλήθεια αὐτή τήν ἀποδίδει μέ τή δική του ποιητική συλλογιστική ὁ ᾿Οδυσσέας ᾿Ελύτης·

    «Εἶμαι ἄλλης γλώσσας, δυστυχῶς,
    καί ῾Ηλίου
    τοῦ Κρυπτοῦ, ὥστε
    οἱ ὄχι ἐνήμεροι τῶν οὐρανίων
    νά μ᾿ ἀγνοοῦν.
    Δυσδιάκριτος
    καθώς ἄγγελος ἐπί τάφου σαλπίζω...
    ... Αὐτά στή γλώσσα τή δική μου
    καί ἄλλοι ἄλλα σ᾿ ἄλλες».
               («Ρῆμα τό Σκοτεινόν»)

    ῾Υπογραμμίζω τό στίχο «οἱ ὄχι ἐνήμεροι τῶν οὐρανίων», πού ἀναφέρεται στούς ξένους, στούς ἄλλους, πού λένε ἄλλα σ᾿ ἄλλες γλῶσσες. ῾Ο νομπελίστας ποιητής μας στούς λίγους αὐτούς στίχους δένει ἁρμονικά τή γλώσσα καί τήν πίστη, τά δυό ὑπαρκτικά γνωρίσματα τῆς ταυτότητάς μας.
    Στό σημεῖο αὐτό εἶναι χρήσιμη, νομίζω, μιά σύντομη ἀναδρομή στήν ἱστορική παρουσία τῆς γλώσσας μας. Μέ τόν λεγόμενο β' ἀποικισμό, δηλ. ἀπό τά μέσα τοῦ 8ου ὥς τόν 6ο αἰώνα π.Χ., ἡ ἑλληνική γλώσσα ἁπλώθηκε σ᾿ ὅλη τή λεκάνη τῆς Μεσογείου καί βορειότερα στίς ἀκτές τῆς Μαύρης Θάλασσας. Μασσαλία, νότια ᾿Ιταλία, Σικελία, βόρεια ᾿Αφρική, Μικρά ᾿Ασία, Πόντος, ἀνατολικά παράλια τῆς Κολχίδας, στάθηκαν κοιτίδες προαιώνιες ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ. Σημαντικό ὅμως εἶναι καί τό γεγονός ὅτι ἀργότερα καί κατά διάφορους καιρούς καί περιστάσεις ἡ γλώσσα αὐτή χρησίμευσε ὡς ὄργανο γιά τό ἐμπόριο καί τή διοίκηση καί σέ γεωγραφικούς χώρους, ὅπου δέν μιλήθηκε ἀπό τά πλατιά στρώματα τῶν γηγενῶν πληθυσμῶν. Στά ἑλληνιστικά χρόνια π.χ., μέ τήν ἐκπολιτιστική ἐκστρατεία τοῦ Μ. ᾿Αλεξάνδρου, ἔπαιξε τό ρόλο τοῦτο σέ μιά τεράστια ἔκταση, πού ἀνατολικά ἔφτασε ὥς τόν ᾿Ινδό ποταμό. Πρόκειται γιά τή μεγάλη ἐκείνη πνευματική κατάκτηση πού ἐξυμνεῖ ὁ Καβάφης·

    «Καί τήν κοινήν ἑλληνική λαλιά
    ὥς μέσα στή Βακτριανή τήν πήγαμεν,
    ὥς τούς ᾿Ινδούς».

    Στά ἴδια ἐκεῖνα χρόνια, καθώς καί στή ρωμαϊκή περίοδο, ἡ ἑλληνική γλώσσα εἶχε εἰσδύσει στή Συρία, στήν ᾿Ιορδανία, στήν Αἴγυπτο, στήν Παλαιστίνη. ῞Οσο γιά τή βυζαντινή περίοδο μέσῳ τῆς ᾿Εκκλησίας ἔθρεψε πολιτιστικά σχεδόν ὅλες τίς σλαβόφωνες περιοχές τῆς βόρειας Βαλκανικῆς κι ἀκόμη παραπέρα.
     Στούς σημερινούς δίσεκτους καιρούς ἔχουμε δύο ὄψεις· ᾿Ασφαλῶς, ἡ ἑλληνική κοινότητα -ἑπομένως καί ἡ ἑλληνική γλώσσα- στήν Κωνσταντινούπολη, στήν ῎Ιμβρο καί στήν Τένεδο, στήν ᾿Αλεξάνδρεια καί στό Κάιρο, στήν ᾿Οδησσό καί ἐν μέρει στή Ρουμανία συρρικνώθηκε φοβερά, ἄν καί ἡ ἱστορία μακροχρόνια ἔχει πολλά γυρίσματα. ῾Ωστόσο, ὑπάρχει ἀκμαῖος ἑλληνισμός πού διατηρεῖ τή γλώσσα του στίς ῾Ηνωμένες Πολιτεῖες, στόν Καναδά, στήν Αὐστραλία, στή Μ. Βρετανία, μέ τήν κυπριακή προπαντός κοινότητα, στήν πρώην Σοβιετική ῞Ενωση μέ τούς ῾Ελληνοποντίους, στήν ᾿Αλβανία καί μέ τούς Βορειοηπειρῶτες ἀλλά καί μέ τούς Βλάχους καί τούς ᾿Αλβανούς πού μαθαίνουν ἤδη ἑλληνικά, στά Σκόπια μέ τήν πνιγμένη φωνή. Θά συμπληρώσω ὅτι σ᾿ ὅλα τά λιμάνια τοῦ πλανήτη μας, ἐκτός ἀπό τίς ἀναρίθμητες μικρές κοινότητες, ἀκούγεται ἡ ἑλληνική λαλιά μέ τά πλοῖα τῆς ἐμπορικῆς ναυτιλίας μας πού προσορμίζονται παντοῦ, συνεχῶς. Αἰσιόδοξα, βέβαια, σημάδια πού δείχνουν τήν ἀντοχή τῆς γλώσσας μας, ἀλλά ὁπωσδήποτε δέν συγκρίνονται μέ τό ἔνδοξο παρελθόν. ῎Αρα χρειάζεται ἀκλόνητη ἐμμονή καί προπαντός πολλή καί συστηματική δουλειά.

Ἰ. Ἀ. Νικκολαΐδης