ΙΟΡΔΑΝΙΑ, Ἑλληνισμός καί Ὀρθοδοξία

 jordan cΟἱ Ἅγιοι Τόποι δέν περιορίζονται τοπικά στά Ἰεροσόλυμα καί στή γύρω περιοχή, ἀλλά ἐπεκτείνονται καί «πέραν τοῦ Ἰορδάνου». Σ’ αὐτή τήν ἅγια γῆ ἔφτασαν τά βήματά μας ὅταν πετάξαμε μία μέρα καλοκαιριοῦ γιά τό Χασεμιτικό Βασίλειο τῆς Ἰορδανίας.
 Ἕνα κράτος τῆς Μέσης Ἀνατο­λῆς, πού συνορεύ­ει μέ τή Συρία, τό Ἰράκ, τή Σαουδική  Ἀραβία καί τό Ἰσραήλ, ποιά συγ­γέ­νεια μπορεῖ νά ἔχει μέ τήν ἑλληνορθόδοξη πατρίδα μας; Ἦταν μία ἀποκάλυψη γιά ἐ­μᾶς ὅτι ἡ μακρινή Ἰορδανία σέ κάθε της πέτρα ἔκρυ­βε… Χριστό καί Ἑλ­λάδα!
 Ἀκολουθώντας τά χνάρια τῆς Ἱστορίας, σύραμε τούς δρόμους τοῦ νοῦ στά βάθη τῆς ἀρχαιότητας, ὅταν ὁ Μεγάλος Στρατηλάτης, ὁ Ἀλέξανδρος καί οἱ διάδοχοί του ἔχτισαν στήν περιοχή ἑλληνικές πόλεις γνωστές ὡς «Δεκάπολις».
 Οἱ Μακεδόνες ἔποικοι ἀναμίχθηκαν μέ τόν ντόπιο πληθυσμό, τούς Ναβαταίους, πού ἦταν νομάδες, καί διέδωσαν τόν ἑλληνικό πολιτισμό καί τήν ἑλληνική γλῶσσα. Ἀνάμεσα στίς πόλεις ξεχωρίζουν ἡ Πέλλα, στή Β. κοιλάδα τοῦ Ἰορδάνη, τό Δί­ον στά Ν.Α. τῆς Τιβεριάδας λίμνης καί ἡ Ἀντιόχεια στήν ὄχθη τοῦ ποταμοῦ Χρυσορρόη.
 Ὅταν ὁ Πτολε­μαῖ­ος Β΄ Φιλάδελφος κυρίευσε μέρος τῆς Ἰορδανίας, ἀνοικοδόμησε καί ὀνόμασε Φιλα­δέλφεια τήν πόλη Ἀμμάν, σημερινή πρωτεύουσα τοῦ κράτους. Ἑλληνικά νομίσματα κόβονταν καί οἱ ντόπιες πόλεις ἔπαιρναν ἑλληνικά ὀνόματα. Ἡ Ἀκρόπολη τοῦ Ἀμμάν, ἀλλά καί πολλοί ἄλλοι ἀρχαιολογικοί χῶροι μέ τά κορινθιακά κιονόκρανα καί τίς ἑλληνικές ἐπιγραφές μαρτυροῦν περίτρανα ὅτι ὁ ἑλ­λη­νικός πολιτισμός καί ἡ ἑλληνική γλῶσ­σα ἦταν πιά κυρίαρχα.
 Φτάνοντας στούς ρωμαϊκούς καί βυ­ζαν­τινούς χρόνους, ἡ ἰορδανική γῆ μᾶς ἐπιφύλασσε πολλές ἀ­κόμη ἐκπλήξεις. Ἀφοῦ ἐπικράτησε ὁ χριστιανισμός, οἱ ἀρχαῖες πόλεις ἔ­γιναν ἕδρες ἐπισκοπῶν. Στό κάθε μας βῆμα ἀντικρύζαμε μέ συγκίνη­ση ἐρείπια βυζαντινῶν ναῶν μέ πλούσιο ψηφιδωτό διάκοσμο καί ἑλληνικές ἐπιγραφές. Ἡ Ἀντιόχεια, γνωστή στούς ρωμαϊκούς χρόνους ὡς Γέρασα, φιλοξενοῦσε δεκαπέντε χριστιανικούς ναούς χτισμένους ἀ­πό τόν Ἰουστινιανό καί ἄλλους αὐ­τοκράτορες. Δεκάδες παλαιοχρι­στιανι­κοί ναοί ἦταν χτισμένοι καί στή Μαδηβά –ἕδρα καί αὐτή ἐπι­σκοπῆς, ὅπου ξεχωρίζει ἕνας ψηφιδωτός χάρ­­της ὅλης της Ἁγίας Γῆς μέ ὑπόμνημα στήν ἑλληνική γλῶσ­σα! Τέ­λος, στόν ἀρχαῖο οἰκισμό UMMAR-RASAS = (μητέρα τοῦ μολυβιοῦ) δεσπόζει ἡ βυζαντινή ἐκ­κλησία τοῦ Ἁγίου Στεφάνου χτι­σμέ­νη τό 785 μ.Χ. μέ ἔ­ξοχα ψηφιδωτά. Ὅλοι αὐτοί οἱ ναοί, κα­θώς καί ἐρείπια φρουρίων, τειχῶν καί προμαχώ­νων μέσα στήν ἰορδανική ἔρημο μαρ­τυροῦν μία ἀκμάζουσα βυζαντινή παρου­σία, πού τήν ἀνέκοψε ἡ κυριαρχία τῶν μωαμεθανῶν Ἀράβων πού ἄρχισε μετά τό 630 μ.Χ.
 Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, ἀκολουθώντας τά χνάρια τῆς Βίβλου, ἡ Ἰορδανία μᾶς ταξίδεψε τόσο στήν Παλαιά ὅσο καί στήν Καινή Διαθήκη. Ἡ πόλη Γέρασα εἶναι τά βιβλικά Γέραρα, ὅπου ἔμεινε γιά λίγο ὁ Ἀβραάμ μέ τή γυναίκα του τή Σάρρα.
 Στά βάθη τῆς Νεκρᾶς Θαλάσσης κρύβονται τά Σόδομα καί τά Γόμορρα, πού κατέστρεψε ὁ Θεός μέ φωτιά καί θειάφι. Στίς ἀκτές ξεχωρίζει ἡ στήλη ἅλατος στήν ὁ­ποί­α μετατράπηκε ἡ γυναίκα τοῦ Λώτ, ὅταν φεύγοντας ἀπό τίς ἁμαρτωλές πόλεις γύρισε νά κοιτάξει πίσω παραβαίνοντας τήν ἐν­τολή τοῦ Θε­οῦ.
 Στήν περιοχή τῆς Πέτρας ἀντι­κρύ­σαμε ἀπό μακριά τόν τάφο τοῦ Ἀ­αρών. Ὅλη ἡ ἔρημος τῆς ἰορδανι­κῆς γῆς εἶναι ὁ τόπος στόν ὁποῖο περιπλανήθηκαν σαράντα χρόνια οἱ Ἰ­ουδαῖοι μετά τήν ἔξοδό τους ἀπό τήν Αἴγυπτο. Ἀνηφορίσαμε στό ὄ­ρος Νέβο μαζί μέ τόν Μωυσῆ καί εἴ­δαμε μέ δέος νά ἁπλώνεται μπρο­στά μας ἡ Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας. Κοντά στή Μαδηβά σώζονται τά ἐρείπια τοῦ παλατιοῦ τοῦ Ἡρ­ώδη, ὅπου φυλακίστηκε καί κατόπιν ἀ­πο­κεφαλίστηκε ὁ ἅ­γιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος. Στά Γάδαρα ἀντικρύσαμε ἀπό ψηλά τή λίμνη τῆς Τιβερι­άδας, ὅπου ἔπεσε τό κοπάδι τῶν χοίρων μετά τό θαῦμα τῆς θε­ραπεί­ας τῶν δαιμονισμένων.
 Τό σημεῖο, ὡστόσο, πού μᾶς συγκίνησε βαθιά ἦταν τό σημεῖο «πέραν τοῦ Ἰορδάνου», ὅπου βαπτίστηκε ὁ Κύριός μας. Σήμερα ὁ Ἰορδάνης ποταμός δέν περνᾶ ἀπό ἐκεῖνο τό σημεῖο, τό ὁποῖο ὑποδεικνύουν πέντε πρωτοχριστιανικές ἐκκλησίες καί ἕνα σταυ­ρόσχημο βαπτιστήριο πού ἔ­χουν ἀνασκαφεῖ. Τό ὄμορφο ὀρθόδοξο μοναστήρι πού δεσπόζει στήν περιοχή δέν μποροῦσε παρά νά εἶ­ναι ἀφιερωμένο στόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Πρόδρομο.
 Πέρα ἀπό ὅλα τά ἀρχαιολογικά εὑρήματα πού θαυμάσαμε στήν Ἰορδανία, ἡ σκέψη μας δέν μπορεῖ παρά νά σταθεῖ στό λιγοστό ποίμνιο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Φι­λαδελφείας, πού δίνει τή δική του μαρτυρία μέσα στό σύγχρονο μου­σουλ­μανικό κράτος τῆς Ἰορδανίας. Μπαίνοντας στόν μητροπολιτικό ναό τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυ­- ρίου καί ἀτενίζοντας τίς βυζαντινές τοιχογραφίες νιώσαμε τόσο οἰκεῖα καί ζεστά. Μόνο οἱ ἀραβικές ἐπιγραφές καί ἡ ἀραβική γλῶσσα μᾶς θυμίζουν πώς βρισκόμαστε πολύ μακριά ἀπό τήν ὀρθόδοξη πατρίδα μας. «Οἱ χριστιανοί βρισκόμαστε στόν τόπο αὐτό ἀπό τήν ἐποχή τοῦ διωγμοῦ τοῦ Στεφάνου», ἀκοῦ­με μέ συγκίνηση νά μᾶς ἐξηγεῖ ὁ ἱερέας στό τέλος τοῦ κατανυκτικοῦ Ἑσπερινοῦ. Καί μᾶς ἀποχαιρετᾶ μέ τήν προτροπή: «Μήν ξε­χνᾶτε πώς στόν τόπο αὐτό ζοῦνε ἀδέρφια σας». Πό­σο ἐπίκαιρη εἶναι στ’ ἀλήθεια ἡ παράκλησή του στά χρόνια αὐτά πού οἱ χριστιανοί στά γειτονικά τους κράτη καλοῦνται ὄχι ἁπλῶς στή μαρτυρία ἀλλά καί στό μαρτύριο!

Μαρία Κουπουρτιάδου
Δασκάλα

Ἀπολύτρωσις 71 (2016) 180-182