aug.Kantiotis Συμπληρώνονται τρία ἔτη ἀπό τήν κοίμηση τοῦ μακαριστοῦ γέροντος Αὐγουστίνου μητροπολίτου Φλωρίνης Πρεσπῶν καί Ἐορδαίας. Ἄν θά μᾶς ζητοῦσαν νά προβάλουμε ἕνα μόνο χάρισμά του, χωρίς δισταγμό θά ἐπιλέγαμε τήν παρρησία ἔναντι τῶν ἰσχυρῶν τῆς ἡμέρας, ὅταν οἱ ἐνέργειές τους ἦσαν ἐχθρικές πρός τήν πίστη μας.
Αὐτό του τό θάρρος ἦταν ἀπόρροια τῆς στάσης ζωῆς του. Δέν ἦταν ἁπλῶς ἕνας καυσοκαλυβίτης· ἦταν ἕνας φλογερός πιστός πού ζοῦσε μέ τό «ἀπόκριμα τοῦ θανάτου» (Β´ Κο 1,9).
Πολλοί μέ παραμορφωμένο τό ὀπτικό νεῦρο τῆς ψυχῆς εἶδαν στό πρόσωπό του τό ἀδιάλλακτο βλέμμα τοῦ φανατικοῦ. Στάθηκαν ἀνήμποροι νά ἀντικρίσουν τήν παιδική ἀφελότητα, τήν ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο, τό πνεῦμα θυσίας γι’ αὐτόν.
 Ἰανουάριος 1944, δυό μῆνες μετά τήν ἄφιξή του στήν Κοζάνη. Ὁ π. Αὐγουστῖνος μπῆκε σέ καφενεῖο καί παρήγγειλε τσάι. Ἔβγαλε ἀπό τόν κόρφο του μικρό ξεροκόμματο, πιθανόν ἀντίδωρο, νά τό βουτήξει. Κάποια ψίχουλα ἔπεσαν στό πάτωμα καί τότε κάποιοι ἀπό πλαϊνά καθίσματα χύμηξαν νά τά περιμαζέψουν. Αὐτές οἱ σκηνές φαίνονται χρονικά καί γεωγραφικά ἀπόμακρες γιά τόν σπάταλο ὑποδουλωμένο στόν καταναλωτισμό νεοέλληνα. Τό συμβάν ἦταν ἀρκετό γιά νά συγκλονίσει τόν λιτοδίαιτο κληρικό, ὥστε νά ἀναλάβει νά ὀργανώσει συσσίτιο. Τό συσσίτιο ἔφθασε νά προσφέρει ὥς 8.150 μερίδες ἡμερησίως! Αὐτό τό κατόρθωμα τοῦ φτωχοῦ λαοῦ τῆς Κοζάνης (ὄχι τῶν πλουσίων, πού ἔφθασαν νά τόν καταγγείλουν στούς κατακτητές), αὐτή ἡ θυσία τῶν φτωχῶν γιά νά σωθοῦν ἀπό τό θάνατο ἐκ πείνας οἱ φτωχότεροι, ἦταν ὁ καρπός τῶν φλογερῶν κηρυγμάτων τοῦ «ὀχληροῦ» ἱεροκήρυκα ἀλλά καί τῆς ἄκρας ἀνιδιοτέλειάς του. Λιποθύμησε ἀπό τήν πείνα, ἀλλά ἀπό τό καζάνι τῆς «Ἑστίας» δέν γεύθηκε οὔτε κουταλιά! Αὐτά γιά τούς σύγχρονους πολιτικούς καί τά παπαγαλάκια τῆς δημοσιογραφίας πού τούς στηρίζουν, γι’ αὐτά πού ἀκόμη καί μετά τό θάνατό του πρόσφεραν χολή στόν μισητό γι’ αὐτούς κληρικό! Αὐτά, πού πουλοῦν μέ τό ἀζημίωτο λόγια τοῦ ἀέρα γιά δημοκρατία καί κοινωνική δικαιοσύνη σέ ἕναν πεινασμένο καί γιά τά δυό λαό, τόν ὁποῖο κατάφεραν νά ἐκμαυλίσουν, ὥστε νά κινδυνεύει νά λησμονήσει τήν παράδοσή του.
 Λίγο μετά τή λήξη τοῦ ὀδυνηροῦ ἐμφυλίου πολέμου ἄρχισε ὁ ἐκδυτικισμός τῆς χώρας μέ τίς «εὐλογίες» τῶν ἰσχυρῶν προστατῶν μας. Στά πλαίσια τοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ ἡ Ἑλλάδα ὀργάνωσε καλλιστεῖα! Οἱ ἰθύνοντες ἤθελαν νά ὁδηγήσουν τή χώρα μπροστά. Καί ὁ δρόμος περνοῦσε ἀπό τόν ἐκχυδαϊσμό τοῦ λαοῦ κατά τά δυτικά πρότυπα. Καλλιστεῖα, λοιπόν, τά ὁποῖα ὀργάνωσε ἡ ἀθηναϊκή κοπροκρατία (αὐτή τή λέξη συνήθιζε ὁ «φανατικός» ἱεροκήρυκας, ὁ ὁποῖος ὑπηρετοῦσε τότε στήν Ἀρχιεπισκοπή Ἀθηνῶν, ἀντί τῆς πλήρους ἀβρότητος «ἀριστοκρατία»). Καί ὀρθώθηκε τότε ὁ π. Αὐγουστῖνος μέ κάποιους ἄλλους ἐξίσου «φανατικούς» νά ἐμποδίσουν τή διαπόμπευση τῆς γυναίκας. Θά περνοῦσαν δεκαετίες, ὥσπου νά ἀντιληφθοῦν τό αὐτονόητο καί νά ἀντιδράσουν καί κάποιες γυναικεῖες ὀργανώσεις: Ἡ ἀστική περί βίου ἀντίληψη ὑποβιβάζει τή γυναίκα σέ σκεῦος ἡδονῆς. Τρανή ἀπόδειξη ἡ ἐκ τῶν οὐκ ἄνευ παρουσία τοῦ γυμνοῦ σέ ὅλες σχεδόν τίς διαφημίσεις, ἡ πλημμυρίδα τοῦ σεξουαλισμοῦ στή μεγάλη, ἀρχικά, καί στή μικρή στή συνέχεια, ὀθόνη.
 Ὁ «Καντιώτης», ὅπως περιφρονητικά τόν ἀποκαλοῦσαν ἀρκετοί ἐκ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ χώρου, ἐθεωρεῖτο ἀκραῖος ἀκόμη καί γι’ αὐτούς. Τόν κατηγοροῦσαν γιά ἔλλειψη συνέσεως καί διακρίσεως. Ἄν ἦταν αὐτή κάποια παρατήρηση γεμάτη ἀγάπη ἑνός γέροντα ἀσκητοῦ καυσοκαλυβίτη πρός τόν ἴδιο τόν φλογερό ἱεροκήρυκα, θά εἶχε κάποια βαρύτητα. Προερχόταν ὅμως καί διαχεόταν μέ ἰδιαίτερη θέρμη ἀπό πρόσωπα τά ὁποῖα δέν κατάφερναν νά κρύψουν τόν ἐφησυχασμό, τήν ἰδιοτέλεια ἤ τή δειλία πίσω ἀπό τό φθηνό περί συνέσεως κήρυγμά τους. Καί πολλοί ἀπό αὐτούς πού συνέπλευσαν μέ τούς ἐχθρούς τοῦ π. Αὐγουστίνου -βοηθώντας μέ τή σιωπή τους ἤ τίς κατ’ ἐκείνου ἐπικρίσεις τους- ἔχουν μερίδιο εὐθύνης γιά τήν κατρακύλα τῆς μεταπολεμικῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας.
 «Καί τί ἔπρεπε νά γίνει; Νά ἀφήσουμε ἕναν “Χομεϊνί” νά ἀσκεῖ παραεξουσία;». Τό ἐρώτημα, πέρα ἀπό τήν ξέχειλη ἀντιπάθεια πρός τό πρόσωπο τοῦ μακαριστοῦ Αὐγουστίνου, κρύβει τή βαθειά ἐνόχληση ἐκείνων τῶν ὁποίων τά σχέδια ἐμπόδιζε, καί τήν καλά καλυμμένη ὑποκρισία τῶν ἄλλων, πού δέν διέθεταν δυνάμεις ἀντίστασης στό κακό. Φυσικά καί δέν εἶναι δυνατό νά ἀντιδροῦν ὅλοι οἱ πιστοί μέ τόν τρόπο πού ἐπέλεξε, ὡς ἐκ τοῦ χαρακτῆρος του, ὁ π. Αὐγουστῖνος. Ὁ βίος τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας καί ἰδίως τῶν τριῶν μεγάλων Ἱεραρχῶν, βοηθᾶ νά κατανοήσουμε ὅτι δέν ὑπάρχει ἕνας μόνο δρόμος πού ὁδηγεῖ πρός τήν τελείωση. Μᾶς διαφεύγει ὅμως τό ὅτι κάποιοι συμπορεύονται, συντρώγουν καί συμπίνουν μέ τούς ἐχθρούς τῆς Ἐκκλησίας, ἐγκωμιάζουν αὐτούς καί ἐγκωμιάζονται ἀπό αὐτούς ὡς συνετοί καί, τέλος, ὡς μισθωτοί ποιμένες ἀφήνουν τό κοπάδι νά κατασπαράσσεται ἀπό τούς λύκους! Αὐ- τοί σπάνια βρίσκονται στό στόχαστρο τῶν δημοσιογράφων. Πρέπει νά ὑπερβοῦν τά ἐσκαμμένα, ὥστε νά γίνουν ἀντιπαθεῖς (νά προκαλέσουν ἀηδία) ἀκόμη καί στά «ἐλεύθερα πνεύματα»!
 Στρέφοντας τήν προσοχή στό νά βροῦν λόγους κατηγορίας, ἐπιχειροῦν πολλοί νά ξεθωριάσουν τή λαμπρότητα τοῦ προσώπου λόγῳ τῆς ἀφιλαργυρίας του. Ὁ π. Αὐγουστῖνος δέν κράτησε ποτέ στά χέρια του χρήματα οὔτε ὅμως καί στό περιβάλλον του ἐμφανίστηκαν «μακρυχέρηδες» διαχειριστές. Γι’ αὐτό καί ὁ λαός τό ἐκτίμησε αὐτό ἀρκούντως, ὅπως μαρτυρεῖ τό πλουσιότατο κοινωνικό του ἔργο.
 Ἔ, λοιπόν, δέν διέπραξε σφάλματα ὁ μακαριστός; Πολλά μάλιστα τολμῶ νά γράψω. Ἄλλωστε ὁ ἴδιος ἐπαναλάμβανε διαρκῶς: «Ψηλά βουνά, βαθειές χαράδρες». Δέν θά ἀσχοληθῶ μέ αὐτά, τώρα πού βρίσκεται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ὅσα καί ἄν ὑπῆρξαν αὐτά, δέν εἶναι δυνατόν νά ἀμαυρώσουν τίς θαυμαστές ἀρετές του, τίς ὁποῖες ἐπαναλαμβάνω ὡς κατακλείδα τοῦ ἄρθρου: Ἔζησε γιά τήν Ἐκκλησία καί τό λαό τοῦ Θεοῦ ἀποφασισμένος νά θυσιάσει ἀκόμη καί τή ζωή του. Ἀγάπησε ὑπέρ τό δέον τήν πατρίδα (καί κατηγορήθηκε γι’ αὐτό). Στάθηκε ἄκαμπτος ἔναντι τῶν ἰσχυρῶν τῆς ἡμέρας, τούς ὁποίους στηλίτευσε ἀδιαφορώντας γιά τίς συνέπειες. Ἀγάπησε πολύ καί στήριξε τούς φτωχούς καί καταφρονεμένους, καθώς εἶχε περιφρονήσει στό ἔπακρο τό χρῆμα καί τήν πολυτέλεια (ποτέ δέν φόρεσε ὡς ἐπίσκοπος μίτρα). Ὑπῆρξε ἀδιάβλητος κατά τή συνέπεια λόγων καί ἔργων. Ἄντεξε τίς λοιδορίες, τούς ἐξευτελισμούς, τίς ἐπικρίσεις καί τίς συκοφαντίες φανερῶν καί κρυφῶν ἐχθρῶν τῆς Ἐκκλησίας. Δέν κτύπησε κανέναν, ὅταν πλέον δέν διέθετε ἐκεῖνος κοσμική ἰσχύ, κατά τό γραφικόν: «κάλαμον συντετριμμένον οὐ κατεάξω» (Μθ 12,20).
 
 Ὁ Θεός νά τόν ἀναπαύει ἐν χώρᾳ ζώντων!
 

Ἀπόστολος Παπαδημητρίου