Ζοῦμε σέ καιρούς ἀποκαλυπτικούς ἤ, σύμφωνα μέ τήν ὁρολογία τῆς Βίβλου, σέ καιρούς «ἐσχάτους». Ἔσχατοι καιροί εἶναι οἱ περίοδοι τῆς κρίσης, τῆς δοκιμασίας, ὅταν δοκιμάζεται ἡ πίστη καί ἡ ἀγάπη τῶν ἀνθρώπων στόν ἅγιο Θεό. Καί πράγματι ἡ ἀνομία στήν ἐποχή μας ἔχει πληθυνθεῖ. Οἱ ἄνθρωποι στήν πλειονότητά τους ἔχουν ἐγκαταλείψει τόν Κύριο καί τίς ἐντολές του καί ἐπιδίδονται μέ πάθος στήν ἱκανοποίηση τῶν πιό ἀντίθεων ἐπιθυμιῶν τους. Ἡ διαφθορά καί ἡ σήψη νομιμοποιοῦνται καί λιτανεύονται πανηγυρικά καί διδάσκονται σάν φυσιολογική ἐπιλογή ἀκόμη καί στά νηπιαγωγεῖα. Καί πάνω ἀπ’ ὅλα ἔχουμε στήσει «σέ τόπο ἅγιο» (Μθ 24,15) καί λατρεύουμε ὡς ὑπέρτατο Θεό τό ξόανο τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ποιός Θεός; Ἐμεῖς εἴμαστε ὁ Θεός. Ὁ ἀνθρώπινος νοῦς, οἱ ἱκανότητές μας. Καί τό διακηρύσσουμε κιόλας ἔτσι, ἀδιάντροπα. Πρόσφατα ἕνας νεαρός φιλόσοφος, πού ἔχει πλῆθος συνοδοιπόρους σ’ ὅλο τόν κόσμο καί κολακεύονται ἀπό τούς ἐπαίνους του ἀκόμη καί κυβερνῆτες κρατῶν, ἐξέδωσε ἕνα βιβλίο του, τό ὁποῖο ἔγινε best seller, μ’ αὐτό ἀκριβῶς τό θέμα: «Ὁ ἄνθρωπος Θεός». Εἶναι δέ τόσο σκληρός αὐτός ὁ σατανικός, ἀντίχριστος πειρασμός, ὥστε νά ἀπειλεῖ «ἀκόμη καί τούς ἐκλεκτούς» (Μθ 24,24).
Ἀλλά παρόμοιες ἐποχές ὑπῆρξαν καί στήν ἱστορία τοῦ ἀρχαίου λαοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Ἰσραήλ. Ἕνας τέτοιος, ἀνάλογος καιρός ἦταν φέρ’ εἰπεῖν αὐτός πού ἔδρασε ὁ πύρινος προφήτης Ἠλιού ὁ Θεσβίτης, ὁ προφήτης-σύμβολο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ὁ Ἠλίας διακόνησε τήν ὑπόθεση τοῦ Θεοῦ στό βασίλειο τοῦ Ἰσραήλ, ὅταν βασιλιάς ἦταν ὁ ἀνίκανος καί ἀσεβής Ἀχαάβ. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἦταν τόσο ἰταμός ἀπέναντι στόν Κύριο ὅσο κανείς ἀπό τούς προηγούμενους βασιλεῖς. Δέν ἐκτράπηκε μόνο στήν εἰδωλολατρία, ἀλλά νυμφεύθηκε καί τήν ἀλλογενῆ καί εἰδωλομανῆ Ἰεζάβελ, ἡ ὁποία ἦταν κόρη τοῦ βασιλιᾶ τῶν Σιδωνίων Ἰεθεβαάλ. Οἱ συνέπειες αὐτοῦ τοῦ γάμου ὑπῆρξαν ἐκρηκτικές: Ὁ Ἀχαάβ ἐπιδόθηκε ἀκατάσχετα στή λατρεία τοῦ ἀκόλαστου ψευτοθεοῦ Βάαλ, παρασύροντας σ’ αὐτό τό βάραθρο καί ὅλο σχεδόν τόν λαό τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ παράλληλα υἱοθέτησε καί διέδωσε καί τή λατρεία τῆς Ἀστάρτης, τήν ὁποία τιμοῦσε ἡ Ἰεζάβελ. Ἡ Βίβλος λέει ὅτι ὁ μέν Ἀχαάβ διέθετε τετρακόσιους πενήντα «προφήτας (ἱερεῖς) τῆς αἰσχύνης» (Γ΄ Βα 18,19) ἀφιερωμένους στή θρησκεία του, ἐνῶ ἡ σύζυγός του σίτιζε στό τραπέζι της τετρακόσιους ἱερεῖς τῶν δασῶν-ἱερῶν τῆς ὀργιαστικῆς ψευτοθεᾶς της. Καί μόνον οἱ ἀριθμοί αὐτοί δηλώνουν πόσο ὑποβαθμίστηκε τό ἦθος τῶν Ἰσραηλιτῶν, πού διδάσκονταν μέ τόν πιό ἐπίσημο τρόπο νά δουλεύουν στούς θεούς ψεῦδος, ἀνηθικότητα καί ἀσέλγεια.
Ἡ κατάντια αὐτή τοῦ λαοῦ πού ὁ Θεός υἱοθέτησε, ἀνέδειξε καί δόξασε, προκάλεσε τήν ὀργή τοῦ οὐρανοῦ. Ὁ προφήτης Ἠλίας κατ’ ἐντολήν τοῦ Κυρίου ἀνήγγειλε στόν Ἀχαάβ ὅτι δέν θά ξαναβρέξει κι ὁ τόπος καί οἱ ἄνθρωποί του θά παραδοθοῦν στήν ξέρα καί στόν λιμό. Καί πράγματι ἐπί τρία χρόνια δέν ἔβρεξε καθόλου καί θέρισε τά ἄνομα τέκνα τοῦ Ἰακώβ ἡ πείνα. Ἔβρεξε μόνον ὅταν ὁ λαός ὁμολόγησε ὅτι ὁ ἀληθινός Κύριος καί Θεός εἶναι ὁ Γιαχβέ καί κανείς ἄλλος. Ἀλλά καί τότε ἀκόμη, γιά νά παγιώσει ὁ Κύριος αὐτή τήν ὁμολογία καί νά τήν κάνει συνείδηση στούς Ἰσραηλίτες, δέν ἀρκέστηκε στούς ὅρκους τους στό ὄνομά του, τούς ὁποίους ἄλλωστε εἶχαν καταπατήσει στό παρελθόν τόσες καί τόσες φορές. Ἔδωσε ἐντολή στόν Ἠλία νά σφάξει ὅλους τούς ἱερεῖς τῆς ἀθλιότητας καί νά μή λυπηθεῖ κανέναν. Κι ὁ προφήτης, γεμάτος ἀπό τή θεία ἀγανάκτηση καί ὑπηρέτης της, τούς ἔσφαξε ὄντως στόν χείμαρρο Κισσών. Καί γιά τήν οἰκογένεια τοῦ Ἀχαάβ καί γιά τήν ἀδίστακτη Ἰεζάβελ προέβλεψε ὅτι θά τούς καταφᾶνε τά σκυλιά καί τά ὄρνια, ὅπως καί ἔγινε.
Σήμερα βέβαια, στόν καιρό μας πού ἔχει τόσες ἀναλογίες μ’ ἐκεῖνον, ὅπως εἶπα ἤδη, τά «προοδευτικά» μυαλά, πού περίσσεψαν σ’ Ἀνατολή καί Δύση, ἐξανίστανται καί παραδομένα στό μεθύσι τῆς αὐτάρκειάς τους καί τῶν διεστραμμένων ἡδονῶν τους παραμιλοῦν γιά τόν Θεό τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πού εἶναι δῆθεν ἀπάνθρωπος καί αἱμοβόρος καί ἐκδικητικός καί φθονερός. Θά προτιμοῦσαν ἀσφαλῶς ἕναν Θεό ὁ ὁποῖος νά χαϊδεύει τά καπρίτσια μας καί νά διακονεῖ τό ὄργιο τῆς ἀσυδοσίας στίς κοινωνίες μας, πού τόσο προκλητικά ὀνομά- ζουν «δικαιώματα» καί «ἐλευθερίες» καί τό εὐλογοῦν. Τολμοῦν μάλιστα τό ἀνήκουστο: Διαφοροποιοῦν τόν «δολοφόνο» Γιαχβέ ἀπό τόν Κύριο Ἰησοῦ, «τόν Θεό τῆς ἀγάπης», καί μιλοῦν γιά «ἀσυμβίβαστο» καί «διαφορετικούς Θεούς» καί γιά «τό παραμύθι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης». Ἀλλά αὐτή ἀκριβῶς ἡ ἀντίληψη δείχνει πόσο ἀλλοπρόσαλλη εἶναι ἡ κρίση τους καί πόσο τελικά ἐμπαίζει τόν κόσμο μας ὁ σατανᾶς. Ὁ Θεός εἶναι ἕνας καί ὁ ἴδιος στούς αἰῶνες καί εἶναι ἀγάπη. Μόνον ἀγάπη. Ἄν στήν Παλαιά Διαθήκη ἐκφράζεται, ὅπως μεμψιμοιροῦμε, μέ ἀγριότητα, αὐτό γίνεται διότι τότε ὁ ἄνθρωπος ἦταν σκληρόκαρδος, ἀνεπίδεκτος κάθε εὐαισθησίας. Δέν καταλάβαινε ἄλλη γλῶσσα. Καί βέβαια ὅταν ἔχεις νά δουλέψεις πέτρα καί μάρμαρο, δέν χρησιμοποιεῖς φτερό ἤ πινέλο ἀλλά καλέμι καί σφυρί. Ἐκτός ἄν παίζεις καί χαριεντίζεσαι. Ἀλλά ὁ Κύριος δέν παίζει μέ τή σωτηρία μας. Ὅμως καί στήν Καινή Διαθήκη, πού ὁ Θεός ἐκφράζεται κυρίως ὡς ἔλεος, δέν ἀπουσιάζουν οἱ ἐκδηλώσεις τῆς ὀργῆς του καί ἡ αὐστηρότητά του. Κι ἄν συνεχίσουμε νά πορευόμαστε ἔτσι, κατευθεῖαν στόν ὄλεθρο, μέ μάτια βαριά καί φιμωμένες συνειδήσεις, πρέπει νά περιμένουμε πολλές ἀκόμη πανδημίες καί κορωνοϊούς, μήπως καί ἐπιτέλους ξυπνήσουμε. Ἀκριβέστερα, πρέπει νά τίς προσδοκοῦμε μέ εὐγνωμοσύνη.
Θά πεῖ βεβαίως κάποιος ὅτι αὐτές οἱ καταστάσεις τῶν δοκιμασιῶν καί τῶν θλίψεων δέν ἀντιμετωπίζονται ἔτσι ἀπό τόν κόσμο, ἀλλά θεωροῦνται κατάρες καί εἰσαγγελικές καταδίκες. Ναί, αὐτό συμβαίνει συνήθως. Ἄν εἶσαι μόνο δέρμα, ἄν ἔχεις νεκρώσει τά πνευματικά σου αἰσθητήρια, διότι δέν θέλεις νά βλέπεις κατάματα τήν ἀλήθεια καί βολεύτηκες μέ τό ψέμα πού σέ ἀποκοιμίζει μακάρια, ἔτσι γίνεται. Ἀλλά καί στήν περίπτωση αὐτή τό πρόβλημα εἶναι ἀποκλειστικά δικό μας. Δέν εἶναι -ποτέ δέν ἦταν- πρόβλημα τοῦ Κυρίου.
Εὐάγγελος Ἀλ. Δάκας