ΙΕΖΕΚΙΗΛ 3,22 27

Ἡ εὔγλωττη σιωπή

Ἀναλαμβάνοντας ὁ προφήτης Ἰεζεκιήλ τό ἔργο πού ὁ Θεός τοῦ ἀνέθεσε, κηρύττει στούς ἰουδαίους αἰχμαλώτους μέ ζῆλο, ἀλλά δέν βρίσκει καμία ἀνταπόκριση. ῾Ο παραπικραίνων τόν Θεό ᾿Ισραήλ δέν δείχνει σημάδια ἀνάνηψης. Τότε ὁ Θεός ἐπεμβαίνει καί δίνει ὁδηγίες στόν προφήτη νά διδάξει ὄχι μέ λόγο ἀλλά μέ μιά συμβολική πράξη: Νά μείνει κλεισμένος στό σπίτι του καί νά σιωπήσει, μέ σκοπό νά κινήσει τήν περιέργεια τῶν αἰχμάλωτων ᾿Ιουδαίων, ὥστε νά ἀναρωτηθοῦν: «Γιατί δέν μᾶς μιλάει ὁ προφήτης; Μήπως εἴμαστε ἀνάξιοι τοῦ λόγου τοῦ Θε οῦ;».


ΙΕΖΕΚΙΗΛ 3,22 27
Κείμενο
22. Καὶ ἐγένετο ἐπ᾿ ἐμὲ χεὶρ Κυρίου, καὶ εἶπε πρός με· ἀνάστηθι, καὶ ἔξελθε εἰς τὸ πεδίον, καὶ ἐκεῖ λαληθήσεται πρός σε.
23. Καὶ ἀνέστην καὶ ἐξῆλθον πρὸς τὸ πεδίον, καὶ ἰδοὺ ἐκεῖ δόξα Κυρίου εἱ στήκει καθὼς ἡ ὅρασις καὶ καθὼς ἡ δόξα Κυρίου, ἣν εἶδον ἐπὶ τοῦ ποταμοῦ τοῦ Χοβάρ, καὶ πίπτω ἐπὶ πρόσωπόν μου.
24. Καὶ ἦλθεν ἐπ᾿ ἐμὲ πνεῦμα καὶ ἔστη σέ με ἐπὶ τοὺς πόδας μου, καὶ ἐλάλησε πρός με καὶ εἶπέ μοι· εἴσελθε καὶ ἐγκλείσθητι ἐν μέσῳ τοῦ οἴκου σου.
25. Καὶ σύ, υἱὲ ἀνθρώπου, ἰδοὺ δέδονται ἐπὶ σὲ δεσμοί, καὶ δήσουσί σε ἐν αὐτοῖς, καὶ οὐ μὴ ἐξέλθῃς ἐκ μέσου αὐ τῶν.
26. Καὶ τὴν γλῶσσάν σου συνδήσω, καὶ ἀποκωφωθήσῃ, καὶ οὐκ ἔσῃ αὐτοῖς εἰς ἄνδρα ἐλέγχοντα, διότι οἶκος παραπικραίνων ἐστί.
27. Καὶ ἐν τῷ λαλεῖν με πρὸς σὲ ἀνοίξω τὸ στόμα σου, καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· τάδε λέγει Κύριος· ὁ ἀκούων ἀκουέτω, καὶ ὁ ἀπειθῶν ἀπειθήτω, διότι οἶκος παραπικραίνων ἐστί.


Μετάφραση
22. Καί ἀκούμπησε πάνω μου τό χέρι τοῦ Κυρίου καί μοῦ εἶπε: «Σήκω καί βγές στήν πεδιάδα καί κεῖ θά σοῦ ἀπευθυνθεῖ λόγος».
23. Καί σηκώθηκα καί βγῆκα στήν πεδιάδα. Καί νά, ἐκεῖ εἶχε σταθεῖ ἡ δόξα τοῦ Κυρίου, ὅπως τό ὅραμα καί ὅπως ἡ δόξα τοῦ Κυρίου πού εἶδα στόν ποταμό Χοβάρ. Τότε πέφτω μέ τό πρόσωπό μου καταγῆς.
24. Καί ἦλθε σέ μένα Πνεῦμα καί μέ στήριξε στά πόδια μου. Τότε μοῦ μίλησε καί μοῦ εἶπε: «Μπές καί κλείσου μέσα στό σπίτι σου!
25. Καί σέ σένα, ἄνθρωπέ μου, νά, σοῦ δίνονται δεσμά, καί θά σέ δέσουν μ’ αὐτά, καί δέν πρόκειται νά βγεῖς ἀπ’ αὐτά.
26. Καί τή γλώσσα σου θά δέσω, καί θά βουβαθεῖς. Καί δέν θά εἶσαι γι’ αὐτούς ὁ ἄνδρας πού ἐλέγχει, διότι εἶναι ἔθνος πού μέ παραπικραίνει.
27. Καί καθώς μιλῶ ἐγώ σέ σένα, θά ἀνοίξω τό στόμα σου καί θά τούς πεῖς: “Αὐτά λέγει ὁ Κύριος”. Ὅποιος θέλει ν᾽ ἀκούει ἄς ἀκούει, καί ὅποιος θέλει νά εἶναι ἀπειθής ἄς εἶναι ἀπειθής, διότι εἶναι ἔθνος πού μέ παραπικραίνει».

Ὑπακούοντας στήν προτροπή τοῦ Θεοῦ ὁ Ἰεζεκιήλ, σηκώνεται καί βγαίνει στήν πεδιάδα. Γιά δεύτερη φορά τοῦ ἐμφανίζεται ἐκεῖ ἡ δόξα τοῦ Κυρίου. Συγκλονισμένος μπροστά στή θεϊκή παρουσία, πέφτει μέ τό πρόσωπό του καταγῆς, ἐκδηλώνοντας τό δέος καί τή συντριβή του.
Σ᾽ αὐτή τή στάση ὁ προφήτης παίρνει ἐντολή ἀπό τόν Θεό νά κλειστεῖ στό σπίτι του δεμένος μέ δεσμά. ῾Ορισμένοι ἑρμηνευτές ὑποστηρίζουν ὅτι δέν δέθηκε μέ δεσμά, ἀλλ᾿ ἁπλῶς περιορίσθηκε στό σπίτι του, περιμένοντας νεότερη ἐντολή τοῦ Θεοῦ. ᾿Ορθότερη ὅμως φαίνεται ἡ γνώμη τοῦ Θεοδωρήτου. Σημειώνει ὅτι τά δεσμά ἦταν ἕνας δυνατός καί ἐποπτικός τρόπος κηρύγματος. Δήλωναν τήν πολιορκία τῆς ᾿Ιερουσαλήμ καί τήν πτώση της στούς ἐχθρούς. ᾿Εξάλλου, καί σέ ἄλλες περιστάσεις ὁ Ἰεζεκιήλ ἀντί γιά ἐλεγκτικό κήρυγμα ταλαιπωρεῖ τό σῶμα του μπροστά στούς ᾿Ιουδαίους μέ συμβολικές ἐνέργειες. Σκοπός του εἶναι νά μεταδώσει τά μηνύματα τοῦ Θεοῦ μέ τρόπο παραστατικό καί ἐντυπωσιακό. Κάτι ἀνάλογο συναντοῦμε καί στήν Καινή Διαθήκη, στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων: ῾Ο προφήτης ῎Αγαβος ἔδεσε τόν ἑαυτό του μέ τή ζώνη τοῦ ἀποστόλου Παύλου, γιά νά δηλώσει ὅτι στήν ᾿Ιερουσαλήμ περιμένουν τόν ἀπόστολο δεσμά καί φυλακή (βλ. 21,11).
Οἱ ἐκφράσεις «τὴν γλῶσσάν σου συνδήσω» καί «ἀποκωφωθήσῃ» δηλώνουν τήν ἀπόλυτη σιωπή. Εἶναι καί αὐτές συμβολικές. ῾Ο Θεός δέν παραλύει τή γλώσσα τοῦ Ἰεζεκιήλ, ἀλλά τοῦ ζητᾶ νά πάψει πλέον τούς δημόσιους ἐλέγχους. Τή στάση αὐτή ὑπαγορεύει ἡ ἀπιστία καί ἡ κακότητα τοῦ λαοῦ. ῾Η ἀσέβεια τῶν συμπατριωτῶν του κρατάει τόν προφήτη ἔγκλειστο καί δεμένο. Μέ τόν τρόπο αὐτό ὁ προφήτης γίνεται τύπος τοῦ Χριστοῦ· ὑποφέρει αὐτός, ἐνῶ θά ἔπρεπε νά τιμωρηθεῖ ὁ λαός γιά τίς ἀνομίες του.
Ἐνῶ «ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται» (Β´ Τι 2,9), ὅπως γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στόν μαθητή του Τιμόθεο, ἐντούτοις ὁ Θεός, ὅταν βλέπει ὅτι ὁ λαός μένει κωφός καί παραπικραίνων, δεσμεύει τόν λόγο. Δίνει «λιμὸν τοῦ ἀκοῦσαι τὸν λόγον Κυρίου» (Ἀμ 8,11). Αὐτή εἶναι μία ἀπό τίς σκληρότερες τιμωρίες.
῾Η σιωπή τοῦ ᾿Ιεζεκιήλ θά κρατήσει μέχρι τήν καταστροφή τῆς Ἰερουσαλήμ (βλ. 24,25 27). Μόνο τότε, ὅταν πλέον κυκλοφορήσει ἡ εἴδηση γιά τήν καταστροφή, θά ξυπνήσουν κάποιες συνειδήσεις, θά στραφοῦν πρός τόν Θεό καί θά ἀναγνωρίσουν τό κύρος τοῦ προφήτη (33,33). Τότε θά λάβει ἐντολή νά ξαναρχίσει τό δημόσιο κήρυγμα.
Βέβαια, καί μετά τήν καταστροφή τῆς ᾿Ιερουσαλήμ, ἀκόμη καί οἱ ᾿Ιουδαῖοι πού θά συρθοῦν αἰχμάλωτοι στή Βαβυλώνα, δυστυχῶς δέν θά ἔχουν συνετιστεῖ. Κάποιοι ἀπό αὐτούς θά δεχτοῦν τό κήρυγμα τοῦ προφήτη, ἐνῶ ἄλλοι θά μένουν ἀπειθεῖς. Ὁ καθένας εἶναι ἐλεύθερος νά ἐπιλέξει τή θέση πού θά πάρει ἀπέναντι στόν Θεό καί στόν νόμο του. Φέρει ὅμως τήν εὐθύνη τῆς ἐπιλογῆς του (πρβλ. Ἀπ 22, 11 12).

Στέργιος Ν. Σάκκος