Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου Λκ 10,38-42· 11,27-28

῾Η Μάρθα καί ἡ Μαρία (Λκ 10,38-42)
  

Περιοδεύοντας στήν ᾿Ιουδαία ὁ ᾿Ιησοῦς ἐπισκέπτεται τήν οἰκογένεια τῶν τριῶν ἀδελφῶν, Μάρθας, Μαρίας καί Λαζάρου. Διατηροῦσε φιλικούς δεσμούς μέ τήν οἰκογένεια αὐτή, συχνά μάλιστα φιλοξενοῦνταν στό σπίτι τους, στήν Βηθανία, προάστιο τῶν ᾿Ιεροσολύμων. ῾Η Βηθανία ἀπεῖχε σχεδόν δεκαπέντε στάδια (βλ. ᾿Ιω 11,18), περίπου τρία χιλιόμετρα, ἀπό τήν ἁγία πόλη. ᾿Από ἐκεῖ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶχε τήν δυνατότητα νά πηγαινοέρχεται στόν ναό καθημερινά (βλ. Μθ 21,17· Μρ 11,11).

 10,38. ᾿Εγένετο δὲ ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτοὺς καὶ αὐτὸς εἰσῆλθεν εἰς κώμην τινά. Γυνὴ δέ τις ὀνόματι Μάρθα ὑπεδέξατο αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς.
   Κατά τήν διάρκεια τῆς πορείας τοῦ ᾿Ιησοῦ καί τῶν μαθητῶν του πρός τά ᾿Ιεροσόλυμα (βλ. Λκ 9,51), ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτούς, ἔκαναν μία στάση εἰς κώμην τινά, σέ μία κωμόπολη. Δέν δηλώνεται τό ὄνομά της, ἀλλά ἀπό τά ὀνόματα τῶν μελῶν τῆς οἰκογενείας πού τόν φιλοξένησε, καταλαβαίνουμε ὅτι πρόκειται γιά τήν Βηθανία.
   ῾Ως οἰκοδέσποινα ὑποδέχεται τόν Κύριο ἡ Μάρθα· γυνὴ δέ τις ὀνόματι Μάρθα ὑπεδέξατο αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς. Προφανῶς ἡ Μάρθα ἦταν ἡ μεγάλη ἀδελφή, ἡ ὁποία προστάτευε τά μικρότερα ὀρφανά ἀδέλφια της. ῾Ο πατέρας τους Σίμων φαίνεται ὅτι εἶχε πεθάνει προσβεβλημένος ἀπό τήν φοβερή ἀσθένεια τῆς λέπρας, γι᾿ αὐτό τό σπίτι του ἦταν γνωστό ὡς «οἰκία Σίμωνος τοῦ λεπροῦ» (βλ. Μθ 26,6· Μρ14,3). ῾Ορισμένοι ταυτίζουν αὐτόν τόν Σίμωνα μέ τόν φαρισαῖο Σίμωνα, ὁ ὁποῖος κάλεσε τόν ᾿Ιησοῦ σέ τραπέζι, καί τήν Μαρία τήν ἀδελφή τοῦ Λαζάρου μέ τήν ἀνώνυμη ἁμαρτωλή γυναίκα, ἡ ὁποία στό σπίτι αὐτοῦ τοῦ φαρισαίου ἄλειψε τόν Κύριο μέ μῦρο (βλ. Λκ 7,36-50). ῾Υπάρχουν, ἐντούτοις, πολλά στοιχεῖα τά ὁποῖα ἀποκλείουν ἐντελῶς τήν ταύτιση αὐτή καί διακρίνουν σαφῶς πρόσωπα καί γεγονότα.

 10,39. Καὶ τῇδε ἦν ἀδελφὴ καλουμένη Μαρία, ἣ καὶ παρακαθίσασα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ ἤκουε τὸν λόγον αὐτοῦ.
   ῾Η Μαρία εἶναι ἐκείνη ἡ ὁποία, λίγο πρίν ἀπό τό πάθος τοῦ Κυρίου, τοῦ ἄλειψε τά πόδια μέ μύρο 300 δηναρίων καί τά σκούπισε μέ τά μαλλιά της, ἐκδηλώνοντας ἔτσι τήν ἀγάπη, τήν ἀφοσίωση, ἀλλά καί τήν εὐγνωμοσύνη της πρός τόν Διδάσκαλο (᾿Ιω 12,1-5), πού εἶχε ἀναστήσει τόν ἀδελφό της Λάζαρο. ᾿Από τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἀναφέρεται, καὶ τῇδε ἦν ἀδελφὴ καλουμένη Μαρία, φαίνεται ὅτι δέν εἶχε γίνει προηγουμένως καμία ἄλλη ἀναφορά στό πρόσωπό της. Αὐτή ἡ παρατήρηση ἐνισχύει τήν θέση ὅτι δέν μπορεῖ ἡ ἀδελφή τοῦ Λαζάρου νά ταυτισθεῖ μέ τήν πόρνη πού ὁ Λουκᾶς ἀνέφερε στό 7ο κεφάλαιο. ῾Η Μαρία, παρακαθίσασα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ, καθισμένη κοντά στά πόδια τοῦ ᾿Ιησοῦ, ἤκουε τὸν λόγον αὐτοῦ, ἄκουγε μέ προσοχή τήν διδασκαλία του. ῾Η ἔκφραση «κάθημαι παρὰ τοὺς πόδας», ὅπως τήν βρίσκουμε ἀργότερα στίς Πράξεις (βλ. 22,3) σήμαινε γενικά τήν μαθητεία σ᾿ ἕναν διδάσκαλο. Μέ τήν στάση της ἡ Μαρία ἐξέφραζε ὅλο της τόν θαυμασμό καί τόν σεβασμό πρός τόν Διδάσκαλο.

 10,40. ῾Η δὲ Μάρθα περιεσπᾶτο περὶ πολλὴν διακονίαν· ἐπιστᾶσα δὲ εἶπε· Κύριε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεῖν; εἰπὲ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται.
   ᾿Ενῶ, λοιπόν, ἡ Μαρία ἄκουγε μέ ζῆλο τήν διδασκαλία τοῦ ᾿Ιησοῦ, ἡ Μάρθα περιεσπᾶτο περὶ πολλὴν διακονίαν, καταγινόταν ὑπερβολικά μέ τήν φροντίδα νά ἑτοιμάσει φιλοξενία γιά τόν Διδάσκαλο καί τήν συνοδεία του. ῾Η μεγάλη ἀγάπη της γιά τόν Διδάσκαλο ἐκφράζεται ὡς ἔγνοια νά εἶναι πλούσιο τό τραπέζι, μέ πολλά φαγητά, τά ὁποῖα μάλιστα ἀπαιτοῦσαν ἰδιαίτερο κόπο καί χρόνο γιά τήν προετοιμασία. ῎Ετσι δέν εἶχε τήν δυνατότητα νά μαθητεύσει καί αὐτή κοντά στόν Κύριο, ὅπως πολύ θά τό ἤθελε.
   Προφανῶς θά εἶχε κάνει κάποιο νεῦμα στήν μικρότερη ἀδελφή της ζητώντας τήν βοήθειά της. ᾿Εκείνη, συνεπαρμένη ἀπό τήν ἀπόλαυση τῆς μαθητείας, δέν ἀνταποκρίθηκε. Βλέποντας ἡ Μάρθα ὅτι δέν μποροῦσε νά τά προλάβει ὅλα μόνη της, ἔρχεται νά ζητήσει τήν παρέμβαση τοῦ Διδασκάλου ἐκφράζοντας σ᾿ αὐτόν τήν ἀπαρέσκειά της γιά τήν Μαρία· Κύριε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεῖν; εἰπὲ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται· «Κύριε, δέν σέ μέλει πού ἡ ἀδελφή μου μέ ἄφησε μόνη νά διακονῶ; Πές της, σέ παρακαλῶ, νά μέ βοηθήσει»!
   Δέν ἀπευθύνει τόν λόγο στήν ἀδελφή της ἡ Μάρθα, ἀλλά στόν Κύριο. ῎Αν αὐτή εἶναι ἡ οἰκοδέσποινα πού τόν φιλοξενεῖ, ὡστόσο ᾿Εκεῖνον ἀναγνωρίζει νοικοκύρη τοῦ σπιτιοῦ της. ᾿Εκεῖνος κυβερνᾶ καί ρυθμίζει τά πάντα. ᾿Εκεῖνος μπορεῖ ἀξιωματικά νά ἀνακαλέσει στήν τάξη τήν Μαρία. Τό ἔντονο ὕφος της δέν πρέπει νά ἐκληφθεῖ ὡς αὐθάδεια. Δείχνει ἁπλά τήν μεγάλη οἰκειότητα καί τήν ἄνετη σχέση μαζί του.
 

10,41-42. ᾿Αποκριθεὶς δὲ εἶπεν αὐτῇ ὁ ᾿Ιησοῦς· Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία· Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ᾿ αὐτῆς.
   ῾Η ἀπάντηση τοῦ Κυρίου, ὅπως φαίνεται καί ἀπό τήν ἐπανάληψη τοῦ ὀνόματος Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά, ἦταν μία ἐλαφρά ἐπίπληξη, πού φανέρωνε ταυτόχρονα ὅλη τήν συμπάθεια καί τήν εὔνοιά του γιά τήν συνετή καί φιλότιμη μαθήτριά του.
   Τό ρῆμα «μεριμνῶ» ὑποδηλώνει ἐσωτερική ἀνησυχία, ἐνῶ τό «τυρβάζομαι» ἀναφέρεται σέ ἐξωτερικές ἐκδηλώσεις ταραχῆς. ῾Ο Κύριος θέλει νά καθησυχάσει τήν Μάρθα. Τήν βλέπει νά καταπιάνεται μέ πολλά, καί τήν συμβουλεύει· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία, εἶναι, δηλαδή, ἀρκετό ἕνα φαγητό. ῾Ο ᾿Ιησοῦς προτιμᾶ νά τρέφει αὐτούς πού τόν φιλοξενοῦν μέ τήν διδασκαλία του παρά νά ἀπολαμβάνει τά πολλά τους ἐδέσματα. Δέν θέλει νά στερεῖται οὔτε ἡ Μάρθα οὔτε ἡ Μαρία τὴν ἀγαθὴν μερίδα, τήν θεία διδασκαλία του, πού εἶναι ἡ τροφή τῆς ψυχῆς, ἀνώτερη ἀπό ὁποιαδήποτε ἄλλη τροφή καί προσφορά.
    Στούς λόγους τοῦ Κυρίου πρός τήν Μάρθα δόθηκε καί ἡ ἑξῆς ἑρμηνεία· «Ταλαίπωρη Μάρθα, βυθίστηκες στίς πολλές μέριμνες τοῦ κόσμου. ῞Ενα μόνο σοῦ χρειάζεται· νά ἐγκαταλείψεις τά κοσμικά καί νά στραφεῖς πρός τά πνευματικά, ὅπως ἡ Μαρία. ᾿Από τίς δύο ἀσχολίες ἡ ἀγαθή εἶναι αὐτή τήν ὁποία διάλεξε ἡ Μαρία». ῾Η διαμαρτυρία τῆς Μάρθας ἐπίσης θεωρήθηκε ὡς ἐκδήλωση ζηλοτυπίας πρός τήν ἀδελφή της. Μέ τίς ἑρμηνεῖες αὐτές ἀδικεῖται ἡ ἀλήθεια καί παρεξηγεῖται τό πρόσωπο τῆς Μάρθας, ὅτι τάχα ἀσχολεῖται μόνο μέ τήν ὕλη καί δέν ἔχει ἀνώτερες πνευματικές πτήσεις ὅπως ἡ Μαρία. ᾿Εντούτοις, τά Εὐαγγέλια παρουσιάζουν τήν Μάρθα ὡς γυναίκα ἀνδρεία καί ὑψιπέτη θεολόγο (βλ. ᾿Ιω 11,21-28).
    ῾Η Μάρθα ὑπερνικᾶ τήν προσωπική της ἐπιθυμία καί εὐχαρίστηση νά ἀκούσει τόν Διδάσκαλο, μεριμνώντας γιά τήν ἐξυπηρέτηση καί εὐχαρίστηση τῶν ἄλλων. ῾Ως μεγαλύτερη καί ὡριμότερη θυσιάζεται, γιά νά ἐκφράσει τήν ἀγάπη καί τήν στοργή της στούς κουρασμένους ἐπισκέπτες. Μάλιστα, καταπιάνεται μέ πολλές φροντίδες καί δουλειές, ὥστε νά τούς περιποιηθεῖ πλούσια καί νά τούς εὐχαριστήσει μέ πολλά καί ἀξιόλογα φαγητά. Μέ τήν συμπεριφορά της μιμεῖται τόν Κύριο πού, ἐνῶ ἔφθασε στό σπίτι της κατάκοπος ἀπό τήν ὁδοιπορία, δέν σκέπτεται τήν δική του ἀνάπαυση, δέν ἐνδιαφέρεται γιά τό φαγητό, ἀλλά διδάσκει γιά νά ὠφελήσει τούς ἀκροατές (πρβλ. 4,34). ῾Η Μαρία, ἡ ὁποία ἦταν καί μικρότερη, κάθισε ἀμέριμνη καί ἀπολάμβανε τήν διδασκαλία τοῦ Κυρίου. ῾Η Μάρθα προχώρησε στήν ἐφαρμογή τῶν λόγων τοῦ Διδασκάλου, στήν θυσία.

 ῾Ο μακαρισμός τῆς μητέρας τοῦ ᾿Ιησοῦ (Λκ 11,27-28)


  ᾿Ενῶ οἱ φαρισαῖοι καί οἱ γραμματεῖς συκοφαντοῦν τόν ᾿Ιησοῦ ὡς συνεργάτη τοῦ σατανᾶ, μία ἁπλῆ καί ἄδολη γυναίκα ἀπό τό ἀνώνυμο πλῆθος διακρίνει τήν σοφία καί τήν δύναμη τοῦ λόγου του, παραδέχεται τήν ἁγιότητά του καί αὐθόρμητα τόν ἐγκωμιάζει μακαρίζοντας τήν μητέρα του. Τό περιστατικό ἀποτελεῖ ἐκπλήρωση τῆς προφητείας τῆς Παρθένου· «ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί» (Λκ 1,48). ῾Ο θεόπνευστος Λουκᾶς, πού σάν ψήγματα χρυσοῦ συνέλεξε ὅ,τι εἶχε σχέση μέ τό πρόσωπο τῆς παναγίας Μητέρας, δέν θέλησε νά παρατρέξει οὔτε αὐτή τήν λεπτομέρεια. ῎Ετσι μᾶς διέσωσε καί μία πολύ σπουδαία διδασκαλία τοῦ Κυρίου, πού δέν ἀναφέρεται ἀπό τούς ἄλλους εὐαγγελιστές.

11,27. ᾿Εγένετο δὲ ἐν τῷ λέγειν αὐτὸν ταῦτα ἐπάρασά τις γυνὴ φωνὴν ἐκ τοῦ ὄχλου εἶπεν αὐτῷ· μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας.
   Καθώς ὁ ᾿Ιησοῦς δίδασκε, ἐν τῷ λέγειν αὐτὸν ταῦτα, ὕψωσε τήν φωνή της μία γυναίκα ἀπό τό πλῆθος πού τόν ἄκουγε, ἐπάρασά τις γυνὴ φωνὴν ἐκ τοῦ ὄχλου, καί ἀπευθυνόμενη πρός τόν Διδάσκαλο εἶπε· μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας. Συνεπαρμένη ἀπό τήν διδασκαλία του ἐκφράσθηκε ὅπως θά ἐκφραζόταν καί σήμερα μία ἁπλῆ γυναίκα τοῦ λαοῦ· «Παλληκάρι μου, καλότυχη ἡ μάνα πού σέ γέννησε καί σέ ἀνέθρεψε!».
   Μέ διάκριση καί σεμνότητα ἡ ἀνώνυμη γυναίκα δέν ἀπευθύνεται ἄμεσα στό πρόσωπο τοῦ ᾿Ιησοῦ· αὐτό θά μποροῦσε ἴσως νά θεωρηθεῖ ὡς κολακεία. Τόν ἐπαινεῖ μακαρίζοντας τήν μητέρα του. ᾿Από τόν ἔπαινο τῆς μητέρας εὔκολα ἀνάγεται κανείς στόν ἔπαινο τοῦ υἱοῦ. ῎Αν μακαρίζεται ἡ μητέρα χάριν τοῦ υἱοῦ, εἶναι ἐμφανές πόσο ἀξιομακάριστος θά εἶναι ὁ ἴδιος.
11,28. Αὐτὸς δὲ εἶπε· μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν.
   Αὐτὸς δέ, ὁ Κύριος, ἀπαντᾶ ὅτι συμφωνεῖ ἀπόλυτα καί ἀποδέχεται τήν εἰλικρινῆ καί ἄδολη, τήν αὐθόρμητη ἔκφραση τοῦ θαυμασμοῦ πρός τήν μητέρα του. Αὐτό δηλώνουν μέ ἔμφαση τά τρία βεβαιωτικά μόρια, μὲν-οὖν-γε. ᾿Αλλά μέ ὅσα προσθέτει στήν συνέχεια θέλει νά ὁδηγήσει τήν σκέψη τῶν ἀκροατῶν του καί σέ μία ἄλλη ἀλήθεια, πού προβάλλει τήν παναγία Μητέρα του ὡς πρότυπο τῶν πιστῶν. Λέγει· μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν, δηλαδή, «ναί, μάλιστα, βέβαια! εἶναι μακαρία ἡ μητέρα μου, ἀλλά μακάριοι εἶναι καί ἐκεῖνοι πού ἀκοῦν καί τηροῦν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ».
   ῾Η ἀνώνυμη γυναίκα μακάρισε -καί πολύ σωστά- τήν Παναγία γιά τήν συγγένειά της μέ τόν ᾿Ιησοῦ. ῎Ηδη ὅμως ὁ Κύριος εἶχε κάνει λόγο γιά τούς δεσμούς τῆς πνευματικῆς συγγένειας πού εἶναι ἡ ἀνώτερη (βλ. Λκ 8,21). Τονίζει, λοιπόν, ὅτι ἡ μακαριότητα τῆς Παρθένου, ἡ ὕψιστη δόξα της συνίσταται στό ὅτι ἐκλέχθηκε νά γίνει μητέρα του, διότι δέχθηκε νά ἐκτελέσει τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Σ᾿ αὐτό καλοῦνται νά τήν μιμηθοῦν ὅλοι ὅσοι ἐπιθυμοῦν νά γίνουν μέτοχοι τῆς μακαριότητός της (πρβλ. ᾿Απ 1,3).

Στεργίου Σάκκου, Ἑρμηνεία στό κατά Λουκᾶν Εὐαγγέλιο, τόμ. B΄, σελ.136-140 & 166-167