Α´ Θε 2,12

Τήν καρδιά τοῦ ἀποστόλου Παύλου τή συνέχει μία ἀγωνία: Μέ τό κήρυγμά του οἱ Θεσσαλονικεῖς δέχθηκαν τό κάλεσμα τοῦ Θεοῦ, θά μείνουν ὅμως πιστοί στήν κλήση; Θά συνεχίσουν μέ σταθε­ρό­τητα στόν δρόμο πού τούς ἔδειξε, δίχως νά ἀνακόπτεται ἡ πορεία τους ἀπό τά ἐμπόδια καί τίς δυσκολίες; Αὐτή ἡ ἀγωνία του διαφαίνεται, καθώς τούς ὑπεν­θυ­μίζει: «ἕνα ἕκαστον ὑμῶν ὡς πατὴρ τέ­κνα ἑαυ­τοῦ παρακαλοῦντες ὑμᾶς καὶ παρα­μυθούμενοι καὶ μαρτυρόμενοι εἰς τὸ περιπατῆσαι ὑμᾶς ἀξίως τοῦ Θεοῦ τοῦ καλοῦντος ὑμᾶς εἰς τὴν ἑαυτοῦ βα­σιλείαν καὶ δόξαν» (Α΄ Θε 2,11-12).
Συγκινεῖ, πράγματι, ἡ προσωπική ἀ­γάπη τοῦ ἀποστόλου γιά τήν κάθε μιά ψυχή ξεχωριστά. Μέσα σέ ἕνα μεγάλο πλῆθος ἀνθρώπων νουθετεῖ «ἕνα ἕκαστον», ἀσχολεῖται μέ τόν καθένα ἰδιαί­τερα, μέ τίς ἀνάγκες καί τά θέματά του (πρβλ. Πρξ 20,31). Δέν παραλείπει ὁ ἀ­πόστολος κανέναν. Μικροί καί μεγά­λοι, πλούσιοι καί πτωχοί, ὅλοι χωροῦν εὐ­ρύ­χωρα μέσα στήν καρδιά του.
Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος θαυμάζει τή δεξιοτεχνία τοῦ Παύλου, ὁ ὁποῖος, χωρίς νά κάνει διδασκαλία στούς Θεσσαλονικεῖς, μέ μόνη τή διήγησή του κηρύττει. Καθώς, δηλαδή, ἀναφέρεται στή δια­κονία του στή Θεσσαλονίκη, ἐπιλέγει τέτοιες λέξεις καί ἐκφράσεις, ὥστε οἱ πιστοί νά πάρουν τά μαθήματά τους. Συγκεκριμένα σ᾽ αὐτούς τούς στίχους, ἀναφέροντας τή βασιλεία καί τή δόξα τοῦ Θεοῦ, οὐσιαστικά τούς προτρέπει νά ὑπομένουν τά πάντα, προκειμένου νά μή χάσουν ἕνα τέτοιο ἔπαθλο. ᾿Επι­πλέον, ἔμμεσα τονίζει ὅτι ὅλη ἡ προσπάθεια τῶν ἀποστόλων δέν στοχεύει σέ κανένα προσωπικό ὄφελος· ἀπο­βλέ­πει μόνο στό νά κερδίσουν οἱ πιστοί τήν πολυπόθητη βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Αὐτός ὁ σκοπός πυρπολεῖ τήν καρδιά τοῦ Παύλου, ὥστε ἀσταμάτητα μέ κάθε τρόπο νά κηρύττει. Θέλει νά βλέπει τά πνευματικά του παιδιά νά περπα­τοῦν «ἀξίως τοῦ Θεοῦ». Τό ρῆμα «πε­ριπατεῖν» χρησιμοποιεῖται ἀντί τοῦ «ζῆν», διότι ἡ ζωή μοιάζει μέ δρόμο τόν ὁποῖο περπατοῦμε μέχρι τήν ὥρα τοῦ θανά­του μας (βλ. Β´ Τι 4,7).
᾿Εκτός ἀπό τή φράση «ἀξίως τοῦ Θεοῦ», στήν Καινή Διαθήκη ἀπαντοῦν κι ἄλλες παρόμοιες συνεκφορές: «ἀξίως τῆς κλή­σεως» (᾿Εφ 4,1), «ἀξίως τοῦ εὐ­αγγελίου» (Φι 1,27), «ἀξίως τοῦ Κυρίου» (Κλ 1,10). ῞Ολες ἔχουν τό ἴδιο νόημα: νά πολιτευθοῦμε σ᾿ αὐτή τή ζωή ὅπως ταιριάζει στή μεγάλη κλήση πού λάβαμε ἀπό τόν Θεό, γιά νά γίνουμε μέτοχοι στή βασιλεία του καί στήν αἰώνια δόξα. Εἴμαστε καλεσμένοι ἀπό τόν ὕψιστο Βα­σιλιά στήν ἔνδοξη βασιλεία του! Γιά νά φθάσουμε ὅμως ἐκεῖ, καλούμαστε νά ἐνταχθοῦμε πρῶτα στήν ἐδῶ βασιλεία του -στή στρατευομένη Ἐκκλησία- καί νά περπατήσουμε σ᾿ αὐτή τή ζωή ὅπως Ἐκεῖνος θέλει -ὡς μικροί θεοί, ὡς ἄλλοι Χριστοί- ἐφαρμόζοντας τό εὐαγγέλιό του.
Μέ τό Βάπτισμα πολιτογραφούμαστε στήν ἐν Χριστῷ ζωή, ἡ ὁποία εἶναι μία ἀνοδική καί κοπιαστική πορεία. Δέν εἶναι εὔκολη ὑπόθεση ἡ ἐνσυνείδητη χριστιανική ζωή. Εἶναι ἕνας ἰδιαίτερος τρόπος ζωῆς, ὁ ὁποῖος δέν ἔχει καμιά σχέση μέ τήν ἁμαρτωλή νοοτροπία τοῦ κόσμου. ᾿Απαιτεῖ κόπο, ἱδρώτα, δάκρυ καί αἷμα. Μέ αὐτά τά φωτεινά σημάδια τήν ὁριοθέτησε ὁ θεάνθρωπος Κύριός μας. Γιά νά βαδίσουμε τήν πορεία τοῦ Χριστοῦ, νά τελειώσουμε τόν δρόμο τῆς σωτηρίας στόν ὁποῖο μᾶς ἔχει ἐντάξει, πρέπει νά παλέψουμε σκληρά μέ τίς μεθοδεῖες τοῦ διαβόλου, μέ τά θέλγητρα τοῦ κόσμου, μέ τά πάθη καί τίς κακίες τοῦ παλαιοῦ ἑαυτοῦ μας.
῾Ο ἀπόστολος Παῦλος, πού κάποτε καταδίωκε ἐκείνους πού βάδιζαν τή χριστιανική ὁδό (βλ. Πρξ 9,2· 22,4), στή συ­νέχεια ἀκολούθησε πιστά τόν δρόμο τους· τόν βάδισε μέ χαρά (βλ. Πρξ 20, 24) κι ἔφθασε νικητής στό τέλος. Λίγο πρίν φθάσει στό τέρμα τῆς ζωῆς του ἐξομολογεῖται: «τὸν ἀγῶνα τὸν καλὸν ἠγώνισμαι, τὸν δρόμον τετέλεκα, τὴν πίστιν τετήρηκα» (Β´ Τι 4,7), ἀφήνοντας ἔτσι παράδειγμα καί πρότυπο ζωῆς γιά τόν κάθε πιστό.
Σταυρός, κόπος, θλίψεις εἶναι ὁ κλῆ­ρος τῶν χριστιανῶν. Αὐτόν τόν δρό­μο βάδισε ὁ Χριστός, καί κανείς μαθη­τής δέν εἶναι ἀνώτερος ἀπό τόν Δι­δά­σκαλο (βλ. Λκ 6,40). Τί θλίψεις καί δυσκολίες ἀντιμετώπισαν οἱ πρῶτοι χριστιανοί, οἱ ἀπόστολοι, ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας! ᾿Εμεῖς πού σήμερα συνεχίζουμε πάνω στόν ἴδιο δρόμο, τόν ὁποῖο ἐ­κεῖ­νοι πρίν ἀπό μᾶς βάδισαν, πῶς μποροῦ­με νά εἴμαστε γνήσιοι ἀπόγονοι καί συ­νεχιστές τῆς πορείας τους, ἄν δέν ὑπο­μέ­νουμε θλίψεις καί διωγμούς γιά τό ὄνο­μα τοῦ Κυρίου; Βέβαια σήμερα δέν ὑ­πάρχουν διωγμοί τέτοιοι πού γίνονταν στούς πρώτους αἰῶνες τοῦ Χριστιανισμοῦ. ᾿Εντούτοις, ἡ χριστιανική ζωή δέν παύει νά κατευθύνεται ἀπό τόν σταυρό τοῦ Κυρίου. Κοστίζει ἀκριβά σέ ὅσους θέλουν εἰλικρινά νά τήν ἀκολουθήσουν.
Κάθε ἀξίωμα ἐπιβάλλει κάποια ἰδιαί­τερα καθήκοντα σ᾿ αὐτόν πού τό ἔχει. ῞Οταν π.χ. ἕνας βασιλιάς υἱοθετήσει ἕνα φτωχό παιδάκι, τό παιδί θά ἀποκτήσει πλούτη, δόξα, τιμή, ἀλλά θά ἔχει καί τήν ὑποχρέωση νά ζεῖ σάν βασιλόπουλο, δέν θά τοῦ ἐπιτρέπεται νά γυρνᾶ πεινασμένο καί ρακένδυτο στούς δρόμους. ῎Ετσι κι ἐμεῖς, πού μᾶς υἱοθέτησε ὁ Θε­ός καί μᾶς ἔκανε κληρονόμους τῆς χά­ριτος καί τῆς βασιλείας του καί συ­γκληρονόμους τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, πρέ­πει νά ἀνταποκριθοῦμε σ᾿ αὐτή τήν τιμή καί νά ζήσουμε σύμφωνα μέ τό εὐαγ­γέ­λιο τοῦ Χριστοῦ, πάνω στά χνάρια του, νά περιπατήσουμε «ἀξίως τοῦ Θεοῦ».

Στέργιος Ν. Σάκκος