Ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας

KAVASILAS p cὉ ἅγιος Νικόλαος ὁ Καβάσιλας (1322-1391) ἦταν γόνος ἐπιφανοῦς οἰ­κο­γενείας, καταγομένης κατά πᾶσα πι­θα­νότητα ἀπό τήν Ἤπειρο, ἡ ὁποία ἀνέδειξε πολλές ἀξιόλογες προσω­πικό­τητες ἀπό τόν 14ο αἰώνα καί ἑξῆς. Τό πατρικό του ἐ­πώνυμο ἦταν Χαμαετός. Ἐ­πικράτησε τό μητρικό του Καβά­σι­λας, τό ὁ­ποῖ­ο ἔφερε καί ὁ μητρο­πο­λί­της Θεσσα­λονίκης καί θεῖ­ος του Νεῖ­λος Καβάσιλας.
Κατά τόν διακεκριμένο πα­τρο­λόγο κα­θηγητή Χρήστου, «ἡ μετριοπάθεια καί ἡ μειλιχιότης» τοῦ πατρός συνε­τέ­λεσαν ὥσ­τε νά ἐπισκιασθεῖ ἡ προσω­πικότητά του ἀπό ἄλλους δυναμικότερους πατέρες τῆς ἐποχῆς του. Παρά ταῦτα, τό ἔργο του ἀ­να­γνωρίστηκε ἀρ­γότερα, ὥστε νά θεω­ρεῖ­ται σήμερα «ὡς ἕνας ἀπό τούς ὀρθοδοξοτέρους μυ­στι­κούς τῆς Ἐκκλησίας». Ὑ­πῆρ­ξε ὁμολο­γουμένως πολυγραφό­τα­­τος. Συν­έ­γραψε πνευματικά-μυ­σταγωγικά, λει­τουρ­­γιο-ὑμνο­λογικά, ἑρ­μη­νευ­τικά, ἀν­τιρρητι­­κά, φιλο­σο­φι­κά, κοι­νωνικο­πολι­τικά ἔργα, κα­θώς καί ἐπιγράμ­ματα καί ἐπι­στο­λές. Δι­­καί­ως τό πο­λυ­σχιδές αὐτό συγ­γρα­φικό του ἔρ­γο χαρα­κτη­ρίστηκε ἀπό τόν Γεώρ­γιο Σχολά­ριο «κόσμος», κό­σμημα δη­λαδή, γιά τήν Ἐκ­κλησία τοῦ Χρι­στοῦ.
Ἡ λειτουργική του θεολογία εἰδικό­τερα ἐμπεριέχεται κυρίως σέ δύο ἔργα του, στό «Περὶ τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς» καί στό «Εἰς τὴν Θείαν Λειτουργίαν». Σέ γε­νι­κές γραμμές, ὁ Ἅγιος θεολογεῖ μέ βάση τή θεολογική παράδοση τῆς Ἐκ­κλησίας, ὅπως αὐτή ἐκ­φράζεται ἀπό τόν ἀπόστολο Παῦλο μέχρι τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ. Γιά τόν ἅγιο Νι­κό­λαο, τά μυστήρια δέν εἶναι πα­ρά τό μέσον ἐπίτευξης τῆς ἐν Χρι­στῷ ζωῆς, ἐφόσον διά τῶν μυ­στη­ρίων συνάπτε­ται ὁ πιστός μέ τόν Χριστό: «Ἔστι μὲν γὰρ ἡ ἐν Χριστῷ ζω­ὴ αὐτὸ τὸ συνα­φθῆ­ναι Χριστῷ». Ἡ δέ θεία Λειτουργία δέν εἶναι παρά μιά «ἁ­γία τελετή» τῶν ἱε­ρῶν μυστηρίων.

Θεία Λειτουργία:
«ἡ ἁγία τελετή τῶν μυστηρίων».
Στήν εἰσαγωγή τῆς μελέτης του «Εἰς τὴν θείαν Λειτουργίαν» ἐπισημαίνει ὁ ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας ὅτι τό ἔρ­γο τῆς τελέσεως τῆς θείας Λει­τουργίας εἶναι «ἡ τῶν δώρων εἰς τὸ θεῖον σῶμα καὶ αἷμα μεταβολή». Σκοπός της εἶναι ἡ διά τῆς με­τα­λήψεως τῶν θείων Δώ­ρων ἄφεση τῶν ἁ­μαρτιῶν καί, ὡς συ­νέ­πεια, ὁ ἁγιασμός τῶν πιστῶν καί ἡ κλη­­ρονομία τῆς βασι­λεί­ας τῶν οὐρα­νῶν.
Παραθέτει κατόπιν ὁ ἅγιος πατέρας τό διάγραμμα πού θά ἀκολουθήσει ἑρ­μη­νεύοντας τή θεία Λειτουργία. Πρῶτα, ἐξη­γεῖ, θά ἀναφερθεῖ στίς «προτελεί­ους εὐχάς», στίς προπαρασκευαστικές δηλαδή εὐχές, τίς «ἱερές ὡδές» καί τά ἀνα­γνώ­σμα­τα. Ἔπειτα, θά ἑρμηνεύσει τό ἱερό ἔργο καθ᾽ ἑαυτό, τήν ἴδια τή θυ­σία καί τέλος τόν ἁγιασμό πού ἀπο­λαμ­βάνουν καί οἱ ζῶντες καί οἱ κεκοι­μημένοι διά τῆς θυσίας τοῦ Κυρίου.

Α. Ἡ προετοιμασία τῶν Δώρων καί τό «ἀντίδωρον»
Ὡς τέλειος μυσταγωγός, ὁ ἅγιος Νι­κό­λαος ἀρχίζει μέ τήν ἑρμηνεία ὅσων συμ­βαί­νουν στήν Ἱερά Πρόθεση κατά τήν προετοιμασία τῶν Δώρων. Τά Δῶ­ρα, λέγει, προσφέρονται γιά δύο λό­γους: «καὶ ὅτι ἐλάβομεν, καὶ ἵνα λάβωμεν», καί διότι ἔχουμε λάβει καί γιά νά λάβουμε καί ἄλλες δωρεές ἀπό τόν Θεό. Ὡς ἐκ τούτου, τά Δῶρα «εἶναι καὶ χαριστήρια καὶ ἱκέσια», καθώς διά τῆς προσφορᾶς αὐτῆς ὁ πιστός εὐχαριστεῖ γιά τίς εὐεργεσίες πού ἔλαβε καί ἱκετεύει νά λάβει κι ἄλλες. Ἡ ἴδια ἡ προσ­φορά ἄλλωστε συνιστᾶ ἄμεση λήψη, καθώς ὁ μέν ἱερεύς προσφέρει τά δῶ­ρα, ὁ δέ Θεός προσφέρει ζωή «ὡς ἀν­τίδωρο». Ἄλλωστε, ὁ ἴδιος ὁ Θεός εἶ­ναι καί ὁ νο­μο­θέτης τῆς δόσεως, ἀλλά καί τῆς ἀντιδό­σε­ως ὁ χορηγός.
Μέ μεγάλη λεπτομέρεια ὁ ἱερός συγ­γραφέας ἀναλύει καί ἑρμηνεύει τά συμ­βαί­νοντα στήν Ἱερά Πρόθεση. Ἐδῶ θά ἀρκεστοῦμε νά σημειώσουμε αὐτό πού χα­ρα­κτηριστικά ἐπισημαίνει ὁ φω­τισμένος μυ­σταγωγός: Ἡ ὅλη προετοιμασία τῶν θείων Δώρων ἀπό τόν λει­- τουργό συνιστᾶ μία «πρακτική διήγηση τῶν σωτηρίων παθῶν καί τοῦ θανάτου» τοῦ Κυρίου. Κα­τά κά­ποιο τρόπο ὁ ἱε­ρέας διηγεῖται μέ πράξεις αὐτά πού θά χρειάζονταν μύρια στόματα γιά νά τά διηγηθοῦν.
Μέ τήν προετοιμασία τῶν θείων Δώ­­­ρων, ὁ λειτουργός τοῦ Θεοῦ εἶναι σάν νά πιάνει ἕνα ἀόρατο πινέλο κι ἀρ­χίζει νά ἱστορεῖ μία «εἰκόνα», ἕναν πίνακα τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, διότι, ὅπως ὁ ἅγιος Νι­κόλαος σημειώνει, ἡ ὅλη μυσταγωγία -μέ τίς προσευχές, τούς ψαλ­μούς, τούς ὕμνους, τά ἀναγνώσματα, καί τίς πράξεις τοῦ ἱε­ρέως-, δηλώνει «τὴν οἰκονομίαν τοῦ Σω­τῆ­ρος»· κι ὅλα αὐτά στοχεύουν στό νά καταστήσουν τούς πιστούς ἱκανούς γιά τήν «ὑ­πο­δο­χὴν τῶν ἱερῶν δώρων», ὥστε νά ἐ­πι­τευχθεῖ τό «συναφθῆναι Χριστῷ».

Δέσποινα Καλογεράκη, Δρ Θεολογίας

"Ἀπολύτρωσις", Ἰαν. 2020