Ταῖς τῶν ἁγίων σου πρεσβείαις

agios dimitriosΣτολισμένη μέ τά γιορτινά της τό μήνα αὐτό ἡ πόλη τῆς Θεσσαλονίκης ἀναπολεῖ μνῆμες ἱερές, γεμάτες χάρη καί χαρά· τήν ἀπελευθέρωσή της ἀπό τόν τουρκικό ζυγό, τή διάσωσή της ἀπό τρομερό σεισμό, τή συμμετοχή της στό ἡρωικό ἔπος τοῦ 1940. Ὅλα αὐτά, ὅπως καί πολλά ἄλλα περιστατικά τῆς μακραίωνης ἱστορίας της, συνδέονται ἄμεσα μέ τόν εὐγενῆ βλαστό της, τόν πολιοῦχο της ἅγιο Δημήτριο. Γι᾿ αὐτό, δικαιολογημένα ὁ Ὀκτώβριος, ὁ μήνας τοῦ Ἁγίου, εἶναι ὁ πιό ἐπίσημος στή ζωή τῆς πόλεως.
  Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, κατανοώντας τήν ἀνάγκη μας γιά στηριγμό καί συνεπικουρία στήν καθημερινή ζωή, μᾶς προσφέρει πλοῦτο πολύτιμο καί δωρεά μυριάκριβη τούς ἁγίους τῆς πίστεως. Εἶναι οἱ μεγάλοι μας ἀδελφοί, πού προπορεύθηκαν καί ἔτρεξαν πρίν ἀπό μᾶς τό δρόμο. Στεφανωμένοι τώρα καί ἔνδοξοι στή θριαμβεύουσα Ἐκκλησία, ὑμνοῦν καί εὐχαριστοῦν τόν ἅγιο Θεό καί συγχρόνως δέν παύουν νά νοιάζονται καί νά προσεύχονται γιά μᾶς, τά μέλη τῆς στρατευομένης.
 Εἶναι οἱ ἅγιοι οἱ εὐλογημένοι συνεργοί τοῦ Θεοῦ καί δικοί μας πρεσβευτές πρός Αὐτόν. Ὁ πανάγαθος καί παντοδύναμος Θεός, πού δημιούργησε τά σύμπαντα μέ τόν πανσθενουργό λόγο του, γιά τή δημιουργία τῆς καινῆς κτίσεως, τῆς Ἐκκλησίας, ζήτησε καί πῆρε συνεργάτες. Εἶναι ὅλοι οἱ προφῆτες καί οἱ δίκαιοι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, οἱ ἀπόστολοι καί οἱ ἅγιοι τῆς Καινῆς Διαθήκης, οἱ πατέρες, οἱ διδάσκαλοι καί οἱ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ μάρτυρες, οἱ ὅσιοι, οἱ ὁμολογητές. Εἶναι γενικά οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ σέ κάθε ἐποχή, μέ κορυφαία τήν πρώτη καί μοναδική στή χορεία τῶν συνεργατῶν τοῦ Θεοῦ, τήν Παναγία Μητέρα του, πού ἔγινε καί δική μας μητέρα, ἐλπίδα, σκέπη, προστασία καί «πρεσβεία θερμή» πρός τόν Κύριο.
  Βεβαίως μόνο στόν τριαδικό Θεό ἀνήκει ἡ λατρεία. Ἐκεῖνον λατρεύουμε καί σέ Κεῖνον ἐμπιστευόμαστε ὄχι μόνο τή σωτηρία ἀλλά καί κάθε λεπτομέρεια τῆς ζωῆς μας· τίς πίκρες καί τίς χαρές, τά βάσανα καί τίς ἐπιτυχίες, τίς ἀγωνίες καί τίς ἐλπίδες μας. Εἶναι ἀποκαλυπτικό καί ἐνδιαφέρον ὅτι στούς οὐρανούς ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ μεγάλος Ἀρχιερέας «ἐντυγχάνει (= προσεύχεται) ὑπέρ ἡμῶν» (Ρω 8,34· Ἑβ 7,25). Ὁ Κύριος, πού ἐδῶ στή γῆ προσευχόταν στόν οὐράνιο Πατέρα καί δίδαξε στούς μαθητές του τό μάθημα τῆς προσευχῆς (Λκ 11,1-13), καί στόν οὐρανό προσεύχεται γιά μᾶς. Εὐδοκεῖ ὅμως ὁ πανάγαθος Κύριος νά ἔχει συνεργάτες καί συμμέτοχους στήν προσευχή τούς ἁγίους μας.
 Οἱ χριστιανοί προσκυνοῦμε τιμητικά, ὄχι λατρευτικά, τούς ἁγίους τῆς πίστεώς μας καί τούς τιμοῦμε μέ τήν ἀνέγερση ναῶν στό ὄνομά τους, μέ πανηγυρικούς ἑορτασμούς τῆς ἐπετείου τῆς κοιμήσεώς τους. Ζητοῦμε τήν πρεσβεία τῶν ἁγίων πρός τόν Κύριο καί ἀναθέτουμε σ᾿ αὐτούς νά τοῦ μεταφέρουν τά αἰτήματά μας. Ὄχι διότι ἔχει ἀνάγκη βοηθῶν ὁ Κύριος, ἀλλά διότι ἔτσι θέλει καί τούς ἁγίους νά τιμᾶ καί ἐμᾶς νά οἰκοδομεῖ. Ὅπως σημειώνει ὁ Μέγας Βασίλειος, μέ τίς τιμές πού τούς προσφέρουμε οἱ ἅγιοι «λαμπρόν τόν ἀρραβῶνα καρποῦνται», προαπολαμβάνουν τή μέλλουσα δόξα. Ἀλλά κι ἐμεῖς ὠφελούμαστε, διότι ἡ ἀγάπη μας πρός τούς ἁγίους «ἀπόδειξιν ἔχει τῆς πρός τόν κοινόν Δεσπότην εὐνοίας». Ἀποδεικνύει ὅτι κι ἐμεῖς λατρεύουμε τόν διο Κύριο πού λάτρευαν ἐκεῖνοι.
 Ἡ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας νά τιμοῦμε τούς ἁγίους δέν εἶναι ἀνθρώπινη ἐπινόηση· πηγάζει ἀπό τήν ἁγία Γραφή. Ἤδη στήν Παλαιά Διαθήκη εἶναι φανερή ἡ εὔνοια τοῦ Θεοῦ πρός τόν «φίλον» του Ἀβραάμ καί τούς ἄλλους δικαίους, τῶν ὁποίων εἰσακούει τίς αἰτήσεις. Καί εὐαρεστεῖται ὁ Κύριος, ὅταν οἱ ἄνθρωποι ἀγαποῦν καί τιμοῦν τούς φίλους του. «Ἐμοί δέ λίαν ἐτιμήθησαν οἱ φίλοι σου, ὁ Θεός» (Ψα 138,17), ἀναφωνεῖ ὁ ψαλμωδός.
 Στήν Καινή Διαθήκη ὁ Κύριος βεβαιώνει τούς ἀποστόλους του ὅτι «ὁ δεχόμενος ὑμᾶς ἐμέ δέχεται» (Μθ 10,40). Καί γιά ὅλους τούς πιστούς του, τούς «μικρούς καί ἐλαχίστους» στή γῆ, λέγει ὅτι οἱ ἄγγελοί τους στόν οὐρανό βλέπουν διά παντός τό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ (Μθ 18,10). Ἀποτελοῦν, δηλαδή, οἱ ἅγιοι στή θριαμβεύουσα Ἐκκλησία μία ἱερή παράταξη, σάν ἐκείνη τῶν ἀγγέλων. Οἱ ἄγγελοι ὡς «λειτουργικά πνεύματα» λατρεύουν καί ὑμνοῦν ἀκατάπαυστα τόν Θεό, ἀλλά καί ἀποστέλλονται ἀπ᾿ Αὐτόν πρός διακονία τῶν ἁγίων τῆς στρατευομένης Ἐκκλησίας (Ἑβ 1,14). Παρόμοια καί οἱ ἅγιοι ὄχι μόνο δοξολογοῦν καί εὐχαριστοῦν τόν Κύριο, ἀλλά καί προσεύχονται γιά τούς ἐπί γῆς ἀδελφούς τους.
 Χαρακτηριστικές εἰκόνες διασώζει στήν Ἀποκάλυψη ὁ εὐαγγελιστής καί ἀπόστολος Ἰωάννης: Στό ἐπουράνιο θυσιαστήριο οἱ ἅγιοι ἀκατάπαυστα προσεύχονται γιά τήν ἔλευση τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ στή γῆ. Οἱ προσευχές τους ἑνώνονται μέ τίς προσευχές τῶν πιστῶν τῆς γῆς, μαζί μέ τούς ὁποίους ἀπαρτίζουν τό σῶμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καί εἶναι ὁ διος ὁ Ἰησοῦς Χριστός αὐτός πού ἐγγυᾶται καί ἐξασφαλίζει τήν ἐπικοινωνία μεταξύ στρατευομένης καί θριαμβεύουσας Ἐκκλησίας.
 Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἐξάλλου, ὑπόσχεται ὅτι «δόξα καί τιμή καί εἰρήνη παντί τῷ ἐργαζομένῳ τό ἀγαθόν» (Ρω 2,10). Ὁ δέ ἀπόστολος Ἰάκωβος διαβεβαιώνει ὅτι «πολύ ἰσχύει δέησις δικαίου ἐνεργουμένη» (5,16). Στίς δύο τελευταῖες περιπτώσεις, βέβαια, ὁ λόγος εἶναι γιά τούς πιστούς τῆς γῆς. Ἐξυπακούεται ὅμως ὅτι τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τούς ἁγίους τοῦ οὐρανοῦ. Πρίν δοξασθοῦν στόν οὐρανό, οἱ ἅγιοι ἔζησαν στήν ἐπί γῆς στρατευομένη Ἐκκλησία. Συνδέθηκαν μέ τούς ἄλλους πιστούς, τούς ἀγάπησαν, προσευχήθηκαν γι᾿ αὐτούς καί ζήτησαν τίς δικές τους προσευχές. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, παραδείγματος χάριν, κατ᾿ ἐπανάληψιν διαβεβαιώνει τούς παραλῆπτες τῶν Ἐπιστολῶν του ὅτι τούς μνημονεύει στίς προσευχές του καί ζητᾶ νά κάνουν καί ἐκεῖνοι τό ἴδιο γι᾿ αὐτόν. Μπορεῖ κανείς νά διανοηθεῖ ὅτι στόν οὐρανό, ὅπου βλέπει τόν Κύριο «πρόσωπο πρός πρόσωπον», ὁ ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν ἔπαυσε νά τοῦ ἀναφέρει τά προβλήματα τῶν ἐπί γῆς ἀδελφῶν του;
 Τή διδασκαλία τῆς ἁγίας Γραφῆς διασαφηνίζει καί ἐφαρμόζει ἡ πράξη τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ διδαχή τῶν ἁγίων πατέρων μας. Ἀπό τούς πρώτους ἤδη αἰῶνες οἱ χριστιανοί τελοῦσαν τίς μνῆμες τῶν ἁγίων καί μέ πίστη ἀνέθεταν σ᾿ αὐτούς τά αἰτήματά τους. Εἶναι ὁ τέλειος τρόπος ἐπικοινωνίας· ἡ στρατευομένη Ἐκκλησία νά τελεῖ τίς μνῆμες τῶν ἁγίων τῆς θριαμβεύουσας καί ἡ θριαμβεύουσα Ἐκκλησία νά προσεύχεται καί νά ἀναφέρει στόν Κύριο τά αἰτήματα τῆς στρατευομένης.
 Τήν εὐαρέσκεια τοῦ Κυρίου στήν προσευχή τῶν ἁγίων ἀποδεικνύουν περίτρανα τά ἱερά λείψανά τους: τό φῶς πού ἐκπέμπουν, γιά νά κινητοποιήσουν τούς χριστιανούς γιά τήν εὕρεση καί περισυλλογή τους· τό μύρο πού ἀναβλύζουν, γιά νά τούς βεβαιώσουν γιά τή γνησιότητά τους· τά σημεῖα πού ἐπιτελοῦνται μέ τή χάρη τους. Εὐδοκεῖ ὁ ἅγιος Θεός νά ἐπιτελεῖ σημεῖα μέ τά ἱερά λείψανα καί τίς πρεσβεῖες τῶν ἁγίων του, καί ἔτσι ἐκείνους τούς τιμᾶ, ἀλλά κι ἐμᾶς μᾶς ἐνισχύει στόν ἀγώνα τῆς ζωῆς. Στό γάμο τῆς Κανᾶ ὁ Κύριος, παρ᾿ ὅλο πού εἶπε στήν Παρθένο Μητέρα του «οὔπω ἥκει ἡ ὥρα μου», ἔλαβε ὑπόψιν τήν αἴτησή της γιά τό πρόβλημα πού ἀντιμετώπιζαν οἱ ἄνθρωποι, καί μετέβαλε τό νερό σέ κρασί. Παρόμοια, κι ὅταν ἡ Παναγία μας ἤ κάποιος ἅγιος μεταφέρει στόν Κύριο κάποιο αἴτημά μας, Ἐκεῖνος δέν ἀδιαφορεῖ.
  Εὔλογα, λοιπόν, σέ κάθε περίσταση τῆς ἱστορίας της ἡ Θεσσαλονίκη ἐπικαλεῖται τόν πολιοῦχο της ἅγιο Δημήτριο: «Δεῦρο, μάρτυς Χριστοῦ, πρός ἡμᾶς, σοῦ δεομένους συμπαθοῦς ἐπισκέψεως...». Ἀλλά καί ὅλοι οἱ χριστιανοί ἔχουμε τό δικαίωμα καί τό προνόμιο νά ἐπικαλούμαστε τή βοήθεια τῶν ἁγίων στίς δεήσεις μας πρός τόν Κύριο: «Ταῖς τῶν ἁγίων σου πρεσβείαις, ὁ Θεός, σῶσον ἡμᾶς»!
 

Στέργιος Ν. Σάκκος

Ἀπολύτρωσις 59 (2004) 196-198