Ἐκ νέου σπορά_ἀνείκαστη ἀγαθότητα

olivesἘξέρχεται γιά μία ἀκόμη χρονιά ὁ Σπεί­ρων γιά νά σπείρει. Ὁ σπόρος Του ἀ­τόφιο χρυσάφι. Γιά πολλοστή φορά ρί­χνε­ται παντοῦ. Ξανά ἡ ἴδια κίνηση. Μία διηνεκής ἐπανάληψη δύο χιλιετηρίδων. Κι ὅμως, κάθε σπορά ἐντε­λῶς ἰδιαίτερη.
Ὀκτώβριος. Μία ἀκόμη εὐκαιρία καλ­λιέργειας περνάει ἀπό μπροστά μου. Κυριακή τοῦ Σπορέως. Πῶς θά ὑ­πο­δε­χθῶ φέτος τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ; Ὡς ὁ πε­πει­ραμένος, πού μετά ἀπό δεκαετίες παρακολούθησης κηρυγμάτων τά ξέρω ὅλα; Ὡς ὁ κορεσμένος, πού ὁ τάφος τῆς συνήθειας μ᾽ ἔχει βαλτώσει; Ὡς ὁ ὑπερφορτωμένος μέ ὑποχρεώσεις, πού δέν δια­θέτω οὔτε ἕνα λεπτό ἐλεύθερο γιά δευτερεύουσες ὠφέλιμες διηγήσεις; Ὡς ἐκλεκτικός, πού κρίνω τούς ὁμιλητές μέ βάση τό βιογραφικό τους κι ἐπιλέγω ἀνάλογα μέ τό αἰσθητικό μου γοῦ­στο, ἀδιαφορώ­ντας γιά τό κατά πό­σο τό περιεχόμενο εἶναι λόγος βιβλικός; Ὡς ἀκτιβιστής, πού ἀντιμετωπίζω τά κατηχητικά καί τά συναφῆ τους ὡς -ἀπαρχαιωμένη πλήν χρήσιμη- μορφή ἐθε­λοντι­κῆς προσφορᾶς στήν κοινωνία; Ὡς ὑπερόπτης, πού θε­ω­ρῶ πώς τά τοῦ Θε­οῦ ἀπευθύνονται σέ παιδάκια, προκειμένου νά ἐξασφαλίσουν στό ξε­κί­νημά τους μία καλή βάση σέ τρόπους συμπεριφο­ρᾶς; Ὡς εἴρωνας, πού περιφρονῶ τέτοιου εἴ­δους προσκλήσεις καί σνομπάρω ὅ­σους στόν 21ο αἰώνα ἐξακολουθοῦν νά ἐπιδεικνύουν ζῆλο γιά τόσο συντηρητικές συνά­ξεις; Ὡς σκανδαλισμένος ἀπό τά τό­σα δημοσιεύματα γιά λάθη σέ ἐκ­κλη­σια­στι­κούς χώρους, γιά διενέξεις πού μέ ἀ­πω­θοῦν καί μέ βολεύ­ουν ὡς δικαιολογία γιά νά ἀπομακρυνθῶ ὁριστικά;
Ὡς… ὡς… καί ὁ κατάλογος τῶν «ἔ­χε με παρῃτημένον» τελειωμό δέν ἔχει. Μία ἐποχή κατακλυσμένη ἀπό παραιτήσεις καί ἀρνήσεις στόν καλό Σποριά. Συνεχίζουμε, ὁ καθένας ἀπορ­ροφημένος στούς ταχύτατους ρυθμούς του, πού μᾶς καθιστοῦν καί ταχύτατα ἀνάπηρους πνευματικά. Ὅμως μέ μία πρώ­τη ματιά ἡ διαπίστωση δέν μᾶς προκαλεῖ ἀνησυχία, καθώς δέν ζημιώνεται τό εἰσόδημά μας. Γιατί νά ἐξετάσουμε τό φρόνημά μας; Μπορεῖ βέβαια νά διατηροῦμε μία ἐπίφαση μαθητείας, γιά νά φανοῦμε συνεχιστές τῆς παράδοσης τῶν Ὀρθοδόξων προγόνων μας.
Μετά ἀπό χρόνια τέτοιας ἐπιπόλαιης ἐπιλογῆς, ποιά νά ᾽ναι μέσα μου ἡ συγκομιδή; Μίξη ὁδοῦ, πέτρας, ἀκαν­θῶν καί μία χούφτα εὔφορης γῆς κά­που σάν γαρνιτούρα. Ἡ ταλαίπωρη φω­νή τῆς συνείδησης τοξεύει μία ἐλεγκτι­κή ἠχώ στά χάλ­κινα τοιχώματα τοῦ νοῦ: «Διά τόν χρόνον τῆς καλλιέργειάς σου δέν ἁρμόζει τέτοιο ἀκατάστατο συνονθύλευμα».
Κι ὅμως κάθε Ὀκτώβρης σηματοδοτεῖ ἐφαλτήριο προσκλητήριο. Ἁγιασμοί, ὁμιλίες, κατηχητικά, συνάξεις… καί παντοῦ ἐπανέρχεται ὁ κα­λός Σποριάς πού ἐξέρχεται. Τί θά ἀπαντήσω στό κά­λεσμά Του; Ἄν στ᾽ ἀλήθεια ἐν­δι­αφέρομαι γιά τό συμφέρον μου καί πο­θῶ τή μακαριότη­τα, τότε καλοῦμαι νά ἀπαντήσω στόν Σποριά ἕνα ἀλάξευτο «ναί», βγαλμένο ἀ­πευθείας ἀπό τόν πυρήνα τῆς καρδιᾶς. Ἕνα νέο «ναί» κι ἀ­μέσως νά βάλω «Εὐ­λο­γη­τός». Τά ὑπό­λοιπα ἄς τά ἀφήσω μέ ἐμπιστοσύνη στά χέρια Του τά γεμάτα σπόρο θεϊκό.
Μπορεῖ στήν πνευματική ζωή οἱ προσ­πάθειες πρωτοχρονιᾶς νά εἶναι κα­θημερινές, ἀλλά ἡ σωτήρια σπορά ἐξασφαλίζεται μέσα ἀπό αὐτές τίς ἀ­ναρίθμητες ἀφετηρίες πού ὁ εὔσπλαχνος Κύριος χαρίζει. Ἡ ἀνείκαστη εὐ­σπλαχνία τοῦ Πατέρα μοῦ προσφέρει ἐκ νέου τήν εὐλογημένη σπορά τοῦ λόγου του, χωρίς νά συμμερίζεται τίς προηγούμενες ἀστοχίες μου, ἀκόμη καί τίς ἐνσυνείδητες ἀ­λαζονικές ἀπομακρύνσεις μου.
Ἄν ὅποτε ἐξέρχεται καρτερικά ὁ Σπεί­ρων ὑποδέχομαι ἐκ νέου τόν λόγο μέ ἀνοιχτή καρδιά, τότε ἔτος μέ ἔτος θά σιγοβλασταίνει ἐντός μου «εὔκαρπος ἐ­λαί­α». Ἀπό τή δική μου τοποθέτηση μπρο­στά στόν θεῖο σπόρο ἐξαρ­τᾶται τό «ὡς», ἡ συσχέτιση πού θά δώ­σει καρπό λίγο ἤ καί ἑκατονταπλασί­ονα. Στέκομαι ὡς γῆ ἀγαθή; Ὡς δι­ψα­­σμένη ἔλαφος; Ὡς ἔμπορος πού ἀνα­ζητᾶ τόν πολύτιμο μαργαρίτη; Ὡς υἱός;
Ὅταν πάψω νά πολιτεύομαι ὡς ἄ­φρων, θά εὐ­φορήσει ἡ ψυχή. Ὅταν ἀ­παλλαγῶ ἀπό τίς ἐπιρροές τῆς σύγ­χρονης ὑπεροψίας, τότε θά ἀνακτήσω τή διορατικότητα πού φανερώνει κάθε χρό­νο τέτοιες μέρες τήν ὁλόφωτη μορ­φή τοῦ Σποριᾶ. Τότε σάν τυφλός Βαρτί­μαιος θά φωνάζω ἀκατάπαυστα: «Ἰη­σοῦ, ἐλέησόν με!». Ἀνεπηρέαστος ἀπό τούς γύ­ρω. Ἔχω αὐτιά μόνο γιά τά λό­για τοῦ Κυρίου μου. Τά ἴδια, τά γνωστά, τά σωτήρια, πού ἀκόμη οὔτε στό ἐλάχιστο δέν προσέγγισα. Ἐκζητῶ τή φωνή Του. Καί πιστεύω στήν ἀνείκαστη ἀγαθότητα τοῦ Χριστοῦ, πού δέν φείδεται μίας ἐκ νέου σπορᾶς καί γιά τή δική μου χέρσα γῆ.

Α.Τ.