Νίκησε τήν πικρία

IOSIF cὉ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε ἀπό τόν Θεό κοινωνικός. Δέν μπορεῖ νά ζήσει μό­νος του. Χρειάζεται συντρόφους καί συνοδοιπόρους. Αὐτό φαίνεται ξεκάθαρα στήν διήγηση τῆς Γενέσεως γιά τήν δημιουργία τῆς γυναίκας. Ὁ Θεός ἀναγνωρίζει ὅτι ὁ Ἀδάμ ἔχει ἀνάγκη ἀπό ἕνα συνάνθρωπο καί ἀποφασίζει νά τόν πλάσει: «Καί εἶπε ὁ Κύριος ὁ Θεός: Δέν εἶναι καλό νά εἶναι ὁ ἄνθρωπος μόνος· ἄς τοῦ κάνουμε ἕνα βοηθό ὅμοιο μ᾽ αὐτόν» (Γέ 2,18). Ἐδῶ τό «βοηθός» δέν σημαίνει ἁπλῶς ὅτι ὁ συνάν­θρωπος τοῦ Ἀδάμ θά τοῦ συμπαρίσταται καί θά συμ­πορεύεται μαζί του, ἀλλ᾽ ὅτι  θά τόν βοηθήσει νά ὁλοκληρωθεῖ, νά φτάσει στήν θέωση. Διότι ἡ θέωση δέν εἶναι ὑπό­θεση ἀτόμων ἀλλά προσώπων, καί πρόσωπο σημαίνει σχέση, ὅτι ὑπάρχω μέσα ἀπό τόν ἄλλο.

Ὡστόσο ἡ ἁμαρτία διατάραξε τίς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων. Μέσα στήν Ἐδέμ οἱ ἄνθρωποι ζοῦσαν μεταξύ τους ἁρμονικά διότι ἡ ἄμεση ἐπικοινωνία τους μέ τόν Κύ­ριο λειτουργοῦσε σάν ἀνάχωμα στό ψευδές καί κίβδηλο ἦθος. Ὅμως ἔξω, μακριά ἀ­πό τόν παράδεισο, γυμνοί ἀπό τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ καί δέσμιοι τοῦ ὑπερτροφικοῦ «ἐγώ» μας, ἀνατρέψαμε τήν ἰσορροπία καί τήν εἰρήνη πού ὑπῆρχε ἀνάμεσά μας. Κι ἐνῶ πρίν ἡ συναναστροφή μας μέ τόν συνάνθρωπο πλήρωνε τήν ὕπαρξή μας μέ χαρά καί εὐφροσύνη, τώρα εἶναι σύνηθες πιά νά μᾶς ποτίζει μέ τό δηλητήριο τῆς πικρίας.
Ἡ πικρία, ἡ δυσάρεστη αἴσθηση πού προκαλεῖ στήν καρδιά ἡ ἀποτυχία στίς ἀνθρώπινες σχέσεις, εἶναι πτώση πού πρέπει πάσῃ θυσίᾳ νά ἀποφεύγουμε. Ὁ ἀπό­στολος Παῦλος μέ τήν ὀξυδέρκεια πού τοῦ χάρισε τό Πνεῦμα τό ἅγιο νά διακρίνει τίς κινήσεις τῆς ψυχῆς, τονίζει: «Διῶξτε μακριά σας κάθε πικρία, θυμό, ὀργή, κραυγή, ἄδικη κατηγορία, μαζί μέ κάθε ἄλλη κακία» (Ἐφ 4,31). Ἀναφέρει πρώτη τήν πι­κρία σ᾽ αὐτή τήν ἁλυσίδα τῆς φθορᾶς, διότι εἶναι ἡ αἰτία της. Ἡ πικρία εἶναι ἡ ρίζα πού βλαστάνει τόν θυμό, ὁ θυμός κατεργάζεται ὀργή, ἡ ὀργή ξεσπάει σέ κραυγές, οἱ κραυγές ἀρθρώνουν ἀνεξέλεγκτα κατηγόριες καί στήν συνέχεια ἀνοίγει διάπλατα ὁ δρόμος γιά κάθε ἄλλη κακία. Καί βέβαια ἄν αὐτή ἡ κατάσταση μᾶς θλίβει ὁ­που­δήποτε τήν συναντοῦμε, εἶναι πολύ πιό θλιβερή ὅταν ἐκδηλώνεται στό ἄμωμο σῶμα τοῦ Χριστοῦ, στήν Ἐκκλησία, στήν κοινωνία τῶν πιστῶν.
Μπορεῖ ὡστόσο νά νικηθεῖ ἡ πικρία; Ἡ ἁγία Γραφή ἀναφέρει περιπτώσεις ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ἄν καί ὑπέμειναν τόν σταυρό τῆς ἀπόρριψης καί τῆς ἐξου­θέ­νωσης ἀπό τούς πλησίον, ἐντούτοις δέν ἐνέδωσαν σ᾽ αὐτό τόν πειρασμό. Ἐντυ­πωσι­άζει ἐπί παραδείγματι ἡ συμπεριφορά τοῦ Ἰωσήφ τοῦ γιοῦ τοῦ Ἰακώβ ἀπέναντι στούς ἀδελφούς του. Ἐκεῖνοι, τυφλωμένοι ἀπό τό πάθος τῆς ζήλειας καί τοῦ φθόνου, προσπάθησαν νά τόν ἐξοντώσουν. Τόν πούλησαν σκλάβο σέ ἐμπόρους πού πήγαιναν στήν Αἴγυπτο, καί ὑποκρίθηκαν στόν πατέρα τους μέ ἀπίστευτο θράσος ὅτι τόν κατασπάραξε κάποιο θηρίο. Ὅμως ὁ Θεός δέν ἐγκατέλειψε τόν πιστό καί ἁγνό δοῦ­λο του. Ὁ Ἰωσήφ ταλαιπωρήθηκε μέχρι θανάτου, ἀλλά ἡ δύναμη τοῦ Κυρίου τόν ἀνέστησε. Κι ἐνῶ πέρασε μέσα ἀπό τόν ἅδη τῆς δουλείας, τῆς συκοφαντίας καί τῆς φυλακῆς, ἀναδείχθηκε στό τέλος θριαμβευτής καί δεύτερος φαραώ. Κάποτε ἦρθε καί ἡ στιγμή νά λογαριαστεῖ, ἄρχοντας πλέον, μέ τ᾽ ἀδέλφια του. Ἀλλ᾽ ἐνῶ θά περί­μενε κανείς νά ξεσπάσει πάνω τους τήν πικρία του μέ τόν πιό σκληρό τρόπο, αὐτός, ἀνέγγιχτος ἀπό τήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία, ὄχι μόνο τούς συγχώρησε ἀλλά καί τούς δικαιολόγησε! «Δέν φταῖτε ἐσεῖς», τούς εἶπε. «Ἐδῶ μ᾽ ἔστειλε ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ γιά νά σᾶς σώσω ἀπό τήν πεῖνα» (βλ. Γέ 45,5-8). Τί μεγαλεῖο ψυχῆς!
Ἕνα ἄλλο παρόμοιο παράδειγμα ἀποτελεῖ ἡ συμπεριφορά τοῦ Δαυΐδ ἀπέναντι στόν βασιλιά Σαούλ. Ὁ Σαούλ ἔχοντας ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τό ἔλεος καί τήν χάρη τοῦ Θεοῦ παραδόθηκε στήν κακία καί στήν ἀλαζονεία του. Κι ἐνῶ εἶχε βρεῖ στόν Δαυΐδ ἕνα πιστό ὑπηρέτη κι ἕνα γενναῖο καί ἱκανό στρατιώτη, τόν κατέτρωγε τό σαράκι τοῦ φθόνου ἐπειδή ὁ δοῦλος του, χωρίς καθόλου νά τό ἐπιδιώκει ὁ ἴδιος, τόν συναγωνιζόταν ἤ καί τόν ὑπο­σκέ­λιζε στήν ἐκτίμηση καί στόν θαυμασμό τοῦ λαοῦ. Ὁ Σαούλ μίσησε γι᾽ αὐτό θανάσιμα τόν Δαυΐδ. Τρελός ἀπό τό πάθος του προσπά­θησε νά τόν σκοτώσει ἐπανειλημμένα, ἐνῶ ὁ Δαυΐδ, ἐντελῶς ἀθῶος καί ἄδολος, ὄχι μόνο δέν ἐπιχείρησε νά ἀνταποδώσει τήν ἔχθρα, ἄν καί θά μποροῦσε, ἀλλά ἔφυγε σάν κυνηγημένος καί κρύφτηκε. Καί τό πιό συγκλονιστικό εἶναι ὅτι ἐνῶ ὁ Σαούλ ἔπεσε δυό φορές στά χέρια του καί θά μποροῦσε ἄνετα νά τόν σκοτώσει, ὁ Δαυΐδ, ὑπόδειγμα ἀκακίας καί χωρίς τήν παραμικρή πικρία, τόν σεβάστηκε καί δέν ἅπλωσε χέρι πάνω του.
Οἱ δύο αὐτοί ἄνθρωποι νίκησαν τήν πικρία, διότι, ὅπως δείχνει ἡ ἱστορία τους, ἦταν ὁπλισμένοι μέ μιά μοναδική ἀρετή: τήν ἀπόλυτη καί μέ ἄκρα ταπείνωση ὑπο­ταγή στό θέ­λη­μα τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος ὑποτάσσεται στό θέλημα τοῦ Κυρίου ταπεινά, χωρίς ἀντίσταση καί χωρίς τόν ἀσεβῆ λογισμό ὅτι εἶναι «ὁποῖόν τι», δέν ταράζεται ἀπό τήν προκλητική συμπε­ρι­φορά τῶν ἄλλων. Οἱ ἄλλοι ἄς τόν προσβάλλουν· δέν τόν πικραίνουν. Ἀντίθετα τόν εὐφραίνουν διότι τοῦ γίνονται τό παιδαγωγικό ραβδί μέ τό ὁποῖο ὁ οὐράνιος Πατέρας τοῦ μαθαίνει τόν τρόπο τῆς δικαιοσύνης καί τῆς ἁγιότητας.
Μπορεῖς λοιπόν νά νικήσεις κι ἐσύ τήν πικρία. Στό χέρι σου εἶναι. Κι ἔτσι ὄχι μόνο θά εἰρηνεύεις ἀλλά θά προάγεσαι στήν μίμηση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ὁ ὁποῖος ἄν καί ὑπέμεινε ἀπό τούς ἀνθρώπους τήν ἔσχατη ἐξουθένωση, τούς ἀγάπησε τέλεια, χωρίς κρατούμενα. Τόσο τέλεια, ὥστε δέν ὑπολόγισε οὔτε κἄν τόν ἑαυτό του, ἀλλά τόν παρέδωσε στήν ἀτίμωση καί στόν θάνατο γιά νά ζήσουμε ἐμεῖς, οἱ ἄσπονδοι ἐχθροί του. Τό παράδειγμά του πρέπει νά ἀποτελεῖ γιά ὅλους μας ἀστεί­ρευτη πηγή ἔμπνευσης καί φρονήματος, ἄν βέβαια θέλουμε νά ἀναδειχθοῦμε κι ἐμεῖς υἱοί τοῦ Ὑψίστου καί ἀδελφοί του καί συγκληρονόμοι τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.


Εὐάγγελος Ἀλ. Δάκας