Ἡ κλήση εἶναι προσωπική

saint cΣτήν ἱερά μονή Διονυσί­ου τοῦ Ἁ­γίου Ὄρους βρῆ­καν καταφύγιο μετά τήν ἄρ­νη­ση οἱ δύο νέοι, ὁ Βονιφάτιος καί ὁ Εὐδόκιμος. Ἦταν ἀρ­χές τοῦ 19ου αἰ­ώ­να, τό­τε πού τό ξί­φος τοῦ βάρβαρου κατακτητῆ σκορ­ποῦσε ἀ­δί­στακτα τόν θάνατο γιά νά καταπνίξει κάθε ἀντί­σταση στό τα­λαίπωρο γένος τῶν Ρωμιῶν. Σέ ὥρα σκλη­ρή καί χαλεπή οἱ δύο φίλοι βρέθηκαν ἀνέτοιμοι καί ἀρνήθηκαν τήν πίστη στόν Θεό τῶν πατέρων τους, ἀμαύρωσαν τό ἅ­γιο Βά­- πτισμα καί πρόδωσαν τό τιμημένο ὄνομα τοῦ Χρι­στιανοῦ.
Στήν ἱερή μάνδρα τοῦ μοναστηριοῦ, πλάι στούς ἀκάματους ἀγωνιστές τοῦ πνεύματος στηρίχθηκε ἡ καρδιά τους. Ἔλαβαν τό ἀγγελικό σχῆμα, εἰσῆλθαν καί πάλι στή στρατεία Αὐτοῦ πού εἶχαν ἀρνηθεῖ, ἀρ­νούμενοι τώρα τόν κόσμο καί τόν διάβολο. Στίς ἱερές ἀκολουθίες, στίς προσωπικές ὧρες τῆς προσευχῆς καλλιεργήθηκε μέσα τους ὁ καρπός τῆς μετανοίας. Τά δάκρυα τῆς κατανύξεως πότισαν τήν ἀπόφαση τῆς ὁμολογίας. Καί φάνηκε πιά πώς ὁ ἅ­γιος σκοπός ὡρίμασε καί μέστωσε. Οἱ ὅσιοι πατέρες ἔδωσαν τή συγκατάθε­ση νά πορευθοῦν στόν τόπο τῆς ἀρ­νήσεως κι ἐκεῖ νά ὁμολογήσουν τόν Χριστό. Κι ἄν χρειαστεῖ, νά μαρτυρήσουν γιά τήν πίστη Του. Νά ξεπλύνουν τήν ἄρνηση μέ τή θυσία τοῦ αἵματος.
Ξεκίνησαν οἱ δυό τους γιά τήν Κων­­σταντινούπολη. Ὁ σοφός καί ἅ­γιος ἡγούμενος, φοβούμενος τό εὐ­ό­λισθο τῆς ἀνθρώπινης φύσης, ὅρισε σύντροφο καί συμπαραστάτη νά πορευθεῖ μαζί τους τόν Γεννάδιο, ἕναν ἀγαθό καί ταπεινό μοναχό τῆς μο­νῆς.
Καί κίνησαν μέ λιγοστά ἀγαθά στό ταγάρι καί μέσα στό στῆθος τόν πόθο τοῦ μαρτυρίου. Ἀλλιώτικο, παράδοξο τοῦτο τό ταξίδι! Πηγαιμός πρός τόν θάνατο καί συνάμα πρός τή ζωή. Δρό­μος γνωστός καί συγχρόνως ἄδηλος. Μέ μυστικές προσευχές, μέ ἱερές ἀκολουθίες, μέ πνευματικές συζητήσεις πορεύονταν.
Στήν Κωνσταντινούπολη οἱ δύο φίλοι μοναχοί μέ θάρρος ὁμολόγη­σαν τήν πίστη στόν Χριστό. Γι᾽ αὐτό φυλακίστηκαν καί βρέθηκαν σύντομα ἀν­τιμέτωποι μέ τά βασανιστήρια. Καί τότε, τήν ὥρα τῆς σταθερότητας στήν πρώτη ὁμολογία, τή στιγμή τῆς ἀμετάκλητης ἀπόφασης, ἡ φλόγα τῆς πίστης τρεμόσβησε, ἡ σπίθα τῆς ἀγάπης στόν Χριστό ἀπ᾽ τόν ἀγέρα τῶν φοβερῶν ἀπειλῶν ἔσβησε! Κι οἱ δυό τους δείλιασαν, ὁ φόβος πλημμύ­ρισε τήν καρδιά τους κι ἀρνήθηκαν τόν Χριστό.
Νά ᾽ταν ἡ ἐπιπολαιότητα τῆς ἀπόφασης, νά ᾽ταν ὁ λογισμός τῆς ὑπε­ρη­φάνειας καί τῆς αὐτάρκειας ἡ αἴ­­- σθηση πού ἀπογύμνωσε τίς ψυχές ἀ­πό τή θεία χάρη; Πάντως ξέπεσαν στό βάραθρο τῆς ἄρνησης. Οἱ ἅγιοι πόθοι ἔσβησαν, οἱ ὑποσχέσεις καταπατήθηκαν, ἡ ὁμολογία διαγράφηκε. Καί μέ­σα στήν ἀποστασία τους κι οἱ δυό μαζί κατήγγειλαν ὡς αἴτιο τῆς πο­ρεί­ας τους πρός τό μαρτύριο τόν σύντροφό τους Γεννάδιο. Ὁ πιστός δοῦλος τοῦ Θεοῦ ὁδηγήθηκε τότε στή φυλακή ἀπρόσμενα καί βίαια. Στίς ἀπειλές καί στά δελεάσματα τῶν τυράννων μέ σεμνότητα ἀλλά καί παρρησία ὁμολόγησε πώς τόν Χριστό μόνο λατρεύει καί τούτη τήν πίστη καί τήν ἀγάπη δέν τήν ἀλλάζει. Τά φοβε­ρά βασανιστήρια δέν τόν τρόμαξαν ἀλλά τά ὑπέμεινε μέ προσευχή καί καρτερία. Ὁ πόνος γιά τήν ἄρνηση τῶν ἀδελφῶν θέριευε τή δική του πί­στη, ἡ θλίψη γιά τή δική τους λιποταξία γιγάντωνε τή δική του ἀφοσί­ω­ση.
Ἦταν 6 Ἀπριλίου τοῦ 1818 ὅταν ὁ γενναιόφρονας ὁμολογητής ὁδηγήθηκε στόν θάνατο μέ ἀποκεφαλισμό. Τά τίμια λείψανά του περισυλλέχθηκαν μέ σεβασμό ἀπό τούς χριστιανούς καί μέρος τους φυλάσσεται σή- μερα στήν ἱερά μονή Διονυσίου, ὅπου μόνασε ὁ Ἅγιος, καί μέ ἰδιαίτερη τιμή ἑορτάζεται ἡ μνήμη του τήν ἡ­μέ­ρα τοῦ μαρτυρίου του.
Ἀπό συνοδίτης τῶν ὑποψήφιων μαρτύρων ὁ Γεννάδιος ἀναδείχθηκε ὁ ἴδιος μάρτυρας. Ἀπό σύντροφος τῶν ὁμολογητῶν στάθηκε ὁμολογητής καί καλλίνικος ἀθλητής τῆς πίστεως. Ἀ­πό τήν ἁγιασμένη φωλιά τοῦ μοναστηριοῦ, στήν παλαίστρα τῆς ὁμολο­γίας. Ἀλύγιστος καί γενναῖος, μπαίνει στό εἰκονοστάσι τοῦ 19ου αἰώνα, στήν ἱερή παράταξη τῶν νεομαρτύρων. Τό­σο κοντινός καί τόσο δικός μας! Σκύ­βει σ᾽ ἐμᾶς τούς χριστιανούς τοῦ 21ου αἰώνα γιά νά μᾶς πεῖ πώς μπροστά στήν ὥρα τῆς ὁμολογίας ἡ κλήση εἶναι προσωπική καί ἡ ἀπόφαση μοναδική γιά τό ποιά θέση θά πάρει ὁ καθένας μας πλάι στόν ἐσταυρωμέ­νο Ἰησοῦ. Ἄν θά γίνει Ἰούδας ὁ προδότης ἤ Ἰωάννης ὁ ἀ­φο­σιωμένος μα­θητής. Λιποτάκτης ἤ ἥρωας, ἀρνητής ἤ ὁμολογητής. Ἡ ὥρα μετρᾶ ἀ­νυ­πο­λόγιστα κι ἡ ἀπόφαση ζυγίζει αἰ­ωνι­ό­τητα.
Στό διάβα τῶν χρόνων, στῶν και­ρῶν τό κύλισμα, στόν ἀνήφορο τοῦ Γολγοθᾶ, λίγοι οἱ ἐκλεκτοί συνοδοιπόροι μέ τόν μεγάλο Ἐσταυρωμένο. Δι­κό τους τό μαρτύριο, δική τους καί ἡ ἀνάσταση!

Ἰχνηλάτης