29 Μαΐου: Ἡ ἀπαρχή

neomarturas Τό πλοῖο σκίζει γοργά τά νερά τοῦ Αἰγαίου καί κατευθύνεται πρός τήν Προποντίδα. ᾿Ανάμεσα στούς ἐπιβάτες εἶναι καί ὁ ᾿Ανδρέας, ὁ γιός τῆς ἀρχοντικῆς οἰκογένειας τῶν ᾿Αρχέντηδων. Στά 26 του χρόνια ἀφήνει πίσω του τό μυροβόλο νησί του, τή Χίο, καί ταξιδεύει πρός τήν Κωνσταντινούπολη. ῾Η σκέψη του γυρνᾶ στό παρελθόν. Θυμᾶται τά χρόνια πού βρέθηκε στό κρεβάτι τοῦ πόνου χωρίς καμιά ἐλπίδα θεραπείας. Εἶναι σίγουρος πώς τόν ἔσωσε ἡ γεμάτη πίστη προσευχή τῶν εὐσεβῶν γονιῶν του. Δέν λησμονεῖ τό μυστικό τάμα πού εἶχε κάνει τότε· νά ἀφιερώσει τή ζωή του στόν Θεό.
 Φθάνοντας, ἡ Πόλη ἐπιβλητική ἁπλώνεται μπρός του. Θαυμασμός μά καί πίκρα, δέος ἀλλά καί πόνος πλημμυρίζουν τήν ὕπαρξή του. ῾Η Βασιλεύουσα βρίσκεται πιά στά χέρια τῶν ἀπίστων...
 Στήν ἀγορά ἕνα γεγονός μεταβάλλει ἀπότομα τά σχέδια τοῦ νέου. Μερικοί ἔμποροι ἀπό τή Συρία τόν κοιτάζουν ὕποπτα, τόν καταδίδουν στόν ἄρχοντα καί σέ λίγο ὁ ἀνύποπτος ᾿Ανδρέας συλλαμβάνεται καί ὁδηγεῖται στόν τοῦρκο ἀνακριτή. ᾿Εκεῖνος ὑπόσχεται ὅτι ἡ ὑπόθεση μπορεῖ εὔκολα νά λάβει τέλος, ἄν ὁ ᾿Ανδρέας δεχτεῖ νά ὁμολογήσει πίστη στόν ᾿Αλλάχ.
 Μπροστά στό τραγικό δίλημμα, στή φοβερή στιγμή τῆς μεγάλης ἀπόφασης ὁ ᾿Ανδρέας δέν φαίνεται ἀνέτοιμος. Θαρρεῖς ψηλώνει πιότερο, θαρρεῖς τό βλέμμα του γίνεται πιό λαμπερό, καί πιό ὄμορφο τό νεανικό του πρόσωπο, καθώς ὁμολογεῖ θαρρετά· «Εἶναι ἄσκοπη ἡ ἐπανάληψη τῶν ὑποσχέσεων καί τῶν ἀπειλῶν σας. Δέν ἀρνοῦμαι τόν Χριστόν μου».
 ῾Ο Μωάμεθ Β´ λίγο πιό πέρα, στό λαμπρό του ἀνάκτορο, εἶναι ἱκανοποιημένος, διότι νομίζει ὅτι οἱ ραγιάδες κούρνιασαν φοβισμένοι κάτω ἀπό τήν κυριαρχία του. Πόσο λάθος κάνει θά τό σημειώσει μέ ἔμφαση ἡ ἱστορία. ῎Ηδη στή φυλακή ὁ νεαρός ᾿Ανδρέας γράφει μιά θαυμαστή ἱστορία ἀντίστασης καί γίνεται ὁ πρῶτος ἀπό τούς μάρτυρες τῆς τουρκοκρατίας. Τά σιδερένια μαχαίρια ξεσκίζουν τίς σάρκες του, τό ἀλύπητο μαστίγωμα κάνει τόν πόνο ἀφόρητο, μά ἡ ματιά τοῦ μάρτυρα εἶναι στραμμένη στόν οὐρανό.
 ῾Η τελική ἀναμέτρηση δίνεται στό ἀνατολικό μέρος τῆς πόλεως, κάτω ἀπό τόν Πύργο. ῾Ο συγγραφέας τοῦ μαρτυρίου του μᾶς διασώζει τίς λίγες λέξεις τῆς θερμῆς ἱκεσίας του· «῏Ω Παρθένε Μαρία, βοήθει μοι». Τό σπαθί τοῦ Τούρκου διακόπτει τήν τελευταία προσευχή τοῦ μάρτυρα πάνω στή γῆ. ῾Ο οὐρανός τοῦ προσφέρει ἀμάραντο στεφάνι, ὅπου τά κρίνα τῆς ἁγνότητας πλέκονται ἁρμονικά μέ τά ρόδα τοῦ μαρτυρίου.
 Εἶναι 29 Μαΐου 1464. ῞Εντεκα χρόνια πέρασαν ἀπό τότε πού οἱ ἀνδρεῖοι βυζαντινοί ἀγωνιστές ἔπεσαν πάνω στά ἴδια τείχη. ῞Εντεκα χρόνια ἀπό τότε πού ἡ πιό ὀδυνηρή ἰαχή ἀντήχησε στήν πονεμένη Ρωμιοσύνη· «῾Η Πόλις ἑάλω!».
 Μέσα στό καμίνι τῆς μαρτυρικῆς δοκιμασίας ὁ χριστιανικός ῾Ελληνισμός δέχτηκε σάν σταγόνα δροσιᾶς τό αἷμα τῶν Νεομαρτύρων.
 ῾Η θυσία τους θά γίνει τό λίπασμα γιά ν᾿ ἀνθίσει ἡ λευτεριά. Μεγάλη ἡ προσφορά τους στή ζωή τοῦ ῎Εθνους!
 Ξεχωριστή ἡ θέση τους καί στήν ᾿Ορθοδοξία! Τό αἷμα τους ντύνει μέ τή μαρτυρική ἁλουργίδα τή σύγχρονη ᾿Εκκλησία μας καί τήν ἀδελφώνει μέ τήν ᾿Εκκλησία τῶν πρώτων αἰώνων.

᾿Ιχνηλάτης

Ἀπολύτρωσις 55 (2000) 115