Προσευχή μέ σταυρό

Ὁ Μωυσῆς προσεύχεται

  Μετά τήν ἔξοδό του ἀπό τήν ἔρημο Ραφιδείν ὁ ἰσραηλιτικός λαός συναντᾶ τόν πρῶτο ἐχθρικό λαό, τούς Ἀμαληκῖτες (Ἔξ 17,8-16). Οἱ ἐχθροί κάνουν ἀλλεπάλληλες ἐπιθέσεις καί ἐμποδίζουν τόν λαό τοῦ Θεοῦ νά προχωρήσει πρός τή γῆ τῆς ἐπαγγελίας. Ὁ Μωυσῆς παραγγέλλει στόν πιστό ὑπασπιστή του, τόν Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ, νά διαλέξει λίγους ἄνδρες δυνατούς καί μαζί μ’ αὐτούς νά πολεμήσει τόν Ἀμαλήκ. Ὁ ἴδιος μαζί μέ τόν Ἀαρών καί τόν Ὤρ ἀνεβαίνει στό βουνό πού ἦταν ἐκεῖ κοντά καί, κρατώντας τήν «ῥάβδον τοῦ Θεοῦ» στά δυό του χέρια, τά ὑψώνει στόν οὐρανό καί προσεύχεται γιά τούς μαχητές τοῦ Ἰσραήλ. Καί τότε γίνεται τό θαῦμα. Ὅσην ὥρα κρατᾶ ὁ Μωυσῆς τά χέρια ὑψωμένα, νικᾶ ὁ Ἰσραήλ. Μόλις κουράζεται καί τά κατεβάζει, νικᾶ ὁ Ἀμαλήκ. Τό ἀντιλαμβάνονται αὐτό οἱ δύο συνοδοί τοῦ Μωυσῆ καί γίνονται βοηθοί του. Τόν βάζουν νά καθίσει σέ μιά πέτρα καί, ὁ ἕνας ἀπό τά δεξιά, ὁ ἄλλος ἀπό τά ἀριστερά, κρατοῦν τά χέρια του γιά νά μήν κουράζονται. Ἔτσι, νικώντας συνεχῶς ὁ Ἰησοῦς μέ τούς μαχητές του κατετρόπωσε καί κατέσφαξε τόν Ἀμαλήκ.

Ἕνα γεγονός-τύπος

  Τό γεγονός τῆς ἐρήμου Ραφιδείν καί ἡ ἱστορία τοῦ Ἀμαλήκ, πού ἐξαφανίσθηκε σάν λαός ἀπό τό πρόσωπο τῆς γῆς, γεννᾶ πολλές ἀπορίες στόν ἀναγνώστη. Ὁ Θεός ξεχώρισε τόν περιούσιο λαό του ἀπό ὅλα τά ἔθνη καί καθόρισε τή στάση του πρός ἐκεῖνα. Ἀπό ἄλλα ἔθνη ἀπαγόρευσε μόνο νά παίρνουν οἱ Ἰσραηλῖτες γυναῖκες, μέ ἄλλα ἀπαγόρευσε κάθε σχέση καί μέ ἄλλα συνέστησε φιλία ἤ συμπάθεια. Ὁ Ἀμαλήκ ὅμως εἶναι τό ἔθνος γιά τό ὁποῖο ὁ Θεός ἀπείλησε ὁλοκληρωτικό ἀφανισμό καί ἔδωσε ἐντολή στούς Ἰσραηλῖτες νά τό μισοῦν πάντα. Κι εὐχαριστήθηκε μέ ὅσους ὑπηρέτησαν στό σχέδιο αὐτό, ἐνῶ τιμώρησε ὅσους συμπάθησαν Ἀμαληκίτη. Ὅλα αὐτά ἑρμηνεύονται ὅταν, στό θαῦμα πού ἔγινε κατά τή μάχη τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ, δοῦμε τόν τύπο τοῦ σταυροῦ. Ἔτσι ἄλλωστε βλέπουν τό γεγονός καί οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ἡ δύναμη τοῦ σταυροῦ

stayros  Ἀπό τούς πρώτους ἀκόμη αἰῶνες τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, οἱ Ἰουδαῖοι ἀντιλέγοντας στήν ἑρμηνεία τῶν πατέρων, ἰσχυρίζονται ὅτι κανένας τύπος τοῦ σταυροῦ δέν διεγράφη, καί ὅτι ἡ προσευχή τοῦ Μωυσῆ εἶναι ἡ δύναμη πού νίκησε τόν Ἀμαλήκ. Βέβαια κανείς πιστός δέν ἀμφιβάλλει ὅτι ἡ προσευχή εἶναι δύναμη μεγάλη. Στήν περίπτωση ὅμως αὐτή, ἡ νικηφόρα δύναμη δέν εἶναι μόνο ἡ προσευχή ἀλλά ἡ προσευχή μέ τόν σταυρό, ὅπως ἀφήνει ἡ Γραφή νά ἐννοήσουμε. Ὁ Μωυσῆς προσεύχεται βέβαια συνέχεια, ἀλλά δέν ἔχει συνέχεια ὑψωμένα τά χέρια του μέ τή ράβδο, καί ἡ νίκη ἐναλλάσσεται μέ τήν ἧττα, ἀνάλογα μέ τή στάση τοῦ Μωυσῆ. Ὁ Μωυσῆς ἔχοντας ὑψωμένα τά χέρια καί κρατώντας τή ράβδο εἰκονίζει τόν Γολγοθᾶ. Οἱ δύο συνοδοί του, Ἀαρών καί Ὤρ, εἰκονίζουν τούς δύο ληστές. Ὅπως ἐκεῖνοι σταυρώθηκαν δεξιά καί ἀριστερά τοῦ Κυρίου, ἔτσι κι αὐτοί στέκονταν ὅλη τήν ἡμέρα ἕνας στά δεξιά κι ἕνας στ’ ἀριστερά τοῦ Μωυσῆ. Ὁ Ἀαρών, πού ἀργότερα ἔγινε ἀρχιερέας, παραστεκόταν ὡς ἐκπρόσωπος τῆς ἱερωσύνης, ἐνῶ ὁ Ὤρ, πού καταγόταν ἀπό τή βασιλική φυλή τοῦ Ἰούδα, ὡς ἐκπρόσωπος τῆς βασιλείας. Καί οἱ δύο, μαζί μέ τόν μεγάλο προφήτη Μωυσῆ, προτύπωναν τό τριπλό ἀξίωμα τοῦ Ἐσταυρωμένου Κυρίου: προφητικό, ἀρχιερατικό, βασιλικό.
  Ὁ Ἀμαλήκ ὑποχωροῦσε μόνο ἐφόσον διατηροῦνταν τό σχῆμα τοῦ σταυροῦ. Καί ὅπως ὅταν ὁ δοῦλος Μωυσῆς ἅπλωσε τά χέρια νικήθηκε ὁ Ἀμαλήκ, ἔτσι κι ὅταν ὁ Κύριός του Ἰησοῦς ἅπλωσε τά χέρια του στόν σταυρό, καταλύθηκε τό κράτος τοῦ νοητοῦ Ἀμαλήκ, τοῦ σατανᾶ. Αὐτός πού κατετρόπωσε τόν Ἀμαλήκ λεγόταν Ἰησοῦς, κι αὐτός πού κατέλυσε τό κράτος τοῦ διαβόλου ὀνομαζόταν κι αὐτός Ἰησοῦς. Καί ὅπως ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ ἔμεινε στήν ἱστορία σάν στρατηλάτης κατά τοῦ Ἀμαλήκ, ἔτσι καί ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος ἐμφανίσθηκε στόν κόσμο σάν στρατηλάτης κατά τοῦ σατανᾶ. Καί ὁ ἀρχαῖος Ἰησοῦς πολέμησε μέ λίγους δυνατούς πού τούς διάλεξε μόνος του, καί ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς ἔκανε τόν πόλεμό του κατά τοῦ σατανᾶ μέ λίγους ἀποστόλους, πού τούς διάλεξε ὁ ἴδιος. Ὁ Κύριός μας τήν ὥρα πού ἦταν πάνω στόν σταυρό νικοῦσε τόν σατανᾶ. Ἐπειδή ὅμως αὐτό δέν ἦταν δυνατό νά τό προτυπώσει μόνος ὁ Μωυσῆς σάν ἁπλός ἄνθρωπος, γι’ αὐτό τόν Κύριο σάν Ἐσταυρωμένο τόν προτυπώνει ὁ Μωυσῆς, ἐνῶ σάν νικητή τοῦ σατανᾶ ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ. Βλέπουμε, λοιπόν, ὅτι πολλά πρόσωπα συγχρόνως προτύπωναν τόν Κύριο.

Δυνατοί μέ τόν σταυρό

  Ὁ Ἀμαλήκ ἐμπόδιζε τόν Ἰσραήλ νά βαδίσει πρός τή γῆ τῆς ἐπαγγελίας. Ὁ σατανᾶς ἐμποδίζει τούς πιστούς νά μποῦν στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν, τήν πνευματική γῆ τῆς ἐπαγγελίας. Ἀλλά τά παιδιά τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν ἀγκαλιάζουμε καί παίρνουμε πάνω στούς ὤμους μας τόν σταυρό, πού τότε προτύπωσε ὁ Μωυσῆς, καταδιώκουμε τόν νοητό Ἀμαλήκ καί ἀνοίγουμε τόν δρόμο πρός τούς οὐρανούς. Τῶν χριστιανῶν ἡ προσευχή πρέπει νά γίνεται μέ σταυρό, ὅπως πολλές φορές διδάσκει ἡ Παλαιά καί ἡ Καινή Διαθήκη. Μόνο ἡ σταυρική θυσία τοῦ Θεανθρώπου δίνει νόημα στίς προσευχές μας, γιατί μόνο ἡ ἀνεξάντλητη ἀξιομισθία της δίνει ἐξιλαστική δύναμη καί ἀξία σ’ αὐτές, καθώς διδάσκει ἡ Ἐκκλησία. Μόνο ὁ σταυρός τοῦ Κυρίου ἀνεβάζει τίς προσευχές μας στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ. Χωρίς αὐτόν τά ἔργα καί ἡ θυσία τοῦ μεγαλύτερου ἁγίου εἶναι νόμισμα τοῦ ὁποίου καταργήθηκε ἡ ἀξία, καί κάθε ἅγιος εἶναι ἀνάξιος νά εἰσακουσθεῖ.
   Ἡ ἐκπομπή τῆς προσευχῆς μας φθάνει στ’ αὐτιά τοῦ Θεοῦ μόνον ὅταν μεταδοθεῖ μέ τήν κεραία τοῦ σταυροῦ τοῦ Κυρίου. Καί ἔχουμε τόν σταυρό τοῦ Κυρίου μόνον ὅταν ζοῦμε σταυρωμένοι. Ὅταν προσευχόμαστε, γράφουμε τόν σταυρό ἐξωτερικά καί ἐσωτερικά. Ἐξωτερικά, κάνοντας τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, ἐσωτερικά ἔχοντας ἀγωνία, κόπο, ἱδρώτα, θυσία. Αὐτό εἶναι σταυρός καί ὄχι τά ξερά λόγια. Ἡ προσευχή μας, λοιπόν, νά γίνεται μέ σταυρό. Γι’ αὐτό ἄλλωστε ἀρχίζουμε καί τελειώνουμε κάνοντας τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ. Ἀλλά τό σημεῖο αὐτό νά εἶναι ἔκφραση τῆς ἐσωτερικῆς μας διαθέσεως καί ἀγωνίας καί ὄχι τυπική κίνηση. Μέ τυπικές κινήσεις προσεύχονται μόνον οἱ μωαμεθανοί. Τί θά διαφέρουμε ἀπό αὐτούς ἐμεῖς, ἄν ἡ κίνησή μας, πού διαγράφει τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, δέν εἶναι ἐνσυνείδητη, ζωντανή καί καθαρή; Πῶς θά εἰσακουσθοῦμε, ἄν λείψει τό ἐσωτερικό ἀντίκρυσμα τῆς κινήσεώς μας καί ἀντί σταυροῦ παίζουμε κιθάρα; Γιατί χωρίς τήν οὐσία του ὁ τύπος στρεβλώνεται καί παραμορφώνεται. Καί τότε παθαίνουμε ὅ,τι πάθαινε ὁ Ἰσραήλ, ὅταν ὁ Μωυσῆς κατέβαζε τά χέρια του. Νά κάνουμε, λοιπόν, τόν σταυρό μας καθαρά καί ἐνσυνείδητα, γιατί ἀλλοιῶς νικᾶ ὁ ἐχθρός.

Στέργιος Ν. Σάκκος
Ἀπολύτρωσις 37 (1982) 115-116