ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ   ΑΓΩΝΑΣ

    Απ’ τα  κόκκαλα  βγαλμένη
  των ελλήνων τα ιερά
    και σαν πρώτα ανδρειωμένη
    χαίρε, ω χαίρε, ελευθεριά

                                                                                                                                                                                                                                                                                                    
  Δε γράφτηκε λόγος πιο σωστός, πιο ταιριασμένη εικόνα, απ’ αυτήν που βρήκε ο Σολωμός, για να πει του Νέου Ελληνισμού την τραγωδία και το θαύμα. Ακαταμέτρητα, Χιλιάδες-μυριάδες κόκαλα-ιερά των Ελλήνων κόκαλα-στρώθηκαν και λίπαναν το φτωχό Ελληνικό χώμα, για να βαστηχτεί στη ζωή. Ζωή Ελληνική, Φυλή Ελληνική, Ελληνισμός.
  Κι’ από τ’ άσαρκο, το σκελεθρωμένο σώμα, από ετούτα τα κόκαλα φύτρωσε, βγήκε, άνθισε ο καινούργιος Ελληνισμός, ο δικός μας Ελληνισμός, που έφτιασε το 21, το 12 και το 40.
  Στ’ αλήθεια, κατεβήκαμε ως το τελευταίο σκαλί, για ν’ αρχίσουμε το βαρύ, το κοπιαστικό ξανανέβασμα. Γιατί το θαύμα δε γίνηκε ωσάν τα θαύματα μονοστιγμή. Ωρίμασε λίγο-λίγο, δούλεψε δειλά-δειλά, κρυφά, κουφά  σα φλόγα μες στη χόβολη, κομματιασμένη δύναμη, πολύν καιρό, πολλά-πολλά τραγικά χρόνια, μες στο σκοτάδι, στο διωγμό, στη φοβέρα στη φτώχεια και στην τύφλα της αγραμματοσύνης. Και λίγο-λίγο πάλι μα όχι πια δειλά, όχι κούφια, τις μάζωξε τις σκόρπιες δυνάμεις και τις συντόνισε κι’ έγιναν μια ψυχή, ο Ελληνισμός, και ξέσπασε και νίκησε και φωτίζει.  
  Απ’ την Ιστορία γνωρίζουμε για τις νικηφόρες μάχες του 12-13. Όμως αυτή η περίοδος έχει μια πλούσια προϊστορία που μας πάει πολλά χρόνια πίσω. Είναι η περίοδος του ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ                                                                               
  Ο Μ. Α είναι το μεγάλο έπος, που διαδραματίστηκε στα υπέρτιμα της Μακεδονίας εδάφη από την απαράμιλλη εκείνη γενιά των Μακεδονομάχων, που αγωνίστηκε με ανιδιοτέλεια, αυταπάρνηση και ηρωισμό για τη σωτηρία της Μακεδονίας από τις αρπακτικές βλέψεις των Βουλγάρων.
  Ήταν αγώνας άνισος, σκληρός, αδυσώπητος, πολυαίμακτος και πολύχρονος. Ήταν εφάμιλλος της  εθνεγερσίας  του 1821. Αντίπαλοι, στην τουρκοκρατούμενη Μακεδονία, οι Έλληνες  με τους   τούρκους  και τους Βουλγάρους
  Οι Μακεδόνες για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού έκαναν πολλές επαναστάσεις.
  Αρχίζουν όμως  και έναν αγώνα ιδιόμορφο, υπεράνθρωπο εναντίον των Βουλγάρων, που εμφανίζονται στην Κάτω  Μυσία,  τη  σημερινή  Βουλγαρία  το 679 μ. Χ.
  Το 1829, όταν  οι Ρώσοι διαπιστώνουν ότι τα  συμφέροντά τους συγκρούονται με τα ελληνικά, ανακαλύπτουν στα Βαλκάνια τους  Βουλγάρους,  αφυπνίζουν την εθνική τους  συνείδηση και τους χρησιμοποιούν σαν προπομπό για  την  πραγματοποίηση των  σκοπών τους στα Βαλκάνια. Με την πανσλαβιστική οργάνωση που ιδρύουν στη Ρωσία, θέλουν να  ενώσουν  όλους τους  ομόγλωσσους.
Στις 10 Μαρτίου του 1870 υποχρεώνουν τον Σουλτάνο να εκδώσει διάταγμα για τη δημιουργία ανεξάρτητης βουλγαρικής  εκκλησίας, τη γνωστή Εξαρχία. Το θέμα επιφανειακά  θρησκευτικό, ουσιαστικά όμως  είναι εθνικό  γιατί ο εξαρχικός σήμαινε  Βούλγαρος και ο πατριαρχικός Έλληνας
Αρχίζει μια περίοδος προπαγάνδας με πενιχρά γι’ αυτήν αποτελέσματα. Οι σλαβόφωνοι Μακεδόνες έμειναν αμετακίνητοι από το Πατριαρχείο και τον ελληνισμό. Παρά τις  υποσχέσεις και τις απειλές. Όλες οι επιστήμες, η ιστορία η γλωσσολογία, η ανθρωπολογία  επιμαρτυρούν πως οι σλαβόφωνοι κάτοικοι των βορείων συνόρων είναι εξ ίσου Έλληνες με τους Ελληνόφωνους αδελφούς τους.
Οι Βούλγαροι διαθέτουν πακτωλό  χρημάτων, εγκαθιστούν δασκάλους και ιερείς σε σχολεία και εκκλησίες, φέρνουν  πράκτορες που  διατρέχουν  την ύπαιθρο προπαγανδίζοντας. Ο προσηλυτισμός των Ελλήνων είναι πολύ περιορισμένος.
Η πάλη του κλήρου και της παιδείας σκληρή. Ο παπάς  κι ο δάσκαλος μαζί με τον απλό χωρικό στάθηκαν το προπύργιο του Ελληνισμού στη Μακεδονία.
  Στις 19 Φεβρουαρίου του 1878 με τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, (της οποίας αρχιτέκτονας ήταν ο Ρώσος πρεσβευτής στην Πόλη Ιγνάτιεφ), δημιουργείται με το αίμα των Ρώσων ένα τεράστιο βουλγαρικό κράτος, η αυτόνομη ηγεμονία της Βουλγαρίας. Τα όνειρα των Ρώσων φάνηκε πως πραγματοποιούνταν. Οι Μακεδόνες αντέδρασαν. Στο Λιτόχωρο σχηματίστηκε επαναστατική κυβέρνηση από μαχητές.
Αντέδρασαν όμως και οι μεγάλες δυνάμεις Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία και Αυστρία. Στο Βερολίνο στις 31 Ιουλίου του ίδιου έτους περιόρισαν τη Βουλγαρία σε μικρή ηγεμονία.  Έμεινε η Ανατολική Ρωμυλία ημιαυτόνομη. Η Ελλάδα πήρε εδάφη από τη Θεσσαλία και την Ήπειρο και η Αγγλία με ειδική συμφωνία τη μεγαλόνησο Κύπρο.
  Οι Βούλγαροι όμως ζούσαν με το όνειρο της μεγάλης Βουλγαρίας. Στις 6 Σεπτεμβρίου του 1885 πραξικοπηματικά κατέλαβαν την Ανατολική Ρωμυλία με πρωτεύουσα την πόλη του Φιλίππου, Φιλιππούπολη. Εκεί χάθηκε ακραιφνής Ελληνισμός πολλών χιλιάδων, χωρίς αντίδραση των μεγάλων.
  Το 1893 ιδρύεται στη Βουλγαρία η Ε.Μ.Ε.Ο. (Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση) με σκοπό, εκτός των άλλων, την αυτονομία της Μακεδονίας και ουσιαστικά την προσάρτησή της. Παρόμοια οργάνωση το 1895 ιδρύεται και στη Μακεδονία. Δημιουργούν ομάδες κακούργων με επικεφαλής Βουλγάρους αξιωματικούς, τους κομιτατζήδες, που τους ξαποστέλνουν στη Μακεδονία για να προβούν στο βίαιο προσηλυτισμό. Προβαίνουν σε παντοειδείς οργιώδεις πράξεις για τον αφανισμό του Ελληνισμού της Μακεδονίας. Στρέφονται κυρίως εναντίον των δασκάλων, των ιερέων, των προυχόντων για να απογυμνώσουν τα χωριά από τους ιθύνοντες και την ηγεσία τους. Δεν χαρίζονται ούτε στους ανθρώπους του μόχθου. Λεηλατούν, πυρπολούν  σπίτια. Το δίλημμα ήταν εξαρχικός ή θάνατος. Έρευσε πλήθος αίμα Ελληνικό. Οι αγέρωχοι Μακεδόνες, ιδίως οι σλαβόφωνοι, που τους ονόμασαν Γραικομάνους, προτιμούσαν τον μαρτυρικό θάνατο παρά να προσχωρήσουν στην εξαρχία. Είναι η περίοδος της    Τρομοκρατίας.       
  Τα δεινά των Μακεδόνων συγκλονίζουν τον Ελληνισμό. Οι κραυγές του πόνου και της οδύνης φτάνουν στην πρωτεύουσα,  ΄΄αλλά αντίδραση καμιά΄΄.
  Τα σπίτια του Στέφανου Δραγούμη και του Μιχαήλ Μελά δέχονται τους Μακεδόνες και τους προσφέρουν ό,τι μπορούν. Αφυπνίζουν την εθνική συνείδηση. Το επίσημο κράτος, πληγωμένο από τον άτυχο Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, δεν μπορεί ν’ αντιδράσει. Απλώς διαμαρτύρεται έντονα, καθώς και το Πατριαρχείο, ανεπιτυχώς.
  Όμως ό,τι δεν κάνει το επίσημο κράτος το αναλαμβάνουν στην Αθήνα φλογεροί πατριώτες που ιδρύουν το Μακεδονικό  Κομιτάτο με πρόεδρο τον δημοσιογράφο διευθυντή της εφημερίδας ΄΄ΕΜΠΡΟΣ΄΄ Δημήτριο Καλαποθάκη.  Μυούνται νέοι ενθουσιώδεις ιδεολόγοι, αποφασισμένοι να τα δώσουν όλα για την πατρίδα και να ξεπλύνουν την ντροπή του 1897 και να τιμωρήσουν τον εισβολέα.
  Το 1904 και η Κυβέρνηση, επιτέλους, αποφασίζει, να ενεργήσει. Στέλνει κρυφά στη Μακεδονία μια ομάδα από τους αξιωματικούς, Αλέξανδρο Κοντούλη λοχαγό, Αναστάσιο Παπούλα υπολοχαγό και τους ανθυπολοχαγούς Γεώργιο Κολοκοτρώνη και Παύλο Μελά, να δουν και να διαπιστώσουν με ποιο τρόπο θα μπορέσει  ν’ αντιδράσει το Ελληνικό κράτος. Οι αξιωματικοί αυτοί, με ιδιότητες ξένες προς την πραγματική, φτάνουν στη Μακεδονία κι έρχονται σε επαφή με τους κατοίκους, τους προύχοντες και τοπικούς οπλαρχηγούς και διαπιστώνουν την τραγική κατάσταση που επικρατεί. Οι κάτοικοι της Μακεδονίας τους δέχονται με χαρά και αγαλλίαση. Διαπιστώνουν διάθεση των κατοίκων για αγώνα και θυσίες. Οργανώνουν επιτροπές, ορίζουν κέντρα, συντάσσουν εκθέσεις προς την Κυβέρνηση που συνηγορούν στην έναρξη του ενόπλου αγώνα τόσο με σώματα από τους γηγενείς Μακεδόνες όσο και από εθελοντές από την ελεύθερη Ελλάδα.
  Το ενδιαφέρον για τη σωτήρια της Μακεδονίας έχει κορυφωθεί. Ο ίδιος ο τότε Βασιλιάς Γεώργιος ο Α΄ συναντά τον Πρωθυπουργό Δεληγιάννη, που τον απασχολούσε περισσότερο το Κρητικό Ζήτημα και του λέει: ΄΄Την Κρήτη δεν υπάρχει κίνδυνος να την διεκδικήσει κανείς. Τη Μακεδονία να κοιτάξετε, γιατί χωρίς αυτήν η Ελλάς αδύνατον να ζήσει΄΄
  Παράλληλα και το Πατριαρχείο για να ενισχύσει και τονώσει τον Ελληνισμό της Μακεδονίας, προβαίνει το 1900 σε μια εθνοσωτήρια ενέργεια. Αντικαθιστά τους γηραλέους Ιεράρχες των νευραλγικών Μητροπόλεων με νέους θαρραλέους, φωτισμένους και δραστήριους, που να μπορούν με δύναμη και πειθώ να πλησιάσουν τους πτωημένους και προσηλυτισμένους και να τους επαναφέρουν στους κόλπους της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού.
  Στο Μοναστήρι τοποθετεί τον Ιωακείμ Φορόπουλο, αληθινό στυλοβάτη και κήρυκα της εθνικής ιδέας, ο οποίος οργανώνει στο Μοναστήρι τους κατοίκους κατά των Βουλγάρων κομιτατζήδων και δύο φορές διασώνεται από τις δολοφονικές σφαίρες των Βουλγάρων.
Στην Έδεσσα τοποθετεί τον Στέφανο  Δανιηλίδη.
  Στην Δράμα τοποθετεί τον Χρυσόστομο Καλαφάτη, οι αγώνες του οποίου εναντίον της βουλγαρικής προπαγάνδας για την τόνωση του εθνικού φρονήματος ενοχλούν την υψηλή πύλη, η οποία αξιώνει από το Πατριαρχείο την άμεση ανάκληση του το 1907. Το 1908 όμως ξαναγυρίζει στην Δράμα. Η ενθουσιώδης υποδοχή που του επιφυλάσσει ο λαός συνδέεται με την έξαρση του εθνικού αγώνα, γι’ αυτό και χαρακτηρίζεται από την υψηλή πύλη επικίνδυνος για την δημόσια τάξη. Ανακαλείται εκ νέου από την Μητρόπολη Δράμας στις 20 Ιανουαρίου 1909. Για να τοποθετηθεί τελικά στην Μητρόπολη Σμύρνης όπου έμελλε να Μαρτυρήσει.
  Στην Κορυτσά τοποθετεί τον Φώτιο, ο οποίος δολοφονείται από βουλγαροαλβανική συμμορία για την εθνική του δράση.
Και τον κορυφαίο Γερμανό Καραβαγγέλη, χρίζει Μητροπολίτη Καστοριάς. Είναι από τους πρωτεργάτες του Μ. Α. Οργανώνει ανταρτικά σώματα με ντόπιους οπλαρχηγούς, επιτροπές αγώνος σε πόλεις και χωριά και περιθάλπει πυροπαθείς, πρόσφυγες και ορφανά κατά την επανάσταση του Ίλιντεν.
  Παράλληλα ο Αιμιλιανός Λαζαρίδης (1871-1911) Μητροπολίτης Γρεβενών, αναπτύσσει έντονη εθνική δράση. Το 1911 κατακρεουργείται από τους κομιτατζήδες, μεταξύ των χωριών Σχίχοβο, σημερινό Δεσπότης και Γριντάδες, σημερινό Αιμιλιανός.     
Η προσφορά των νέων σε ηλικία, φωτισμένων και τολμηρών Ιεραρχών έφερε λαμπρά αποτελέσματα. Ο κλήρος πρωτοστάτησε. Μεγάλος ήταν και ο αριθμός των κληρικών που θυσιάστηκαν για τη Μακεδονία.
  Ο (Παπαδράκος) Χρυσόστομος Χρυσομαλλίδης: Από την Φιλιππούπολη, υπήρξε μαθητής του Γερμανού Καραβαγγέλη. Την 1η  Δεκεμβρίου του 1904, έρχεται στα Καστανοχώρια Δυτικής Μακεδονίας, ως πρωτοπαλίκαρο του Καπετάν Βάρδα. Συνετέλεσε στην εξουδετέρωση του βοεβόδα Κωνστάντσωφ
  Ο (Παπά-Τσάμης) Σταύρος Τσάμης 1873-1905: Από το Πισοδέρι, πιστός συνεργάτης του Γερμανού Καραβαγγέλη και του Ίωνα Δραγούμη. Πήρε μέρος μαζί με άλλους συγχωριανούς του στη μάχη του Τέλοβου, και φρόντισε να ενταφιάσει την κεφαλή του Παύλου Μελά. Δολοφονήθηκε σε ενέδρα των Βουλγάρων στις 27 Αυγούστου του 1905.
  Ήταν ευτύχημα ακόμη που το  1902 οικειοθελώς τοποθετήθηκε υποπρόξενος στο Προξενείο του Μοναστηριού ο Μακεδόνας Ίωνας Δραγούμης, ένας φωτισμένος και δραστήριος πολιτικός, με ευρύτητα πνεύματος, που πονούσε την περιοχή γιατί καταγόταν από το Βογατσικό της Καστοριάς. Όργωσε κυριολεκτικά τη Μακεδονία. Αναπτέρωσε το ηθικό των κατοίκων, οργάνωσε επιτροπές αγαπήθηκε και θαυμάστηκε από τους ανθρώπους της. Εργάστηκε με ζήλο και αυταπάρνηση. Γνώρισε και τον φλογερό Ιεράρχη Γερμανό Καραβαγγέλη. Συνεργάστηκαν άριστα και ακούραστα για τον κοινό σκοπό και πέτυχαν εξαιρετικά αποτελέσματα.
  Λίγο αργότερα, το 1904 τοποθετείται στη Θεσσαλονίκη πρόξενος 0 Λάμπρος Κορομηλάς, άνθρωπος με ευρεία αντίληψη και γνώστης όλου του θέματος και του τρόπου ενεργείας των Βουλγάρων. Πλαισιωμένος από ένα επιτελείο με λαμπρούς αξιωματικούς που είχαν διάφορες ιδιότητες, επιτυγχάνει πολλά. Γίνεται η κινητήρια δύναμη της δράσης των Ελληνικών σωμάτων στο Βιλαέτι της Θεσσαλονίκης, όπως ο Ίων Δραγούμης στο Βιλαέτι του Μοναστηριού.
  Πόσο αξιόλογη ήταν η σημασία της σωτηρίας της ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ για την Ελλάδα μας το λέει ο Δραγούμης:
΄΄Η Μακεδονία είναι σχολείο ελευθερίας, σχολείο που φτιάχνει άνδρες ελεύθερους. Όλοι οι Έλληνες θα συμπληρώσουν τις σπουδές τους στη Μακεδονία. Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΘΑ ΜΑΣ ΣΩΣΕΙ. ΑΝ ΤΡΕΞΟΥΜΕ ΝΑ ΣΩΣΟΥΜΕ ΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΕΜΕΙΣ ΘΑ ΣΩΘΟΥΜΕ.΄΄
Οι εξαίρετοι, λαμπροί αυτοί διπλωμάτες με τους επιδέξιους χειρισμούς του προβλήματος, πέτυχαν απόλυτα στη μεγάλη τους αποστολή.
Η παιδεία, εφάμιλλη δύναμη της Εκκλησίας, στάθηκε στο ύψος της αποστολής της. Δάσκαλοι νέοι, δραστήριοι δεν διστάζουν να προσφέρουν την  ζωή τους υπερασπιζόμενοι τα ιδανικά της φυλής.
  Ο Πίτσουλας κατακρεουργείται, ο Ιατρού στο Βογατσικό, ο Ιωάννης Πανταζίδης στο Κωσταράζι, ο Κ. Σίμου στο Ζέλοβο, ο Ηρ. Φίτζιος στο Λέχοβο, που φιλοξένησε στο σπίτι του την αποστολή των αξιωματικών και έθαψε μαζί με τον Παπασταύρου Τσάμη και τον Αγοραστό τη σεπτή κεφαλή του ήρωα Παύλου Μελά και καταδικάστηκε σε ισόβια από το τουρκικό δικαστήριο του Μοναστηριού, ο Γιώργος Σούρλας στη Πέβεσκα. Η Χατζηγεωργίου καίγεται σαν λαμπάδα, η Ηλέκτρα Δράκου, γνωστή από το υπέροχο βιβλίο της ασύγκριτης Ελληνίδας Π. Δέλτα ΄΄Στα Μυστικά του Βάλτου΄΄ προσφέρει πολλά στον αγώνα του Βάλτου, η Κατίνα Πασιλά, η Αγλαΐα Σχοινά, η Κλεάνθη Σιμεωνίδου και μια πλειάδα γνωστών και αγνώστων με τεράστια προσφορά στην εθνική υπόθεση.
  Στις 20 Ιουλίου του 1903 ξεσπά το καλά οργανωμένο από το Βουλγαρικό κομιτάτο ιλαροτραγικό κίνημα, το γνωστό «Ίλιντεν». Αλλά δολίως σκεπτόμενοι φρόντισαν να εκραγεί σ’ Ελληνικά χωριά για τους εξής λόγους:
1ον   Να εκθέσουν τους Έλληνες στους τούρκους.
2ον   Να τους αναγκάσουν να συνεργαστούν μαζί τους και
3ον  Σε περίπτωση αποτυχίας η οργή των τούρκων να ξεσπάσει επάνω στους Έλληνες κι ας ήταν αμέτοχοι. Όπως και έγινε. Το κίνημα κατεστάλει μέσα σε λίγες μέρες, ως τις 15 Αυγούστου.
  Ο απολογισμός θλιβερός. Δύο χιλιάδες Έλληνες νεκροί. Το μαρτυρικό  Κρούσοβο καταστράφηκε ολοκληρωτικά.
  Ο αντίκτυπος ήταν μεγάλος. Ο Ελληνισμός συγκλονίζεται. Ιδρύεται από τον  Δ. Καλαποθάκη το  «ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΚΟΜΙΤΑΤΟ» στην Αθήνα. Ένα φως λάμπει, μια ελπίδα γεννιέται. Στις σκέψεις και στις ψυχές των Ελλήνων παίρνει πρωταρχική θέση η  ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ.   
  Στη Μακεδονία δρουν γηγενείς οπλαρχηγοί που σπέρνουν τον πανικό στους βδελυρούς κομιτατζήδες και αναπτερώνουν το  ηθικό των Ελλήνων. Όπως:
  Ο (Καπετάν Στρεμπενιώτης) Βαγγέλης Γεωργίου ή Νάτσης: Από το Στρέμπενο, σημερινά Ασπρώγια Φλωρίνης. Με την βοήθεια του Γερμανού Καραβαγγέλη σχημάτισε σώμα από ντόπιους αντάρτες και δέκα Κρητικούς. Εξόντωσε τον βοεβόδα Κύρτσεφ και ολόκληρη την τσέτα του βοεβόδα Αλέξη, ενώ στην Κλεισούρα προξένησε μεγάλη συμφορά στους κομιτατζήδες της επανάστασης Ίλιντεν. Δολοφονήθηκε στις 12 Μαΐου του 1904 σε ενέδρα στον Αετό, καθώς επέστρεφε από το Μοναστήρι.
  Ο (Καπετάν Κώττας)  Κωνσταντίνος Ρουσιάνης από το χωριό Ρούλια των  Κορετσίων, σημερινό Κώττα Φλωρίνης, ήταν σλαβόφωνος. Όντας Μουχτάρης, σκότωσε τον Κασίμ αγά και το 1898 οργάνωσε δικό του αντάρτικο σώμα. Αρχικά πίστεψε στα κηρύγματα «Η Μακεδονία στους Μακεδόνες». Όταν όμως αντελήφθηκε την πλάνη, έγινε φανατικός βουλγαρομάχος. Συνεργάστηκε με τον Βαγγέλη Στρεμπενιώτη, τον Γερμανό Καραβαγγέλη και τον Παύλο Μελά. Όταν πήγε στην Αθήνα να ζητήσει βοήθεια, ονομάστηκε αξιωματικός του ελληνικού στρατού. Συνελήφθη από τους τούρκους και απαγχονίστηκε στις 27 Σεπτεμβρίου του 1905 στο Άτ Παζάρ Μοναστηρίου κραυγάζοντας βουλγαρικά: «Ζήτω η Ελλάδα, το καθήκον μου το έκανα»  
  Ο (Καπετάν Γκόνος) Γεώργιος Γιώτας, 1866-1909: Από τα Γιαννιτσά, είναι γνωστός σαν το Στοιχειό του Βάλτου. Συνεργάστηκε με όλους τους οπλαρχηγούς, που έφτασαν στο Βάλτο, θέτοντας στη διάθεσή τους τις επτά πλάβες του. Δολοφονήθηκε από τους  Βουλγάρους στο Βάλτο το 1909.
  Ο Απόστολος  Ματόπουλος: Έδρασε επίσης στο Βάλτο με δικό του αντάρτικο σώμα 15 ανδρών.   
  Ο Δημήτριος Νταλίπης: Από το Γαύρο Καστοριάς, ήταν σλαβόφωνος. Στην αρχή πίστεψε στα απατηλά συνθήματα  των Βουλγάρων «Η Μακεδονία στους Μακεδόνες» και προσχώρησε στο Ίλιντεν. Όταν διαπίστωσε την πλάνη, έγινε φανατικός  βουλγαρομάχος. Οι Βούλγαροι του έστησαν ενέδρα στο  δρόμο προς την Πρέσπα και τον δολοφόνησαν στις 19 Νοεμβρίου του 1906.
  Ο (Καπετάν Μητρούσης) Γκουγκολάκης Δημ.:  Από το Χομόνδος, σημερινό Μητρούση Σερρών, ήταν Σλαβόφωνος. Όταν οι βούλγαροι κατακρεούργησαν τη γυναίκα του και το παιδί του την 1η Σεπτεμβρίου του 1906, κατατάχτηκε στο σώμα Γιαγκλή και στη συνέχεια σχημάτισε μικρό δικό του σώμα με το ψευδώνυμο καπετάν Μητρούσης. Στις 14 Ιουλίου του 1907, περικυκλωμένος σε καμπαναριό των Σερρών από τουρκικό στρατό, μετά από οκτάωρη μάχη, έκανε χαρακίρι για να μην παραδοθεί.
  Ο Παύλος Κύρου (1863-1906): Από το Ζέλοβο, σημερινό Ανταρτικό, ήταν σλαβόφωνος. Αρχικά εντάχτηκε στην ομάδα Κώττα, μετά τη σύλληψη του οποίου πήγε στην Αθήνα, για να επιστρέψει στη Μακεδονία ως υπαρχηγός του σώματος Καούδη. Με τα γυμνασμένα σκυλιά του προσέφερε μεγάλες υπηρεσίες στα σώματα του Ρούβα, του Τσόντου και του Γύπαρη. Έκανε το χωριό του ορμητήριο Ελλήνων ανταρτών. Δολοφονήθηκε σε ενέδρα των Βουλγάρων το Νοέμβριο του 1906 στο δάσος Ανταρτικού.    
  Οι Αδερφοί Δογιάμα Λάζος, Γκόνος, Δημήτριος και Τράικος: Από την Καστανερή του Πάικου. Συγκρότησαν δικό τους σώμα με αρχηγό τον Λάζο. Εξόντωσαν τους αρχικομιτατζήδες Αποστόλ και Τίκα, καθώς και τον βοεβόδα Γκιούπτσεφ. Το 1912 προσπάθησαν να καταλάβουν τη Γευγελή εν ονόματι του Βασιλέως Γεωργίου. Ο Λάζος και ο Τράικος δολοφονήθηκαν το 1912 από τους Βουλγάρους.  
  Ο Γιάννης Ράμναλης: Από τη Ράβνα, σημερινό Ίσωμα Κιλκίς. Αρχικά κατατάχτηκε στο σώμα Σακελλαρόπουλου. Αρχηγός δικού του σώματος από το 1905 έδρασε ως το 1908 στην περιοχή Λαγκαδά. Στους Βαλκανικούς πολέμους, ήταν φοιτητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, γύρισε στη Μακεδονία, επανασύστησε το σώμα του και απήλλαξε την περιοχή Αγίας Σοφίας Θεσσαλονίκης  από τη βουλγάρικη παρουσία. Δολοφονήθηκε το 1923 στα Λαγκαδίκια από τον ληστή Τζατζά.
  Είναι λίγοι επώνυμοι Μακεδόνες οπλαρχηγοί στην πλειάδα των γνωστών και αγνώστων, οι περισσότεροι σλαβόφωνοι πλην όμως με Ελληνική συνείδηση. Πολέμησαν και θυσιάστηκαν για τη Μακεδονία και την Ελλάδα
  Σ’ αυτούς προστέθηκαν κι άλλοι οπλαρχηγοί από την ελεύθερη Ελλάδα.
  Ο Γεώργιος Βολάνης, και ο Ι. Καραβίτης, έδρασαν στην περιοχή Μοριχόβου. Τη μοιραία νύχτα της 13ης Οκτωβρίου του 1904 ήταν στην Στάτιστα μαζί με τον Π. Μελά, όπου συνελήφθησαν από τους Τούρκους, αλλά κατόρθωσαν να δραπετεύσουν από τις φυλακές Μοναστηρίου, για να συνεχίσουν τους αγώνες τους στη Μακεδονία μέχρι το 1908. Όλοι τους ήταν από την λεβεντογέννα Κρήτη. Αυτοί κι άλλοι πολλοί γνωστοί και άγνωστοι πρόσφεραν πολλά στην ιερή υπόθεση.
  Ο πρώτος  Έλληνας αξιωματικός, που έρχεται με το σώμα του στην Μακεδονία το Σεπτέμβριο του 1904 είναι ο ιδεολόγος και πρωτομάρτυρας ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ  (Μίκης Ζέζας 1870-1904).
  Είναι χαρακτηριστική η φράση που γράφει στη γυναίκα του Ναταλία, κόρη του Στέφανου Δραγούμη μόλις πάτησε το πόδι του στη Μακεδονία: ΄΄Ζήτω η Μακεδονία΄΄
Στο ημερολόγιό του σημειώνει:
     Αναλαμβάνω αυτόν τον αγώνα με όλην μου την ψυχήν και με την ιδέαν ότι είμαι υποχρεωμένος να τον αναλάβω. Είχα και έχω την ακράδαντον πεποίθησιν ότι δυνάμεθα να εργασθώμεν εν Μακεδονία και να σώσωμεν πολλά πράγματα.         
Αλλού πάλι σημειώνει:
      Θέλω να μείνω εδώ........εδώ με κρατεί επί πλέων το καθήκον και προ πάντων αι υποχρεώσεις ας ανέλαβον..... Αισθάνομαι ότι θυσιάζομαι......
  Με τα παλικάρια του βρέθηκε στις 13 Οκτωβρίου 1904 στη Στάτιστα της Καστοριάς. Ήταν ο χώρος  που έμελλε να γίνει το προσκυνητάρι της ιδέας. Είχε σημάνει η ώρα της ιστορίας, που είχε κάνει την επιλογή της για τον πρώτο, τον μεγάλο ήρωα, τον ΠΑΥΛΟ ΜΕΛΑ, που το όνομά του ταυτίστηκε με τον Μακεδονικό αγώνα.      
  Έγινε θρύλος, παραμύθι, ζωή και φως, όπως ο Μεγαλέξανδρος. Μένει ακοίμητος  ακρίτας του χρέους και της τιμής στα Μακεδονικά βουνά. Οι Μακεδόνες κυρίως, αλλά και οι άλλοι Έλληνες τον έχουν μέσα στις γεμάτες από εθνικό παλμό καρδιές τους. Ο Π. ΜΕΛΑΣ πέρασε στην αθανασία. Ο ΜΙΚΗΣ ΖΕΖΑΣ ζει στην αιωνιότητα. Το χωριό Στάτιστα πήρε το όνομα του.
Σπεύδουν στη Μακεδονία για να συνεχίσουν το έργο του πολλοί συνάδελφοί του.
  Ο (Καπετάν Μπούας) Σπύρος Σπυρομίλιος : Καταγόταν από τη Χιμάρα, γεννήθηκε στη Θήβα. Ήταν συνταγματάρχης Χωροφυλακής. Το 1904 έφτασε στη Θεσσαλονίκη ως κλητήρας του Προξενείου με το ψευδώνυμο «Σουρής». Έπειτα συγκρότησε σώμα 35 ανδρών και με το ψευδώνυμο Καπετάν Μπούας έδρασε στη Δυτική Μακεδονία. Στους Βαλκανικούς πολέμους επαναδραστηριοποίησε το Σώμα του και στις 5 Νοεμβρίου 1912 κατέλαβε αιφνιδιαστικά τη Χιμάρα, για να κηρύξει στις 9 Φεβρουαρίου του 1914 την αυτονομία της Βορίου Ηπείρου.    
  Ο (Καπετάν Βάρδας) Γεώργιος Τσόντος 1871-1942 και ο Παύλος Γύπαρης: Ο Γεώργιος Τσόντος υπήρξε από τις κορυφαίες μορφές του Αγώνα. Φίλος του Π. Μελά, ξεκινώντας από τα Σφακιά έμεινε καθ’ όλη τη διάρκεια του Αγώνα στη Μακεδονία και έδρασε στη Δυτική Μακεδονία.
    Ο Παύλος Γύπαρης, εθελοντής στο σώμα του Γ. Κατεχάκη, σχημάτισε το 1905 δικό του σώμα από 30 Κρητικούς και πήρε μέρος σε πολλές μάχες εναντίον των τούρκων και των Βουλγάρων.
  Ο (Καπετάν Ζάκας) Γρηγόριος Φαληρέας: Ανθυπολοχαγός του Ελληνικού Στρατού. Σχημάτισε δικό του σώμα με το ψευδώνυμο Καπετάν Ζιάκας. Έδρασε κατά τα έτη 1906-1908 στην περιοχή Μοριχόβου, Καστοριάς και Γρεβενών
  O (Καπετάν Ακρίτας) Κωνσταντίνος Μαζαράκης: Γεννήθηκε στο Ναύπλιο. Απόφοιτος της Σχολής Ευελπίδων και μέλος της «Εθνικής Εταιρίας», το 1904 με το ψευδώνυμο Δήμος Στεργιάδης υπηρέτησε στο Προξενείο Θεσσαλονίκης. Το 1905 συγκρότησε δικό του σώμα με το ψευδώνυμο καπετάν Ακρίτας και έδρασε στην περιοχή Βερμίου. Έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους επικεφαλής σώματος προσκόπων εθελοντών και το 1934 εξελέγει βουλευτής. Άφησε αξιόλογα απομνημονεύματα.
  Ο (Καπετάν Ματαπάς) Μιχαήλ Αναγνωστάκη: Έφτασε στη Μακεδονία με 15 άνδρες και συνεργάσθηκε με τα σώματα του ντόπιου οπλαρχηγού Γκόγκου και Στριμπίνα. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτη στάθηκε η προσφορά του στην καταπολέμηση της ρουμάνικης προπαγάνδας.
Ο (Καπετάν Κόρακας) Βασίλη Σταυρόπουλου: Αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού, έφτασε στη Μακεδονία το 1904 με δικό του σώμα, το οποίο ενίσχυσε και με ντόπιους αντάρτες και έδρασε στην περιοχή Βεροίας με το ψευδώνυμο Κόρακας. Στα παλικαριά του περιλαμβάνονταν ο Κώστας και Δημήτρης Πατσαβούρας, ο Τόλιος Παπασταύρος, οι οδηγοί Τορκενίδης, Τσουκνίδας, Καρανάσιος, Ντόλας κ.α.
Ο Παναγιώτη Παπατζανατέα: Λοχίας  του Πυροβολικού από τα Καρδάμυλα Λακωνίας, με σώμα 25 ανδρών έδρασε το 1906 στην περιοχή Γιαννιτσών και το 1908 στη Χαλκιδική.    
  Ο (ΚΑΠΕΤΑΝ ΑΓΡΑΣ) ΣΑΡΑΝΤΗΣ ΑΓΑΠΗΝΟΣ: Γεννήθηκε στους Γαργαλιάνους Μεσσηνίας και ήταν αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού. Τον Σεπτέμβριο του 1906 με είκοσι άνδρες μπήκε στο Βάλτο των Γιαννιτσών και τον απήλλαξε απ’ τους Βουλγάρους. Τραυματισμένος και με υψηλό πυρετό μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου συνέλαβε την ιδέα να ’ρθεί σε συνεννόηση με τον Βοεβόδα Ζλατάν για ειρήνευση. Στη συνάντηση, κατά τα συμφωνηθέντα, πήγε άοπλος. Ο Ζλατάν παρασπονδώντας τον συνέλαβε με τον σύντροφό του Αντώνη Μίγκα, τους διαπόμπευσε και τους κρέμασε στο Βλάδοβο, σημερινό Άγρα Εδέσσης, τον Ιούλιο του 1907.  
  Ο (Καπετάν ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ) Ιωάννης Δεμέστιχας: Αξιωματικός του Ελληνικού Ναυτικού. Τα ηρωικά του κατορθώματα καταλαμβάνουν μεγάλο μέρος στο υπέροχο βιβλίο της Π. Δέλτα «Στα μυστικά του Βάλτου»
 Είναι όμως αναρίθμητοι για να τους αναφέρουμε όλους.
 Με τους σκληρούς αγώνες, τους ηρωισμούς και τις θυσίες των λαμπρών παλικαριών η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ σώθηκε. Η σκληρή αντιπαράθεση των ετών 1904-1908, έφερε το ποθητό αποτέλεσμα. Σφράγισε μια προσπάθεια σαράντα περίπου ετών. Η δόξα στεφάνωσε τα μέτωπα των ΜΑΚΕΔΟΝΟΜΑΧΩΝ.
  Η σωτηρία της Μακεδονίας οφείλεται στον αγέρωχο, ανυπότακτο ΛΑΟ της Μακεδονίας, στον αξεπέραστο αγώνα των ΔΑΣΚΑΛΩΝ και στην ανιδιοτελή, για άλλη μια φορά ακόμα, προσφορά της ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ. Αυτοί οι παράγοντες έσωσαν τη Μακεδονία, αλλά και η συνδρομή των άλλων Ελλήνων απ’ όλα τα διαμερίσματα, αλλά κυρίως της  ΚΡΗΤΗΣ.
  Ο Μακεδονικός Αγώνας δεν έχει ακόμα ερευνηθεί. Αφήσαμε να φύγουν οι Άνθρωποι που τον δημιούργησαν χωρίς να τους πλησιάσουμε, να τους ρωτήσουμε, να μας πουν τι έκαναν και πώς. Οι πιο πολλοί απ’ αυτούς δεν έγραψαν απομνημονεύματα γιατί δεν το θεώρησαν ίσως αναγκαίο. Χάθηκαν οι ζωντανές πηγές. Δεν ζουν πια οι ΜΑΚΕΔΟΝΟΜΑΧΟΙ. Βρίσκονται στο πάνθεο των ηρώων.
  Μας φέρνουν όμως ζωντανή την παρουσία τους οι προτομές και οι ανδριάντες που τους έστησε  σαν ελάχιστο φόρο τιμής για την προσφορά τους η Πατρίδα. Μας μιλούν με την μετονομασία των χωριών.
   ΕΔΩ ΧΥΣΑΜΕ ΤΟ ΑΙΜΑ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΙΔΑΝΙΚΟ, ΤΗ ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΜΑΣ.