Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Τρεῖς λέξεις-φράσεις πού μᾶς ζυγίζουν

weights  Φεβρουάριος. Καί πάλι ἱερό Τριώδιο. Καί πάλι ἐγρήγορση. Καί πάλι ἔλεγχος καί αὐτοεξέταση: Ἔχω ἄραγε ταπείνωση; Ἔχω μετάνοια; Ἔχω φόβο Θεοῦ, ἔμπονη προσευχή, ἀγάπη καί συγχωρητικότητα; Διότι ἄν δέν ἔχω, ἄν τό λυχνάρι μου ἔ­χει σβήσει (βλ. Μθ 25,8), ἤ εἶμαι κουρελής καί δέν φοράω «ἔνδυμα γάμου» (Μθ 22,12), θά μείνω σκοτεινός κι ἔρημος ἔξω ἀπό τή βασιλεία τοῦ Πάσχα· ἀπόβλητος ἀπό τούς γάμους τοῦ ἀρνίου Χριστοῦ.
  Βέβαια τό θεμέλιο καί ἡ βάση κάθε πνευματικῆς προκοπῆς εἶναι ἀσφαλῶς ἡ ταπείνωση, τό ταπεινό φρόνημα. Ταπείνωση θά πεῖ νά αἰσθάνεσαι τήν ἀνεπάρκει­ά σου. Νά ἀναγνωρίζεις ὅτι ὡς ἄνθρωπος εἶσαι ἐλλειμματικός καί νά ἀναζητᾶς τήν πληρότητα σ’ αὐτόν πού πληρώνει τά πάντα, στόν ἅγιο Θεό. Διότι ἄν τυχόν φαντάζεσαι ὅτι εἶσαι αὐτάρκης καί λές μέσα σου ὅτι «πλούσιός εἰμι... καὶ οὐδενὸς χρεί­αν ἔχω» (Ἀπ 3,17), θά μείνεις μακριά ἀπό τίς εὐλογίες τοῦ Κυρίου καί θά πορεύεσαι φαντασμένος, ἀλαζών καί ἀλύτρωτος.
  Ἐδῶ βέβαια πρέπει νά προσέξουμε τό ἑξῆς: Γιά τή διάγνωση τοῦ ταπεινοῦ φρονήματος δέν προσφέρεται τόσο ἡ εὐσέβειά μας, ὅσο ἡ ἀνθρωπιά μας. Ἡ εὐσέβεια εἶναι ἕνα μέγεθος μυστικό, τῆς ψυχῆς, δύσκολα ἐλέγχεται. Ἡ ἀνθρωπιά ὅμως ἐλέγχεται πολύ εὔκολα, διότι ἐμπίπτει στίς αἰσθήσεις. Ὡς ἐκ τούτου ἡ συνεπαγωγή εἶναι σχεδόν ἁπλή, ἀλλά πάντοτε ἔγκυρη: Εἶμαι ἀλαζών ἀπέναντι στόν συνάνθρωπό μου πού βλέπω καί συναναστρέφομαι; Τότε εἶναι βέβαιο ὅτι ἔτσι ἀκριβῶς συμπεριφέρομαι -ἔστω καί ἀνεπίγνωστα- καί ἀπέναντι στόν Θεό πού δέν βλέπω (πρβλ. Α´ Ἰω 4,20).
  Θά ἑστιάσουμε, λοιπόν, γιά τόν σκοπό μας σέ τρεῖς χαρακτηριστικές λέξεις-φράσεις πού δείχνουν ἀνθρωπιά· δέν χρειάζεται κάτι περισσότερο:
  *Εὐχαριστῶ. Ἡ λέξη πού πραγματικά μᾶς ξεσκεπάζει. Ἐννοῶ ὅτι ἐμεῖς, πού μπορεῖ νά εἴμαστε νηστευτές, φιλακόλουθοι κ.τ.τ., «ξεχνᾶμε» πολλές φορές νά ἐκφράσουμε τήν εὐγνωμοσύνη μας στόν συνάνθρωπο πού μᾶς εὐεργέτησε, καί ἰδίως ὅταν εἴμαστε ἡλικιακά, ἱεραρχικά ἤ καθ’ οἱονδήποτε τρόπο ἀνώτεροί του. Προτιμοῦμε κυριολεκτικά νά ματώσουμε τή γλώσσα μας, παρά νά βγάλουμε ἀπό τό στόμα μας ἕνα «εὐχαριστῶ». Γιατί συμπεριφερόμαστε ἔτσι; Μά διότι ἡ εὐγνωμοσύνη, ἡ ἀληθινή εὐγνωμοσύνη, μᾶς ἀναγκάζει νά παραδεχτοῦμε ὅτι ἐ­μεῖς οἱ «κάποιοι» εἴχαμε ἀνάγκη· ὅτι δέν μπορούσαμε νά τά καταφέρουμε στό συγκεκριμένο πρόβλημα, ἐνῶ ὁ ἀδελφός, ὁ «κατώτερός μας», μπόρεσε· ὅτι, παρά τή μεγά­λη ἰδέα πού ἔχουμε καλλιεργήσει γιά τόν ἑαυτό μας, δέν εἴμαστε τελικά τέλειοι...
  *Συγγνώμη. Μιά ἄλλη, ἐπίσης, λέξη τήν ὁποία σκέτη, χωρίς δικαιολογίες καί «ναί μέν, ἀλλά», ξεστομίζουμε πολύ σπάνια καί σίγουρα πολύ πιό δύσκολα ἀπό τό «εὐχαριστῶ». Ὁ λόγος εἶναι ὅτι, ὅταν εὐχαριστεῖς, παραδέχεσαι ὅτι ὑπῆρξες μόνον ἀδύναμος. Ὅταν ὅμως ἀναγνωρίζεις ὅτι ἔφταιξες καί ζητᾶς συγγνώμη, παραδέχεσαι καί ἀδυναμία, καί ὅτι ἀπέτυχες, καί ὅτι οἱ ἐπιλογές σου ἀποδείχτη­καν σκάρτες, καί κυρίως ὅτι ἔγινες αἰτία νά ζημιωθοῦν κι ἄλλοι. Αὐτό τό πράγμα εἶναι πικρότατο, πολύ ὀδυνηρό! Καί χρειάζεται λεβεντιά ψυχῆς γιά ν’ ἀρνηθεῖς νά κρυφτεῖς πίσω ἀπό τερτίπια, ἤ -τό χειρότερο- νά μεταθέσεις τίς εὐθύνες σου. Εἶναι δέ τόσο ἰσχυρός ὁ πειρασμός νά λιποτακτήσουμε μπροστά σέ τέ­τοιες καταστάσεις, πού πολλές φορές διολισθαίνουμε στά βρόχια του χωρίς κἄν νά τό καταλάβουμε. Ἄλλωστε, ἡ ἀποποίηση εὐθυνῶν καί τό «κρυφτό» μέ τή φωνή τῆς συνείδησης ἦταν ἡ δεύτερη πτώση τῶν πρωτοπλάστων, πού ὑπῆρξε ἀκό­μη πιό οἰκτρή ἀπό τήν πρώτη.
  *Δικό μου ἦταν τό λάθος. Ἐδῶ πιά, ὅταν δηλαδή ἀναγνωρίζει κανείς ὅτι γιά μιά συλλογική ἀποτυχία εὐθύνεται μόνον ὁ ἴδιος καί κανείς ἄλλος, καί δηλώνει πρόθυμος νά σηκώσει ὅλο τό βάρος τῶν συνεπειῶν της, δέν πρόκειται ἁπλά γιά ταπεινοφροσύνη ἀλλά γιά ἡρωισμό! Δέν χρειάζονται γι’ αὐτό ἐξηγήσεις. Τό νιώ­θουμε ὅλοι. Καί λέω «τό νιώθουμε», διότι τόν ἡρωισμό δέν τόν ἀντιλαμβάνεσαι μέ τόν νοῦ, ἀλλά μέ τήν καρδιά. Τό μυαλό μπροστά σέ μιά τέτοια ἐπιλογή μᾶς μπλο­κάρει. Μᾶς ὑπογραμμίζει ἤ ὅτι «ἡ εὐθύνη σέ μιά ὁμάδα δέν εἶναι ποτέ ἀτομική» ἤ ὅτι «ἐσύ πῆγες νά κάνεις τό καλό καί θά βρεῖς τώρα τόν μπελά σου;!» ἤ ὅτι «κα­νένας τους δέν σέ βοήθησε!» κ.τ.τ.. Καί λογικά ἴσως νά ἔχει δίκιο. Ἡ καρδιά ὅμως τοῦ ταπεινοῦ, πού δέν νοιάζεται πρῶτα γιά τόν ἑαυτό του ἀλλά γιά τήν ἀνάπαυση τῶν ἀδελφῶν, πού ἔχει ὑποταχθεῖ ἀπόλυτα στήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ «ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε» (Γα 6,2) χωρίς ὅρους, ξέρει ποιόν δρόμο πρέπει νά πάρει…
  Εἶναι ὁ ἴδιος δρόμος πού βάδισε Ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ἀνέλαβε στούς ὤμους του τό βάρος τῆς ἀθλιότητάς μας, ἄν καί προσωπικά ὑπῆρξε ἀθῶος, ὁ μόνος ἀθῶος πάνω στή γῆ. Ὁ Χριστός μας, ὁ «πρᾷος καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ» (Μθ 11,29), πού δέν ἔπαψε ὅμως οὔτε στιγμή νά εἶναι καί ὁ παντοδύναμος Θεός, γιά ν’ ἀπαλλάξει ἐμᾶς ἀπό τήν καταδίκη, τήν ὑπέμεινε ὁ ἴδιος. Πέθανε ὁ πάναγνος, ἐνῶ ἔπρεπε νά πεθάνουμε μιά γιά πάντα ἐμεῖς, οἱ βρόμικοι. Γίνεται, λοιπόν, μετά ἀπ’ αὐτό νά ὑπολογίζουμε οἱ δωρεάν σωσμένοι «ἀξιοπρέπειες», νά ἀπαιτοῦμε «δικαιώματα» καί μαζί νά νομίζουμε ὅτι εἴμαστε ταπεινοί;!…
Καλόν ἀγώνα σέ ὅλους μας!

Εὐ. Ἀλ. Δάκας

Δρ Θεολογίας - Φιλόλογος

"Ἀπολύτρωσις", Φεβρ. 2023