Στή μάχη τῆς Ἀράχωβας

 arahova grΠοιός μπορεῖ νά καυχηθεῖ πώς κατέχει κάθε σελίδα τοῦ ἀπελευ­θε­ρωτικοῦ Ἀγώνα τοῦ 1821; Σέ κά­θε τόπο τῆς πατρίδας μας δια­δραμα­τί­στηκαν μά­χες ἡρωικές. Μιά τέτοια λαμπρή σελίδα γρά­φτηκε ἐκεῖ στό Δίστομο καί στήν Ἀράχωβα μέ πρωταγωνιστή τόν «ἀετό τῆς Ρού­με­λης».
 Νοέμβριος τοῦ 1826. Οἱ Τοῦρ­κοι, ὑπό τήν ἀρ­χηγία τοῦ περι­βό­ητου ἀλ­βανοῦ Μουσταφάμπεη Κιαφεζέζη, ἑνώνονται μέ τίς δυνά­μεις τοῦ Κεχα­γιάμπεη στή Δομβραίνα. Ὁ Καραϊ­σκάκης μέ σώ­ματα Ρουμελιωτῶν καί Σουλιω­τῶν περνᾶ ἀπό τή μονή τοῦ Ἁγίου Σερα­φείμ στή Δομπό καί τοῦ Ὁ­σί­ου Λου­κᾶ στό Στείρι. Φτάνει τέλος στήν Ἀράχωβα καί στήνει τό στρατηγεῖο του στό Δίστομο.
 Βράδυ 17ης Νοεμβρίου. Στό στρα­­τηγεῖο κα­τα­φτάνει ὁ μοναχός Παφνούτιος Χαρί­τος καί τοῦ φανερώνει τά σχέ­δια τοῦ ἐχθροῦ. Οἱ Τοῦρκοι δια­νυκτερεύουν στή μο­νή Ἰε­ρουσαλήμ στή Δαύλεια. Ὁ ὑ­ποτακτικός πού τούς ἐξυπη­ρε­τοῦσε στήν τρα­πε­ζα­ρία γνώριζε τουρ­κι­κά. Ἄ­κουσε πώς σκοπεύουν, μέσῳ Ἀ­ράχωβας, νά πᾶνε στήν Ἄμ­φισ­σα, γιά νά λύσουν τήν πο­λιορκία τῶν δικῶν τους. Ὁ ἡ­γούμενος βε­βαίωσε τόν Κε­χα­γιάμπεη πώς ὁ Κα­ραϊσκά­κης βρί­σκεται ἀκόμη στή Δομ­βραίνα.
 Ὁ ἀτρόμητος ἀρχιστράτηγος ἀπο­χαιρετᾶ τόν μοναχό, τονί­ζον­τάς του: «Νά ἐπιστρέψεις στό μοναστήρι καί νά μεταφέρεις τίς εὐχαριστίες μου στόν ἡγούμενο. Νά τοῦ πεῖς νά ὁρίσει εὐχές καί παρακλήσεις γιά ἐμᾶς καί γιά τόν ἀγώνα πού κάνουμε γιά τήν πίστη καί τήν πατρίδα». Ἀ­κόμη κι ὁ πλέ­ον ἀθυ­ρόστομος ἥρωας ἤξερε νά ζητάει τήν προσευχή τῆς Ἐκκλη­σίας ὡς ἐνίσχυση καί προστασία στίς μάχες.
 Κι ἐνῶ οἱ Ὀθωμανοί σχεδιά­­ζουν τήν ἐξουδετέρωση τοῦ ἀγώνα στή Ρούμελη, ὁ Καραϊσκά­κης δίνει δια­τα­γή στούς ὁπλαρχηγούς του νά ἑτοιμα­στοῦν.
 19 Νοεμβρίου. Οἱ Τοῦρκοι κατε­βαίνουν ἀπό τόν Παρνασσό μέ στόχο τήν Ἀράχωβα. Δυστυχῶς, διαπι­στώ­νουν πώς εἶναι ἤδη «πια­σμένη» ἀπό τούς Ἕλληνες κι ἀρ­χί­ζουν πεισμα­τι­κό πό­λεμο. Τότε ὁρμᾶ ὁ Χατζη­πέ­τρου ἀπό τήν ἀν­τικρινή πλαγιά, ἄλλο σῶμα ἀπό τά δυτικά κι ὁ Καραϊ­σκά­κης μέ 800 παλληκάρια χτυπᾶ ἀπό τά ἀνα­το­λικά. Οἱ ἐχθροί χτυπιοῦνται ἀ­πό παντοῦ. Τά χάνουν. Προσ­παθοῦν νά σωθοῦν μέ τή φυγή κατά τούς Δελφούς. Μά στό στενό τούς περι­μέ­νουν ὁ Δυοβουνιώτης μέ τόν Πανουργιᾶ καί τόν Πανο­μα­ρᾶ, ὑπα­κούοντας στό κάλεσμα τοῦ Καραϊ­σκάκη. Τό κρύο ἀνερ­μηνεύτως γί­νεται ὁλοένα καί πιό τσου­χτερό. Δριμύ ψύ­χος, σύννεφα, ὀ­μίχλη. Οἱ κάτοικοι τό ἀπο­δίδουν στή θεία πρόνοια. Ὅ­λα τά γράμ­μα­τα ἀπό τό στρατόπεδο πρός τή  Διοί­κηση δη­λώνουν πώς ἡ κακο­καιρία εἶναι ὁλο­φάνερο σημάδι τοῦ Θεοῦ.
  Ταπεινωμένοι οἱ μπέηδες ἐκ­λι­πα­ροῦν γιά ἀνακωχή. Σύμφωνα μέ τή μαρτυρία τοῦ Χρ. Περραι­βοῦ, ὁμολο­γοῦν: «Ἡμεῖς ἐκινή­σα­μεν μέ σκοπόν νά σᾶς χαλάσωμεν, ὁ Θεός ὅμως δέν ἤθελε. Διά τόν κακόν μας σκο­πόν ἀρκετά μᾶς ἐ­παίδευσε καί μᾶς ἐντρόπιασε». Τάζουν 5.000 γρόσια στόν ἕλληνα στρατηγό, ἄν τούς ἀφήσει νά πε­ρά­σουν. Ὁ Καραϊσκάκης ζητᾶ, πέ­ρα ἀπό τά χρήματα, τ ᾽ ἄρματά τους, τά Σάλωνα, τή Λιβαδειά καί ὁμή­ρους τούς δύο μπέηδες. Οἱ Τοῦρ­κοι χρο­νοτριβοῦν, προσδο­κώντας τήν ἄφιξη ἐνι­σχύσεων.
  24 Νοεμβρίου. Ἀρχίζει φοβε­ρή χιονο­θύελλα. Οἱ Τοῦρκοι μέ πολλα­πλά κρυοπαγήματα ἐπιχει­ροῦν γιου­ρούσι. Τά θαυμαστά γε­γονότα ἐκείνων τῶν ἡμερῶν χαράσσονται ἀνε­ξίτηλα στίς καρδιές τῶν Ἀραχωβιτῶν, γιά νά θυμίζουν πώς τή νίκη οἱ Ἕλ­ληνες τήν κέρ­δι­σαν μέ τή συνδρομή τοῦ μεγάλου στρα­τηλάτη, τοῦ ἁγίου Γεωργίου, τόν ναό τοῦ ὁ­ποίου εἶχαν καταστήσει στρατηγεῖο τους. Πολλοί πο­λε­μι­στές βεβαι­ώνουν πώς «μέσα σ᾽ αὐτή τή χιο­νού­ρα καί τῆς μάχης τή χλα­παταγή βλέπανε κάποιο χρυ­σο­φορεμένο κα­βα­λάρη νά κυνη­γά­ει κι αὐτός τόν ἐχ­θρό καί νά πα­ρακινάει τούς Ἕλλη­νες νά τόν ἀ­κολου­θή­σουν». Ἡ νίκη λοι­πόν ἀ­νή­κει στόν Ἅγιο τοῦ ὁποί­ου τό ὄ­νομα ἔ­φερε ὁ Καραϊ­σκά­κης. Ὁ ἁι-Γιώρ­γης προσ­τατεύει τόν ὁ­πλαρχηγό στή μάχη, μέ τό χέρι ἑνός στρα­­τιώτη. Ἕνας Τοῦρκος, καθώς ἐ­πιχειροῦσαν ἔξ­οδο, βρίσκεται πολύ κοντά στόν Καραϊσκάκη καί ρίχνεται νά τόν ἀποκεφα­λίσει. Ὅμως ὁ πιστός ἀ­κόλουθός του Μάραθος προ­φταί­νει καί χτυπᾶ τόν Τοῦρκο, πρίν κατεβάσει τό σπα­θί στό κεφάλι τοῦ στρατηγοῦ.
  Μετά τή μάχη, οἱ Ἀραχω­βίτισ­σες ἔ­στελναν τά παιδιά τους νά φιλήσουν τό χέρι τοῦ Καραϊσκάκη, διδά­σκον­τας ἔτσι τήν εὐ­γνω­μοσύνη στούς ἀ­γωνιστές τῆς πατρίδας.
  28 Νοεμβρίου. Στήν τότε πρω­τεύουσα Αἴγινα τελεῖται ἐπινίκια δο­ξολογία. Ὁ Σπ. Τρικούπης κα­λεῖ τόν λαό νά ψάλει τρεῖς φο­ρές «Τίς Θεὸς μέγας». Ὁ Καραϊ­σκά­κης ὁμο­λο­γεῖ: «Διὰ τῆς δυνάμεως τοῦ Ὑψίστου Θε­οῦ πέμπομεν τὰς χαρωπὰς ἀγγελίας περὶ τῆς λαμ­πρᾶς νίκης εἰς Ράχωβαν».
  Τήν ἔκθεση τῆς μάχης τήν ὑ­πο­γράφουν 94 μικροί καί μεγάλοι κα­πε­ταναῖοι, καθώς ὁ μεγαλόψυ­χος ὁ­πλαρ­χηγός ἤθελε ὅλοι νά συμ­με­ρι­σθοῦν τή δόξα. Ὡστόσο ὁ ἱστορικός Κ. Παπαρρηγόπουλος σημειώνει: «Τό κα­τόρ­­θωμα ὠ­φεί­λετο κυ­ρί­ως εἰς τήν στρα­τη­γι­κήν περίνοιαν, εἰς τήν σύνεσιν καί τήν δρα­στη­ριό­τητα ἑνός καί μό­νου ἀνδρός».
  Μακάρι αὐτές οἱ «μικρο­λε­πτο­μέ­ρειες» εὐ­σέβειας καί συνεργα­σίας, ἀπό τίς λαμπρές σελίδες τῆς ἑλληνικῆς μας ἱστορίας, νά μᾶς ἐμπνέουν σή­με­ρα στίς νέες μάχες πού δίνει ἡ πα­τρί­δα κι ὁ καθένας μας γιά τήν ὄντως ἐ­λευ­θερία. Ὁ πόλεμος σέ κάθε ἐπο­χή θέλει καρ­διά. Θεμελιώνεται στήν πίστη καί στήν ἑνότητα.

Ἀγγελική Τσιραμπίδου
φιλόλογος

Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 282-283