Ἡ ἁγιασμένη καί προδομένη ἐπανάσταση

sxolio cΣυμπληρώνονται δυό αἰῶνες ἀπό τήν ἔναρξη τῆς γενέθλιας πράξης τοῦ νεοελληνικοῦ κράτους, τήν Ἐπανάστα­ση τοῦ 1821, πού ἀποτελεῖ κορυφαῖο γεγονός τῆς νεώτερης ἑλληνικῆς ἱστορίας. Ὅμως ἐδῶ καί ἀρκετά χρόνια ἡ ἱστορία, ὅπως καί ἡ ἑρμηνεία τοῦ 1821, μετά ἀπό τή συστηματική προσπάθεια ἐθνικῆς ἀποδόμη­σης καί κοινωνικοῦ ἀνασκολοπισμοῦ, ἔχουν δει­νοπαθήσει. Εἶναι θλιβερό στή χώρα ὅπου ἀπό τόν Ἡρόδοτο καί τόν Θουκυδίδη μέχρι τόν Κ. Παπαρρηγόπουλο καί τούς νεώτερους ἱστορικούς ἔλαμψε ἡ ἀντικειμενική ἱστορική θεώρηση, νά ἐπιχειρεῖται σήμερα ἡ διαστρέβλωσή της. Ἐπιπλέον ἀποτελεῖ τό λιγότερο ἀσέβεια στή μνή­μη τῶν ψυχωμένων ἀγωνιστῶν τοῦ 1821 νά ἀποδίδονται ἀπαράδεκτα καί ποταπά κίνητρα γιά τήν πραγματοποίηση τῆς αἱματοβαμμένης καί ἁγιασμένης ἐπανάστασης.
Ἰσχυρίζονται μερικοί ὅτι ἡ Γαλλική Ἐπανάσταση ἀφύπνισε τόν Ἑλληνισμό καί τοῦ καλλιέργησε ἐθνική συνείδηση καί ὅτι ἡ Ἑλληνική Ἐπανά­σταση ὑπῆρ­ξε ἔργο τῶν ἰδεῶν καί τῶν ἀρχῶν τῆς Γαλλικῆς. Τοῦτο, ὅ­μως, ἀποτελεῖ πα­ρα­χάραξη τῆς ἀλήθειας καί νόθευση τοῦ μεγαλειώδους γεγονότος τοῦ ’21. Σέ ὅλους αὐτούς τούς προβληματισμούς ἀπαντᾶ φερέγγυα καί αὐθεντικά ἡ ἴδια ἡ ἱστορία: Ἀπό τά πρῶτα χρόνια μετά τήν ἅλωση τῆς Πόλης, οἱ Ἕλληνες ἐξεγείρονται, ἀλλά ἀποτυγχάνουν γιά διάφορους λόγους. Ὁ Κωνσταντῖ­νος Σάθας καί ἄλλοι ἱστορικοί ἔχουν καταγράψει δεκάδες ἐπαναστατικά κινήματα ἐπί Τουρκοκρατίας, πολύ πρίν ἀπό τή Γαλλική Ἐπανάσταση. Τά ἰδανι­κά τους ἦταν ἡ Ὀρθοδοξία, ἡ ἀπελευθέρωση ὅλης τῆς ἑλληνικῆς ἐ­πικρά­­τειας καί ἡ διαχρονική συνέχεια τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ἡ ἐθνική συν­είδηση δέν περίμενε βεβαίως τούς Εὐρωπαίους διαφωτιστές γιά νά ἀναγεννηθεῖ. Ἐξ­άλλου οἱ πρόγονοί μας ποτέ δέν ἔχασαν τή συνείδηση τῆς ταυτότητάς τους. Οἱ δάσκαλοι τοῦ Γένους μιλοῦ­σαν συν­εχῶς γιά τήν ἀρχαία Ἑλλάδα καί τή Ρωμανία• σέ κρυφά καί φανερά σχολεῖα τά παιδιά διδάσκονταν ἀρχαίους συγγραφεῖς• ὁ λαός διάβαζε μετά μανίας τή «Φυλ­λάδα τοῦ Μεγαλέξανδρου». Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἦταν ζωγραφισμένοι στούς νάρθηκες τῶν να­ῶν καί ἡ προσμονή τῆς λευτεριᾶς ἀναρ­ρίπιζε τήν ἀποσταμένη ἐλπίδα.
Ἀλλά καί τά κείμενα τῶν ἀγωνι­στῶν δίδουν ἄφθονες ἀποστομωτικές μαρτυρίες γιά τόν χαρακτήρα τῆς Ἐ­πα­νά­στασης, ἀπό τίς ὁποῖες -ἐν πολλοῖς γνω­στές- ἐλάχιστες παραθέτω: Ὁ Θ. Κολοκοτρώνης γράφει: «Ἡ ἐπανάστα­ση ἡ ἐδική μας δέν ὁμοιάζει μέ καμμίαν ἀπ’ ὅσες γίνονται τήν σήμερον εἰς τήν Εὐρώπην. Τῆς Εὐρώπης οἱ ἐπαναστάσεις εἶναι ἐναντίον τῶν διοικήσεών των, εἶναι ἐμφύλιος πόλεμος. Ὁ ἐδικός μας πόλεμος ἦταν ὁ πλέον δίκαιος, ἦταν ἔθνος μέ ἄλλο ἔθνος». Καί ἀλλοῦ σημειώνει ὅτι οἱ πόλεμοι μεταξύ τῶν Εὐ­ρωπαίων εἶναι ἐμφύλιοι πόλεμοι: «Ἐ- περιδιάβασα διά τέσσαρας ὥρας τά πε­δία τοῦ Βατερλόου, δέν ἐντρέπομαι νά εἰπῶ ὅτι ἐθαύμασα περισσότερον τήν Γράνα τῆς Τριπολιτσᾶς». Πασίγνωστος ὁ λό­γος του πού ἀπηύθυνε στήν Πνύκα στούς μαθητές τοῦ πρώτου ἑλ­ληνικοῦ Γυμνασίου: «Ὅταν ἀποφασίσαμε νά κάμωμε τήν Ἐπανάστασι, δέν ἐ­συλλο­γισθήκαμε οὔτε πόσοι εἴ­με­θα οὔτε πώς δέν ἔχομε ἄρματα... ἀλλ’ ὡς μία βροχή ἔπεσε εἰς ὅλους μας ἡ ἐπιθυμία τῆς ἐλευθερίας μας καί ὅ­λοι, καί οἱ κληρικοί, καί οἱ προεστοί, καί οἱ καπεταναῖοι καί οἱ πεπαιδευμένοι καί οἱ ἔμποροι, μικροί καί μεγάλοι, ὅλοι ἐσυμφωνήσαμε εἰς αὐτόν τόν σκοπό, καί ἐκάμαμε τήν Ἐπανάστα­σιν».
Ὁ στρατηγός Ἰωάννης Μακρυγιάννης ση­μείωνε στά Ἀπομνημονεύματά του: «Τότε οἱ Ἕλληνες ὁρκίσθηκαν νά δουλέψουν γιά θρησκεία καί πατρίδα καί δέν τούς κόλλαγε μολύβι οὔτε σπα­θί».
Ὁ στρατηγός καί ἀετός τῆς Ρούμελης, Γ. Καραϊσκάκης, ἀπευθυνόμενος στούς Στερεοελλαδίτες ἔγραφε: «Εἶναι φανερόν, ἀδελφοί, ὅτι ὅλοι μαζί ἐδράξαμεν τά ὅπλα ἐξ ἀρχῆς... κατά τοῦ κοι­νοῦ ἐχθροῦ τῆς πατρίδος καί τῆς θρησκείας μας... Ἑνω­θῆ­τε μαζί μας, διά νά ἐξολοθρεύσωμεν ὁμοθυμαδόν τόν ἐχθρόν καί νά ἐλευθερώσωμεν διά πάν­τα τήν πατρίδα καί θρησκείαν».
Ὁ Ἀλέξανδρος Ὑψηλάντης στήν προ­­κήρυξή του (23/2/1821) εἶχε ὡς ἐ­πικεφαλίδα τό σύνθημα «Μάχου ὑ­πέρ πίστεως καί πατρίδος».
Στήν πρώτη Ἐθνοσυνέλευση (20/ 12/1821 - 16/1/1822) στήν Ἐπί­δαυ­ρο οἱ Ἕλληνες ἀντιπρόσωποι τοῦ Ἔθνους διακήρυξαν: «Ὁ κατά τῶν Τούρ­κων πόλεμος ἡμῶν, μακράν τοῦ νά στη­ρίζεται εἰς ἀρχάς τινάς δημαγωγικάς καί στασιώδεις ἤ ἰδιοτελεῖς μέρους τινός τοῦ σύμπαντος Ἑλληνικοῦ Ἔ­θνους σκοπούς, εἶναι πόλεμος ἐθνικός, πόλεμος ἱερός».
Ἡ τρίτη Ἐθνοσυνέλευση, πού συν­ῆλθε πάλι στήν Ἐπίδαυρο (Ἀπρίλιος 1826), διακήρυξε: «Ὁ λαός τῆς Ἑλλάδος ἔλαβε τά ὅπλα καί δέν ζητεῖ διά τῶν ὅπλων παρά τήν δόξαν καί τήν λαμπρότητα τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία μετά τοῦ ἱεροῦ αὐτῆς κλήρου κατεδιώκετο καί κατεφρονεῖ­το».
Ὁ πρῶτος ἐπίσημος ἱστορικός τοῦ 1821 Σπ. Τρικούπης ἔγραφε: «Ἡ Ἑλ­ληνική Ἐπανάστασις... διακρίνεται τῶν λοιπῶν διά τινά ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά πολλοῦ ἄξια λόγου... Ἐπιχείρησε ἐπιχείρημα δεινότερον καί ἐνδοξότερον, νά ἐξώση διά τῶν ὅ­πλων ἐκ τῆς Ἑλλάδος ξένην καί ἀλ­λόθρησκον φυ­λήν... Τά ἄλλα ἔθνη ἐ­κινήθησαν μόνον πρός ὑπεράσπισιν τῶν πολυμόχθως ἄλλοτε ἀποκτηθέντων καί ἀσυστόλως τότε καταπατουμένων πολιτικῶν δικαί­ων... Ἀλλ’ ἡ Ἑλλάς καί προέθετο καί ἐ­κήρυξε ἐ­νώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων ἐξ ἀρ­χῆς τοῦ ἀγῶνος, ὅτι ὡπλίσθη πρός συντριβήν τοῦ ξένου ζυγοῦ καί πρός ἀνέγερσιν τοῦ ἐθνισμοῦ καί τῆς ἀνε­ξαρ­τησίας της».
Ἀσφαλῶς κάθε ἀντικειμενικός καί ἀνεπηρέαστος ἐρευνητής καί μελετητής μπορεῖ ἀβίαστα καί αὐθόρμητα νά συμπεράνει ὅτι ὁ ἀγώνας τῶν Ἑλ­λήνων τοῦ 1821 ὄχι μόνο δέν εἶχε ταξικό ἤ κοινωνικό χαρακτήρα ἀλλ᾽ οὔτε ἁπλῶς ἐθνικοαπελευθερωτικό. Πρωτίστως ὁ ἀγώνας ἦταν ἱερός• γινόταν μεταξύ Ὀρ­θοδόξων Χριστιανῶν καί Μουσουλ­μά­νων. Τό αἷμα τῶν Νεο­μαρ­τύρων καί τό σχοινί τοῦ Πατρι­άρ­χη θέριευε κάθε Ἕλληνα, γινόταν κόκ­­κινο κρασί, τόν μεθοῦσε καί τόν ἔκανε νά ρίχνεται στίς μάχες μέ ἄμετρη τόλμη καί θάρρος, πού μόνο ἡ πίστη στόν Θεό μπορεῖ νά ἐμπνεύσει καί νά οἰστρηλατήσει.
Μέσα σέ μία τέτοια ἀτμόσφαιρα κατάνυξης καί ἀνάτασης ἔζησαν καί βίωσαν ὅλοι οἱ Ἕλληνες ἐκείνη τήν τιτάνια σύγκρουση μέ τή βεβαιότητα ὅτι ἦταν κοντά ἡ λύτρωση. Γι᾽ αὐτό ἀντί ἄλλου χαιρετισμοῦ χρησιμοποι­οῦσαν τό «Χριστός Ἀνέστη» καί «Ἡ Ἑλλάς ἀνέστη»• καί σάν φλάμπουρο νίκης ἀνέμιζε ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ.
Ὅλα τά ὑπόλοιπα ἀποτελοῦν φληναφήματα καί ἐπινοήσεις τῶν μετα­γενεστέρων, προερχόμενα ἴσως ἀπό πνεῦ­μα ἐγωιστικῆς ἀντίδρασης ἤ ἀπό ἀντιχριστιανική πολεμική σκοπιμότητα. Ποιά σχέση ἐξάλλου μποροῦσε νά ἔχει ἡ ἁγιασμένη Ἐπα­νάσταση τοῦ 1821 μέ τή Γαλλική, πού γιά τήν πραγματοποί­η­σή της «χρειά­στηκε νά ἀνατραπεῖ ἡ θρησκεία, νά προσβληθεῖ ἡ ἠθική, νά διαπραχθοῦν ὅλα τά ἐγκλήματα»1. «Εἴ­δαμε τή Γαλλία νά ἀτιμάζεται ἀπό χι­λιά­δες ἐγκλήματα, ὁλόκληρο τό ἔδαφος αὐτοῦ τοῦ ὄμορφου βασιλείου γεμάτο ἰ­κρι­ώματα καί αὐτή τή δυστυχισμένη γῆ ποτισμένη ἀπό τό αἷμα τῶν παιδιῶν της πού σφάχτηκαν μέ τόν νόμο. Ποτέ, ἀκόμα καί ὁ πιό αἱμο­στα­γής τύραννος, δέν ἔπαιξε μέ τόση θρα­σύτη­τα μέ ζωές ἀνθρώπων καί πο­τέ κάποιος παθητικός λαός δέν ὁδηγήθηκε στό σφαγεῖο τόσο ἀδιαμαρτύρη­τα»2 .
Περιμένουμε ἡ Ἐπιτροπή γιά τήν ἐ­πέτειο τῶν 200 χρόνων ἀπό τήν Ἐ­πα­νάσταση νά ἀναδείξει τόν ρωμαίικο χαρακτήρα της καί ὄχι νά καθιερώνει ὡς λογότυπό της ἄοσμες καί ἄχρωμες παραστάσεις χωρίς τόν Σταυρό, τή Σημαία καί τά ὅπλα τῶν ἀγωνι­στῶν. Ἄραγε παρόμοιες θά εἶ­ναι καί οἱ ἐκδηλώσεις πού ἑτοιμάζονται ἐπετειακά; Γιά νά εἴ­μαστε σίγουροι, «Θέ­λει μελτέμι γε­ρό, γεννημένο στήν Τῆνο, πού νά ᾽ρθεῖ μέ τήν εὐχή τῆς Παναγίας καί νά καθαρίσει τόν τόπο ἀπ’ ὅλων τῶν λογιῶ τῆς Τουρκιᾶς καί τῆς γηραι­ᾶς Εὐρώπης τ’ ἀπομεινάρια», ὅπως ἔγραφε ὁ Ἐλύτης.
Κλείνουμε εὐλαβικά τήν ὑπόμνη­σή μας μέ ἕνα παράθεμα ἀπό τόν ἀ­κα­δη­μαϊκό Σπ. Μελᾶ: «Παρεξηγοῦν κι ἀδικοῦν τό μεγάλο ἐθνικό ποίημα ὅ­σοι τό νομίζουν ἀντίλαλον τῆς γαλλικῆς ἐπαναστάσεως. Ὁ ἀγώνας ὁ­­λόισια ἐβγῆκε ἀπό τήν αἰωνόβιον ἑλ­ληνικήν παράδοσιν. Καμμία ὁμοιό­τη­τα δέν ἔχει μέ τήν γαλλικήν ἐπα­νά­στα­σιν. Ἐκείνη ἤτανε κοινωνική. Τό εἰκοσιένα δέν μπαίνει μέ κανέναν τρόπον στό σχῆμα τῶν ταξι­κῶν ἀγώνων. Εἶναι κίνημα καθαρά ἐθνικόν».

Εὐδοξία Αὐγουστίνου


1. Βλ. Ζοζέφ ντέ Μέστρ, «Κατά τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως», σ. 343.
2. ἔ.ἀ. σ. 180.